ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ : Η ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ ΤΗΣ 24Ης ΝΟΕΜΒΡΗ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΠΑΛΗΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΠΑΚΕΤΟ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ

Μια δυναμική γενική απεργία και μαζικές διαδηλώσεις ήταν η απάντηση των Πορτογάλων εργαζομένων απέναντι στον προϋπολογισμό λιτότητας που προτάθηκε από την δεξιά κυβέρνηση του Πέδρο Πάσσος Κοέλιο. Η τρόικα ενέκρινε τα μέτρα που λαμβάνονται ως μέρος της εγγύησης για το πακέτο στήριξης, αλλά απαίτησε περισσότερες περικοπές, καθώς η οικονομία προβλέπεται να συρρικνωθεί κατά 3% τον επόμενο χρόνο.

Η γενική απεργία ήταν η μεγαλύτερη των τελευταίων 30 χρόνων και η δεύτερη μεγαλύτερη που προκηρύχτηκε από κοινού από τις ομοσπονδίες CGTP (η ομοσπονδία με δεσμούς με το ΚΚ) και UGT(η ομοσπονδία που ελέγχεται από τους σοσιαλιστές) μετά την μαζική γενική απεργία ακριβώς έναν χρόνο πριν. Παρά τους σκανδαλώδεις ισχυρισμούς της κυβέρνησης ότι στο απεργιακό κάλεσμα ανταποκρίθηκε το 10% των δημοσίων υπαλλήλων, η αλήθεια είναι ότι η απεργία παρέλυσε σχεδόν ολοκληρωτικά τις δημόσιες συγκοινωνίες (τρένα, σιδηρόδρομο, λεωφορεία, μετρό, πλοία και αεροπλάνα), όπως επίσης τους χώρους της υγείας και της εκπαίδευσης, τα ταχυδρομεία, τα υπουργεία και τα δημοτικά συμβούλια καθώς και μεγάλα κομμάτια της βιομηχανίας (συμπεριλαμβανομένων των περισσότερων αυτοκινητοβιομηχανιών), ενώ η συμμετοχή ήταν πιο αδύναμη στον δημόσιο τομέα, στις μικρές επιχειρήσεις και στο εμπόριο.

Ήδη από τα μεσάνυχτα της 23ης Νοεμβρίου χιλιάδες συνδικαλιστών οργάνωσαν περιφρούρηση στις βασικές βιομηχανίες, στις εταιρείες μεταφορών και σε χώρους παραγωγής που σε ορισμένες περιπτώσεις αντιμετώπισαν την αστυνομική καταστολή. Από νωρίς το πρωί περιφρουρήσεις οργανώθηκαν έξω από τα μεγάλα σούπερ- μάρκετ, τα δημόσια ιδρύματα, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια.

Κατά τη διάρκεια της απεργίας πραγματοποιήθηκαν πάνω από τριάντα διαδηλώσεις σε πόλεις σε όλο το μήκος και πλάτος της χώρας, με τις μεγαλύτερες στην πρωτεύουσα Λισσαβόνα και το Πόρτο. Δεκάδες χιλιάδες μοιράστηκαν σε δύο ξεχωριστές διαδηλώσεις στη Λισσαβόνα , η μία προκηρυγμένη από τα συνδικάτα και η άλλη από το κίνημα των αγανακτισμένων (indignados), και οι οποίες ενώθηκαν έξω από το πορτογαλικό κοινοβούλιο. Το κλίμα ήταν γεμάτο οργή και μαχητικότητα, με μια θάλασσα από κόκκινες σημαίες του CGTP και κραυγές που φώναζαν "ο αγώνας συνεχίζεται στα εργοστάσια και τους δρόμους" και "η απεργία είναι γενική, η επίθεση βάναυση ". Η συμμετοχή των νέων ήταν επίσης αξιοσημείωτη.

