Η κρίση του ευρωπαϊκού καπιταλισμού - Μέρος B΄

Το ευρώ και η Ευρωπαϊκή Ένωση πιθανότατα θα επιζήσουν της κρίσης, γιατί οι επιπτώσεις μιας διάσπασης θα είναι πολύ σοβαρές για όλους. Παρ’ όλα αυτά, η κρίση είναι τόσο βαθειά και η εμπιστοσύνη της αστικής τάξης είναι τόσο κλονισμένη, που κάποιοι από τους στρατηγούς του κεφαλαίου έχουν αρχίσει να σκέπτονται το μέχρι χθες αδιανόητο.

Ποιο το μέλλον της Ευρώπης;

Ο Τζώρτζ Φρίντμαν έγραψε στην έγκυρη ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Stratfor, στις 25 Μάη 2010:

«Γυρνάμε στο ζήτημα που έχει προσδιορίσει την Ευρώπη από το 1871, αυτό της θέση της Γερμανίας στην Ευρώπη. Όπως είδαμε κατά την τρέχουσα κρίση, η Γερμανία είναι ξεκάθαρα το οικονομικό κέντρο βάρους στην Ευρώπη και αυτή η κρίση έδειξε ότι τα οικονομικά και πολιτικά θέματα είναι ταυτόσημα. Χωρίς να συμφωνεί η Γερμανία, τίποτα δεν μπορεί να γίνει και αν η Γερμανία θελήσει κάτι αυτό γίνεται. Η Γερμανία έχει τρομερή δύναμη στην Ευρώπη, ακόμα και αν είναι περιορισμένη κύρια σε οικονομικά ζητήματα. Αλλά το ότι η Γερμανία είναι το αφεντικό της Ευρώπης, αυτό κάνει με τον καιρό την Γερμανία το κεντρικό πρόβλημα της Ευρώπης».

Αν η ΕΕ οδεύσει προς τη διάλυση, που θα στραφεί η Γερμανία; Η προφανής απάντηση θα ήταν η Γαλλία. Αλλά ιστορικά, Γαλλία και Γερμανία ήταν αντίπαλοι, ακόμα και αν μέσα στο πλαίσιο της ΕΕ αυτή η αντιπαλότητα συνεχιστεί, με τη Γαλλία να επιδιώκει τη πολιτική και τη στρατιωτική ηγεμονία της Ευρώπης, αφήνοντας στη Γερμανία τα οικονομικά πρωτεία. Και δυστυχώς για τη Γαλλία, η οικονομική ισχύς είναι πάντα αποφασιστικής σημασίας σε τελική ανάλυση.

Τα συμφέροντα της Γαλλίας «κοιτούν» προς το Νότο, προς την Μεσόγειο, την Μέση Ανατολή και την Αφρική. Η Γερμανία αντίθετα, «κοιτάει» προς την Ανατολή, την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, τα Βαλκάνια και τη Ρωσία. Αυτή είναι η κατεύθυνση προς την οποία κοίταζε ο Χίτλερ για το Lebensraum (Ζωτικός χώρος). Αυτό που απέτυχαν να κάνουν με στρατιωτικά μέσα οι Γερμανοί καπιταλιστές, ελπίζουν να το κάνουν με οικονομικά μέσα. Δεν είναι εκτός πραγματικότητας η προοπτική η Γερμανία να επεκτείνει στο μέλλον τις επαφές της με τη Ρωσία, η οποία αντιπροσωπεύει ένα απέραντο πεδίο για αγορές και επενδύσεις, πρώτες ύλες και φθηνή εργατική δύναμη. Αλλά αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την υπαγωγή της Γερμανίας στα Ρώσικα συμφέροντα. Αυτό θα μπορούσε να κάνει την Ουάσιγκτον να δυσφορήσει, αλλά και την υπόλοιπη Ευρώπη, ειδικά την Πολωνία.

Η ενοποίηση της Ευρώπης είναι ένα αναγκαίο καθήκον για να μην μπει η Ευρώπη σε έναν δρόμο αργής και άδοξης παρακμής, όπως συνέβη στην ιμπεριαλιστική Ισπανία, από τον 17ο αιώνα και μετά. Είναι ένα ιστορικά αναπόφευκτο καθήκον, το οποίο ο καπιταλισμός έχει θέσει, αλλά είναι ολοκληρωτικά ανίκανος να εκπληρώσει. Μόνο οι Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης μπορούν να επιτύχουν την ριζική εξάλειψη των συνόρων και να ενώσουν ολόκληρη την Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, της Ουκρανίας και της Τουρκίας. Θα μπορούσαν να κινητοποιήσουν το κολοσσιαίο παραγωγικό δυναμικό, αυτού που στην πραγματικότητα αποτελεί την Ευρασία, ενοποιώντας τις τεράστιες πηγές φυσικού πλούτου και την αγροτική παραγωγή της Ρωσίας και της Ουκρανίας με τις βιομηχανίες της Ευρώπης.