Η οικονομική επίθεση προκάλεσε την απάντηση ακόμα και ενός μέρους αξιωματικών του στρατού και της αστυνομίας. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, οι εθνικές ενώσεις των Αξιωματικών, των υπαξιωματικών και των υπαλλήλων έχουν δημόσια εκφράσει την αντίθεσή τους στον προϋπολογισμό και προειδοποίησαν την κυβέρνηση ότι η αποστολή τους είναι να υπερασπίζονται τους ανθρώπους κι όχι μια συγκεκριμένη κυβέρνηση. Οι τρείς οργανώσεις συγκάλεσαν μια μαζική εθνική συγκέντρωση του στρατιωτικού προσωπικού στις 22 Οκτωβρίου, στο οποίο η συμμετοχή ξεπέρασε τις 2.000 κόσμου. Στις 30 Οκτωβρίου περισσότερες από 10 χιλιάδες στρατιωτικού προσωπικού με τις οικογένειές τους διαδήλωσαν στην Λισαβόνα ενάντια στις περικοπές. Την ημέρα της γενικής απεργίας η Εθνική Ένωση Αξιωματικών (ANS) εξέδωσε κάλεσμα για αποχή από το διάλλειμα και αντ'αυτού οργάνωση μαζικών συγκεντρώσεων για να συζητήσουν την αντίθεσή τους στον προϋπολογισμό. Σύμφωνα με την ΑΝS, παραπάνω από το 85 % των λοχιών στο 90% του συνόλου των μονάδων του στρατού συμμετείχαν στην διαμαρτυρία. Το κίνημα των υπαλλήλων του στρατού συνεχίζεται στις 30 Νοεμβρίου, ημέρα ψήφισης του προϋπολογισμού, οπότε κι έχουν καλέσει σε συλλαλητήριο έξω από το κοινοβούλιο.

Ο προϋπολογισμός βάναυσης λιτότητας που εισήχθη από την δεξιά κυβέρνηση του Πάσσο Κοέλιο έρχεται στην κορυφή των μέτρων λιτότητας που είχαν παρθεί νωρίτερα από την σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση του Σόκρατες και τα οποία οδήγησαν στην ήττα της στις γενικές εκλογές του Ιουνίου. Αυτές οι περικοπές είναι συνδεδεμένες με το σχέδιο διάσωσης του ευρώ που συμφωνήθηκε με την Ε.Ε. ,το Δ.Ν.Τ. και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τον Μάιο.

Μεταξύ των μέτρων που πέρασαν την προηγούμενη εβδομάδα είναι περικοπές στους μισθούς του δημοσίου τομέα, η εξάλειψη των δώρων των Χριστουγέννων και του καλοκαιριού για τους δημοσίους υπαλλήλους, μεγάλες αυξήσεις στην έμμεση φορολογία, αυξήσεις στις τιμές των δημοσίων υπηρεσιών γενικά (συμπεριλαμβανομένων των μεταφορών, της υγείας κτλ), η μείωση των συντάξεων, η επιμήκυνση της εργάσιμης μέρας κατά μισή ώρα χωρίς αύξηση στους μισθούς κ.α. Η κυβέρνηση θέλει επίσης να καταστρατηγήσει τα δικαιώματα των εργαζομένων και τα δικαιώματα στη συλλογική διαπραγμάτευση. Το εισόδημα των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα έχει ήδη μειωθεί κατά 25 % από το 2010 και αυτός ο νέος προϋπολογισμός θα συμβολίσει μια μείωση των συνθηκών ζωής ύψους 5% κατά μέσο όρο για τις οικογένειες των εργαζομένων.

Όπως και στην Ελλάδα, αυτά τα μέτρα έχουν σαν αντίκρισμα το περισσότερο βάθεμα της ύφεσης της οικονομίας, καθώς συρρικνώνουν την εσωτερική αγορά. Το ίδιο το υπ. Οικονομικών προβλέπει μια απότομη συρρίκνωση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 3,5 % φέτος και κατά 4,8% τον επόμενο χρόνο. Έτσι, ενώ η κυβέρνηση δουλεύει στην βάση μιας οικονομίας που θα πέσει κατά 2,8% τον επόμενο χρόνο, η τρόικα μιλά ήδη για συρρίκνωση της τάξης του 3%.

Η αντιπροσωπεία της τρόικα που επισκέφθηκε την Πορτογαλία ήδη προειδοποίησε ότι αυτές οι περικοπές δεν επαρκούν και θα χρειαστούν ακόμα περισσότερες. Ανέφεραν πιο συγκεκριμένα ότι «για να αυξηθεί ο ανταγωνισμός, οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα θα πρέπει να ακολουθήσουν το παράδειγμα εκείνων του δημοσίου τομέα οι οποίοι έχουν υποστεί αλλεπάλληλες περικοπές».

Με την χαρακτηριστική αλαζονεία αυτοκρατόρων, οι υπάλληλοι της τρόικα - τους οποίους κανένας στην Πορτογαλία δεν τους έχει εκλέξει και οι οποίοι στην πραγματικότητα υπαγορεύουν τους όρους που ασκείται η κυβερνητική πολιτική - απαιτούν περισσότερα. Μια «νέα και καθοριστική προσπάθεια για να ενδυναμωθεί το πακέτο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», είπαν, και πρόσθεσαν ότι η επιτυχία του προγράμματος «εξαρτάται αποφασιστικά από ...τις διαρθρωτικές αλλαγές που θα αφαιρέσουν τις δυσκαμψίες και τη συμφόρηση που κρύβονται πίσω από την πολυετή στασιμότητα της Πορτογαλίας». Με απλά λόγια αυτό σημαίνει ότι όλα τα δικαιώματα των εργαζομένων, η εργατική προστασία και το δικαίωμα στη συλλογική διαπραγμάτευση πρέπει να καταργηθούν ή τουλάχιστον να περιοριστούν. Αυτό είναι ακριβώς το ίδιο πρόγραμμα που εφαρμόζεται ή θα εφαρμοστεί στην Ελλάδα, την Ιταλία ,την Ισπανία κ.ο.κ.

Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι η μόνη διέξοδος από την κρίση, σύμφωνα με την οπτική γωνία των καπιταλιστών, είναι να κάνουν τους εργαζόμενους να πληρώσουν το χρέος μέσω μεγάλων περικοπών και πίεση προς τα κάτω των μισθών και των συνθηκών εργασίας σε ένα επίπεδο που θα είναι ξανά εφικτή η κερδοφορία. Ένα τέτοιο πρόγραμμα, προφανώς αντιτίθεται προς τα συμφέροντα της εργατικής τάξης της Πορτογαλίας και ολόκληρης της Ευρώπης, και άρα, οδηγεί σε μια όξυνση της ταξικής πάλης.

Δεδομένης της βαθειάς κρίσης του πορτογαλικού καπιταλισμού και της γενικότερης κακής κατάστασης της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας οικονομίας, οι καπιταλιστές και οι τραπεζίτες δεν έχουν χώρο για παραχωρήσεις. Όπως αποδείχτηκε στην Ελλάδα τον τελευταίο χρόνο, είναι αποφασισμένοι να φέρουν εις πέρας αυτές τις μαζικές επιθέσεις με οποιοδήποτε κόστος. Στην Ελλάδα έχουν ήδη γίνει 15 ή περισσότερες 24ωρες και 48ωρες γενικές απεργίες, μαζικές διαδηλώσεις, καταλήψεις χώρων εργασίας και μαζικές εκστρατείες του κινήματος «δεν πληρώνω». Και παρ'όλα αυτά συχνάζουν να προωθούνται μέτρα λιτότητας.

Οι Πορτογάλοι εργαζόμενοι έχουν συγκλονιστεί από τον κτηνώδη χαρακτήρα αυτών των περικοπών κι έχουν αρχίσει να προετοιμάζονται για τους αγώνες τους. Εν τούτοις, μια 24ωρη απεργία δεν πρόκειται να σταματήσει την δεξιά κυβέρνηση του Πάσσο, η οποία νιώθει σίγουρη με την ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία και μπορεί να υπολογίζει στην στήριξη του «αντιπολιτευτικού» σοσιαλιστικού κόμματος που διεκπεραίωσε παρόμοια μέτρα νωρίτερα.

Ο μόνος τρόπος αντεπίθεσης απέναντι σε αυτές τις επιθέσεις είναι με το να ιδωθεί η γενική απεργία ως η αρχή μιας παρατεταμένης κι αυξανόμενης εκστρατείας του αγώνα. Τα συνδικάτα έχουν ήδη προκηρύξει ένα γενικό συλλαλητήριο για τις 30 Νοέμβρη κι έχουν αφήσει να εννοηθεί η πιθανότητα καλέσματος σε νέα γενική απεργία. Αυτή η γενική απεργία θα πρέπει να είναι 48ωρη προκειμένου να αυξηθεί η πίεση .

ΤΙ ΕΙΔΟΥΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗ ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ;

Περισσότερο απ' όλα, το κίνημα της εργατικής τάξης της Πορτογαλίας πρέπει να εξοπλιστεί με ένα ξεκάθαρο πρόγραμμα που θα μπορέσει να προσφέρει μια εναλλακτική στα ισχύοντα μέτρα λιτότητας. Αυτό λείπει μέχρι στιγμής.

Το πρώτο σημείο που πρέπει να αναγνωριστεί είναι ότι αυτές οι επιθέσεις στους μισθούς των εργαζομένων και τις συνθήκες εργασίας είναι το αποτέλεσμα της καπιταλιστικής κρίσης κι όχι προσβολή που προκλήθηκε από ιδεολογικά κίνητρα. Το δεύτερο σημείο ,που ακολουθεί το πρώτο, είναι πως είναι αναγκαία μια ξεκάθαρη εναλλακτική που θα προκαλέσει συνολικά το καπιταλιστικό σύστημα.

Και στους δύο υπολογισμούς φάνηκε ότι οι ηγεσίες των συνδικάτων και των δύο κύριων αριστερών κομμάτων (Κ.Κ. και Μπλόκο της Αριστεράς) υπολείπονται αυτών που πραγματικά απαιτούνται. Ενώ φυσικά έπαιξαν σπουδαίο ρόλο με την καταγγελία των κυβερνητικών μέτρων και με την δραστήρια οργάνωση της γενικής απεργίας, η γενική πολιτική τους στάση αποδυναμώνει το κίνημα στο σύνολό του.

Το Μπλόκο της αριστερά  ,επί παραδείγματι, στην μπροσούρα του για την προετοιμασία της γενικής απεργίας αναφέρει : «Η κυβέρνηση και η τρόικα υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει εναλλακτική λύση από την ύφεση που καταστρέφει τη χώρα. Αυτό είναι ένα ψέμα. Μιλούν πλεονεκτικά για την κρίση απλώς γιατί προσπαθούν να επιβάλλουν ένα νέο κοινωνικό σύστημα στην Πορτογαλία». Αυτό είναι ολοκληρωτικά λάθος. Δεν είναι ορθό να λέμε ότι χρησιμοποιούν την κρίση σαν δικαιολογία για να επιτίθενται στους εργαζομένους. Η αλήθεια είναι ότι στα πλαίσια του καπιταλισμού, όντως δεν υπάρχει άλλη λύση. Οι καπιταλιστές θέλουν να καταστρέψουν τα δικαιώματα των εργαζομένων και τις συνθήκες εργασίας (όπως αυτό εννοείται με την φράση «νέο κοινωνικό καθεστώς») ακριβώς για να αποκαταστήσουν την κερδοφορία και να κάνουν τους εργαζομένους να πληρώσουν την κρίση του καπιταλισμού.

Λοιπόν, ποιά είναι η εναλλακτική λύση που προτάσσεται από την ηγεσία του Μπλόκου? Πέρα από την επικεφαλίδα του "Ναι, υπάρχει εναλλακτική λύση ", προτείνουν τρία μέτρα:
1) έλεγχο του χρέους ώστε το καταχρηστικό μέρος του να απορριφθεί. " Όχι μόνο πρέπει να καθυστερήσουμε τις προθεσμίες πληρωμής και να χαμηλώσουμε τα επιτόκια, αλλά θα πρέπει να ακυρωθεί ένα κομμάτι του χρέους, όπως έχει ήδη εξαγγελθεί για την Ελλάδα".

 2) "Το κράτος έχει τα μέσα για να επανενεργοποιήσει την οικονομία" ,υποστηρίζουν, το οποίο θα πρέπει να επιτευχθεί "με την δημιουργία γραμμών επανδύσεων για την εργασία, με την δημιουργία νέων βιομηχανιών, με τις εξαγωγές και πάνω απ' όλα με την αντικατάσταση των εισαγωγών". Υποστηρίζουν ότι αυτό μπορεί να γίνει χρησιμοποιώντας τα χρήματα που καταβάλλονται προς διάσωση στις τράπεζες (τα οποία κάποιες τράπεζες έχουν απορρίψει γιατί δεν θέλουν καμιά συμμετοχή του κράτους) με σκοπό «να στηριχθεί η παραγωγή».

3)”Ήρθε η ώρα να αξιώσουμε την οφειλή του χρέους στους φορολογούμενους”, το οποίο φαίνεται να σημαίνει αυξημένη φορολογία στις ιδιωτικές επιχειρήσεις που ωφελήθηκαν από την ιδιωτικοποίηση και την σύμπραξη δημοσίου και ιδιωτικού τομέα και αυτούς που ωφελήθηκαν από τις φοροαπαλλαγές.

Οφείλουμε να πούμε ξεκάθαρα ότι αυτή η αποκαλούμενη εναλλακτική λύση είναι εντελώς ουτοπική και δεν εξυπηρετεί την ενδυνάμωση του κινήματος απέναντι στα μέτρα λιτότητας. Πρώτα απ' όλα, όσον αφορά το χρέος, η πρόταση δεν ανέρχεται σε τίποτα άλλο παρά σε ένα «κούρεμα» του χρέους, όπως αυτό που ήδη εφαρμόστηκε στην Ελλάδα. Αυτό που η ηγεσία του Μπλόκου φαίνεται να λέει, στην αναζήτησή της για μια «λογική» και «ρεαλιστική»  εναλλακτική λύση, είναι : θα πληρώσουμε μέρος του χρέους, αλλά μόνο το «νόμιμο» τμήμα του. Το πρόβλημα με αυτό είναι ότι οποιαδήποτε διαπραγμάτευση του χρέους συμπεριλαμβάνει ακριβώς αυτό : επίτευξη συμφωνίας με τους δανειστές (ιδιωτικές τράπεζες και δημόσια ιδρύματα). Η ελληνική επαναδιαπραγμάτευση του χρέους επετεύχθη στη βάση της αληθινής προοπτικής του να μην πάρουν οι ιδιώτες δανειστές καθόλου χρήματα (στην περίπτωση μιας ανοιχτής χρεοκοπίας). Αντιμέτωποι με αυτό, συμφώνησαν να αποχωρήσουν με κάποιες από τις επενδύσεις τους (μια «ελεγχόμενη» χρεοκοπία). Το αποτέλεσμα στην Ελλάδα; Βαριές περικοπές ως εγγύηση της πληρωμής του ήδη επαναδιαπραγματευμένου χρέους! Το χρέος δεν μπορεί και δεν πρέπει να πληρωθεί. Στην πραγματικότητα ,στην ίδια την Πορτογαλία, δεκάδες χιλιάδες ήδη κινητοποιήθηκαν στις 15 Οκτωβρίου στην βάση της ιδέας της απόρριψης της αποπληρωμής του χρέους.

Κατά δεύτερον, η ιδέα ότι μπορεί με κάποιο τρόπο το κράτος να επανενεργοποιήσει την οικονομία με την χορήγηση πιστωτικών ορίων για να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και να τονώσει την παραγωγή, είναι στη βάση της μια Κευνσιανή αντίληψη, η οποία αγνοεί το βάθος της οικονομικής κρίσης τόσο στην Πορτογαλία όσο και παγκόσμια. Πού θα βρει το πορτογαλικό κράτος τα χρήματα για να δανείσει στους επενδυτές ώστε να φτιάξουν θέσεις εργασίας ; Το πρόβλημα είναι το δημόσιο χρέος της Πορτογαλίας είναι ήδη μη βιώσιμο! Επιπροσθέτως, ακόμα κι αν το κράτος ήταν με κάποιον τρόπο σε θέση να βρει τα χρήματα (και η ηγεσία του Μπλόκου φαίνεται να προτείνει ότι πρέπει να παρθούν από το ταμείο διάσωσης - αγνοώντας το γεγονός ότι ακριβώς η διάσωση έρχεται με ορισμένες προϋποθέσεις ),τι είδους ιδιώτες καπιταλιστές θα ήταν προετοιμασμένοι να επενδύσουν σε νέα παραγωγή από τη στιγμή που η οικονομία βρίσκεται σε βαθειά ύφεση και δεν θα ήταν σε θέση να πουλήσουν τα προϊόντα τους;

Τέλος, στο κομμάτι σχετικά με την αύξηση της φορολογίας στις ιδιωτικές εταιρείες και στις τράπεζες, μπορούμε όλοι να συμφωνήσουμε .Το πρόβλημα είναι ότι η αύξηση της φορολογίας δεν θα τονώσει τις επενδύσεις και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, αλλά θα καταφέρει ακριβώς το αντίθετο: θα οδηγήσει τους καπιταλιστές στην αναζήτηση μέσων και τρόπων απόκρυψης των χρημάτων τους.

Στην πραγματικότητα αυτά τα «έξυπνα» επιχειρήματα και οι επεξεργασμένες «συγκεκριμένες» προτάσεις από τη μεριά της ηγεσίας του Μπλόκου οφείλονται στην πεποίθηση τους ότι, στην Πορτογαλία του 2011 οι συσχετισμοί δυνάμεων δεν είναι ευνοϊκοί για την πρόταση ενός σοσιαλιστικού προγράμματος. Από ιδεολογικής άποψης είναι φυσικά υπέρ ενός τέτοιου προγράμματος, αλλά υποστηρίζουν ότι δεν είναι δυνατό τώρα. Ο κεντρικός ηγέτης του Μπλόκο, Φραντσίσκο Λούκα , έχει επιχειρηματολογήσει ακριβώς πάνω σ' αυτό με ένα μεγάλο κείμενο στην ιστοσελίδα της τάσης του μέσα στο Μπλόκο, τον Σύνδεσμο για μια Επαναστατική Σοσιαλιστική πολιτική. Σ' αυτό το έγγραφο αναφέρει ότι «αυτό που έχει σημασία τώρα είναι η συγκεκριμένη ισορροπία των δυνάμεων, η οποία υπάρχει τώρα και αυτό που μπορούμε να παράγουμε στο πλαίσιο μιας πολύ δυνατότερης απάντησης της κοινωνίας ενάντια στη δικτατορία του χρέους». Αυτή η «ρεαλιστική» προσέγγιση είναι η αντίληψη που διαπερνά όλες τις πολιτικές της ηγεσίας του Μπλόκου και η οποία τους οδήγησε στην στήριξη της σωτηρίας της Ελλάδας όταν ψηφιζόταν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και πιο πρόσφατα στο να ψηφίσουν υπέρ της ιμπεριαλιστικής ζώνης απαγόρευσης πτήσεων των Ην. Εθνών στην Λιβύη στη σχετική ψηφοφορία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Η πολιτική μιας ηγεσίας, η οποία θεωρεί για τον εαυτό της ότι κινείται στη βάση του επαναστατικού σοσιαλισμού , δεν πρέπει να καθορίζεται από το τί είναι δυνατό εδώ και τώρα σε έναν στενό δρόμο, αλλά από το τί απαιτείται από την αντικειμενική κατάσταση κι έπειτα, φυσικά, πρέπει να βρει επιδέξιους τρόπους για να εξηγήσει μια τέτοια πολιτική και να τη συνδέσει με μεταβατικές διεκδικήσεις, ξεκινώντας από την συγκεκριμένη πείρα του κινήματος των εργαζόμενων και των νέων.

Τα ίδια επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται για να πούμε ότι το χρέος είναι απεχθές ή καταχρηστικό , μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για την αιτιολόγηση της άρνησής του. Τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται για να εξηγήσουμε πώς οι καπιταλιστές έχουν επωφεληθεί από τα χρήματα του κράτους κι από τις φοροαπαλλαγές, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να υποστηρίξουμε την εθνικοποίηση των τραπεζών κάτω από δημοκρατικό εργατικό έλεγχο. Τα αυτά επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται για να κατακρίνουμε τους καπιταλιστές που δεν επενδύουν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για επιχειρηματολογία υπέρ της απαλλοτρίωσης των μέσων παραγωγής ώστε να χρησιμοποιηθούν προς όφελος της πλειοψηφίας.

Τέτοιες ιδέες θα έβρισκαν σπουδαία ανταπόκριση ανάμεσα στα εκατομμύρια εργαζομένων και νέων στην Πορτογαλία, των οποίων η συνείδηση διαμορφώνεται από τα βαριά χτυπήματα της οικονομικής κρίσης και των μέτρων λιτότητας κι από αυτά που βλέπουν να εξελίσσονται στην Ελλάδα, στην Ιταλία και στις Η.Π.Α. επίσης. Μέσα από την δική τους εμπειρία και την συμμετοχή τους στα κινήματα που έλαβαν χώρα στην Πορτογαλία τα τελευταία χρόνια (τη γενική απεργία του Νοεμβρίου του 2010 και το κίνημα των αγανακτισμένων ), πολλοί έχουν ήδη καταλήξει στο συμπέρασμα, με περισσότερο ή λιγότερο σαφή τρόπο, ότι το πρόβλημα είναι το καπιταλιστικό σύστημα. Το καθήκον των επαναστατών σοσιαλιστών είναι σίγουρα το να βοηθήσουν να δοθεί σε αυτή την ενστικτώδη αντίθεση ένα ξεκάθαρο πρόγραμμα και μια πιο λεπτή κατανόηση, όχι με το να βγαίνουμε μπροστά με διεκδικήσεις δήθεν «ρεαλιστικές» και που δήθεν «μπορούν να επιτευχθούν» στα πλαίσια του συστήματος. Αυτός ο «ρεαλισμός» στην πραγματικότητα αγνοεί την αληθινή κρίση του καπιταλισμού, μια κρίση που δεν αφήνει χώρος για μεταρρυθμίσεις εντός του συστήματος.

Δεν θα υπάρξει ποτέ ένας συσχετισμός δυνάμεων ευνοϊκός για την εκτέλεση ενός σοσιαλιστικού προγράμματος, αν δεν επιχειρηματολογήσουμε γι’ αυτό κι αν δεν το συνδέσουμε με τους καθημερινούς αγώνες της εργατικής τάξης. Για του λόγου το αληθές, το Μπλόκο ήδη επικέντρωσε την προεκλογική του εκστρατεία τον Ιούνιο στο ζήτημα της επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους κι έχασε τις μισές από τις 550.000 ψήφους που είχε κερδίσει το 2009. Ασφαλώς, τα μέλη και οι ακτιβιστές του Μπλόκο πρέπει να προβληματιστούν σχετικά με αυτό.

Από την άλλη πλευρά, η ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος, που έχει μια ισχυρή παρουσία στην ηγεσία της συνδικαλιστικής οργάνωσης CGTP, τάσσεται υπέρ μιας εθνικής, στη βάση της, πολιτικής ενάντια στο ευρώ. Ενώ στάθηκαν εξαιρετικά σε κάποια σημεία, καταγγέλλοντας το πακέτο λιτότητας και το γεγονός ότι πρέπει να πληρώσουν οι εργαζόμενοι , η εναλλακτική λύση που προτείνεται δεν χαίρει της σοβαρότητας που η κρίση απαιτεί.

Το Κ.Κ. προτείνει ένα σχέδιο για να «αυξηθούν οι μισθοί και οι συντάξεις, να καταπολεμηθεί η ανασφάλεια και να προστατευτούν τα δικαιώματα των εργαζομένων για να βάλει τέλος στις ιδιωτικοποιήσεις, να προστατέψει τις δημόσιες υπηρεσίες και να ανακτήσει τον έλεγχο του κράτους πάνω σε στρατηγικά κομμάτια της οικονομίας», καθώς «και για να δώσει νέα αξία στις δημόσιες υπηρεσίες». Αλλά όσον αφορά την επεξήγηση του πώς αυτό θα κατασταθεί ικανό, οι προτάσεις δεν ανταποκρίνονται σε όλα τα θεμελιώδη ζητήματα της καπιταλιστικής κρίσης. Η ηγεσία του Κ.Κ. συνηγορεί στην «επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, στην προάσπιση της εθνικής παραγωγής και στην στήριξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων» όλα αυτά παράλληλα «με μια καταδίκη του καπιταλιστικού δρόμου προς της ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και με την προάσπιση της εθνικής κυριαρχίας».
Και πάλι, αυτό το πρόγραμμα είναι πολύ παρόμοιο με το προτεινόμενο από την ηγεσία του Μπλόκου, με τη διαφορά ότι οι ηγέτες του Μπλόκου είναι ευρωπαϊστές, ενώ εκείνοι το ΚΚ τάσσεται με την «εθνική κυριαρχία» και με «μια πατριωτική αριστερή πολιτική για μια Πορτογαλία με μέλλον». Κανένα από αυτά τα σημεία δεν ανταποκρίνεται πραγματικά στο κύριο πρόβλημα: το καπιταλιστικό σύστημα βρίσκεται σε κρίση, οι καπιταλιστές και το κράτος δεν επενδύουν, οικογένειες κι επιχειρήσεις επιβαρύνονται με ένα ογκώδες χρέος, το οποίο είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας να παραταθεί τεχνητά η προηγούμενη περίοδος ανάπτυξης.

Ο πορτογαλικός καπιταλισμός είναι σε μια κρίση, που αποτελεί μια ακόμα πιο οξεία εκδήλωση της γενικότερης κρίσης του καπιταλισμού στην Ευρώπη και παγκόσμια. Υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένων που θα μπορούσαν να τεθούν στην εργασία για την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών για να καλυφθούν οι ανάγκες της πλειοψηφίας του λαού. Το εμπόδιο είναι το γεγονός ότι στα πλαίσια του καπιταλισμού, η παραγωγή λαμβάνει χώρα μόνο με σκοπό το κέρδος κι αν οι καπιταλιστές θεωρούν ότι δεν μπορούν να πουλήσουν τα προϊόντα τους τότε δεν θα επενδύσουν, αλλά αντίθετα, θα καταστρέψουν τις ήδη υπάρχουσες παραγωγικές δυνάμεις . Με σκοπό να ανακτήσουν την κερδοφορία θα προσπαθήσουν να πιέσουν προς τα κάτω τους μισθούς και τις συνθήκες εργασίας προκειμένου να ανταγωνιστούν άλλους καπιταλιστές, εγχώριους και ξένους, στην μάχη για τις αγορές.

Η μόνη διέξοδος από αυτόν τον φαύλο κύκλο είναι να τεθούν τα μέσα παραγωγής (τράπεζες, εργοστάσια) υπό κοινωνική ιδιοκτησία ώστε να υπάρξει ένας δημοκρατικός σχεδιασμός της οικονομίας προς όφελος της πλειοψηφίας. Ο σοσιαλισμός είναι η απάντηση στην καπιταλιστική κρίση, όχι η ενίσχυση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων ή η υπεράσπιση των «εγχώριων» καπιταλιστών έναντι των «ξένων» .

Το ζήτημα της Ευρώπης πρέπει επίσης να αντιμετωπιστεί από αυτή την ταξική σκοπιά. Δεν είμαστε ούτε με την Ε.Ε. (η οποία είναι μια εύθραυστη ένωση καπιταλιστικών οικονομιών κυριαρχούμενη από τους ισχυρότερους Γερμανούς και Γάλλους καπιταλιστές και τραπεζίτες) ούτε όμως υποστηρίζουμε την ιδέα ότι πίσω από τα σύνορα των «ανεξάρτητων'» καπιταλιστικών χωρών μπορούν να προαχθούν τα συμφέροντα των εργαζομένων. Τα συμφέροντα των εργαζομένων βρίσκονται στις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης, σαν μέρος της πάλης για τον διεθνή σοσιαλισμό.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μέσα στους προσεχείς μήνες οι Πορτογάλοι εργαζόμενοι και νέοι θα επιχειρήσουν να αντισταθούν στο βάναυσο πακέτο λιτότητας που επιβάλλεται από την τρόικα και την κυβέρνηση του Πάσσο Κοέλιο. Κατά την διάρκεια αυτής της διαδικασίας θα πρέπει να συζητήσουν ποιό είναι το πρόγραμμα που προσφέρει μια διέξοδο από την οξεία κρίση του καπιταλισμού με την οποία έρχονται αντιμέτωποι. Ελπίζουμε οι παρατηρήσεις μας να μπορέσουν να συμβάλλουν σε έναν τέτοιο δημόσιο διάλογο.

Translation: Μαρξιστική Φωνή (Greece)