Ληστεύοντας τους φτωχούς για να πληρώσουν τους πλούσιους

Το 1939 οι καπιταλιστές βρήκαν έναν τρόπο να βγουν από την κρίση μέσω του πολέμου. Αλλά αυτός ο δρόμος είναι τώρα κλειστός. Δεν υπάρχει περίπτωση η Ευρώπη να αναλάβει πόλεμο ενάντια στις ΗΠΑ για παράδειγμα ή για να καταλάβει την Ρωσία (όπως προσπάθησε ο Χίτλερ), ακόμα λιγότερο για να κατακτήσει την Κίνα. Η Ευρώπη παρ’ όλη την τεράστια δυναμικότητά της, παραμένει αδύναμη και διασπασμένη, όπως οι μικροσκοπικές Ελληνικές πόλεις – κράτη ήταν διασπασμένες στην Αρχαιότητα, όταν κατέρρευσαν κάτω από την κυριαρχία της Ρώμης.

Η Διεθνής Μαρξιστική Τάση σημείωσε καιρό τώρα, ότι η επόμενη περίοδος θα είναι μια περίοδος πολέμων, επανάστασης και αντεπανάστασης. Η πρόσφατες εξεγέρσεις στο Ιράν, στο Κιργιστάν και στην Ταϋλάνδη από τη μια πλευρά και η κατάσταση στο Ιράκ, το Αφγανιστάν και τη Γάζα από την άλλη, δείχνουν την ορθότητα αυτής της εκτίμησης. Υπάρχει κολοσσιαία αστάθεια σε όλα τα επίπεδα : οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό και στρατιωτικό.

Για λόγους που έχουμε εξηγήσει, ένας παγκόσμιος πόλεμος είναι εκτός ατζέντας στην παρούσα φάση. Αλλά θα υπάρχουν πολλοί μικροί πόλεμοι για αγορές και πηγές φυσικού πλούτου, ειδικά για το πετρέλαιο. Αυτό μπορεί να είναι πηγή διεθνών και εθνικών συγκρούσεων, που αναπόφευκτα θα οδηγούν σε μεγαλύτερες στρατιωτικές δαπάνες. Η αστική τάξη όλων των εθνών προετοιμάζεται για το μέλλον εξοπλιζόμενη «μέχρι τα δόντια».

Κάτω από αυτές τις περιστάσεις, οι αστικές τάξεις της Ευρώπης δεν έχουν εναλλακτική λύση από το να επιτίθενται στην εργατική τάξη. Για τον τελευταίο μισό αιώνα, εξαγόρασαν την κοινωνική ειρήνη παραχωρώντας μεταρρυθμίσεις. Δεν μπορούν να ανεχθούν καμία νέα μεταρρύθμιση από αυτές που κερδήθηκαν τα τελευταία πενήντα χρόνια. Για να διατηρήσουν τα κέρδη τους, πρέπει να καταστρέψουν όλες αυτές τις μεταρρυθμίσεις, τις οποίες οι εργαζόμενοι έχουν συνηθίσει να θεωρούν σαν φυσιολογικές.

Στην πραγματικότητα όμως δεν ήταν φυσιολογικές, αλλά το αποτέλεσμα δεκαετιών ταξικής πάλης. Είναι σημαντικό να θυμηθούμε ότι τα δημοκρατικά δικαιώματα κατακτήθηκαν μέσα από έναν μακρύ και επίπονο αγώνα. Η άρχουσα τάξη που τώρα μιλάει συχνά για την αφοσίωσή της στη δημοκρατία, εναντιώθηκε σε όλες τις δημοκρατικές κατακτήσεις. Και όπως κάθε άλλο αγαθό που κερδήθηκε μέσα από αγώνες, τα δημοκρατικά δικαιώματα των εργατών, είναι κάτω από απειλή. Ειδικά το δικαίωμα στην απεργία και στη διαδήλωση.

Την τελευταία περίοδο το καπιταλιστικό σύστημα προχώρησε πέρα από τα όριά του. Η αχαλίνωτη επέκταση της πίστης (και συνεπώς του χρέους) έσπρωξε τον παγκόσμιο καπιταλισμό στην άβυσσο του χρέους από την οποία τώρα παλεύει να απαλλαγεί. Αλλά κάνοντάς το αυτό, δημιουργεί νέες και αξεπέραστες αντιφάσεις. Η κεντρική αντίφαση είναι ότι η ευρωπαϊκή εργατική τάξη είναι τώρα χιλιάδες φορές δυνατότερη από ότι ήταν τη δεκαετία του 1930.

Η αγροτιά, η βασική κοινωνική εφεδρεία της αντίδρασης, έχει πρακτικά εξαφανιστεί. Στην Ιταλία, την Ισπανία και την Ελλάδα, οι αγρότες ήταν πλειοψηφία, ενώ ακόμα και στη Γαλλία και τη Γερμανία ήταν μια αξιοσημείωτη δύναμη, όχι πολύ καιρό πριν. Τώρα είναι μια μικροσκοπική μειοψηφία και η εργατική τάξη είναι μια αποφασιστική πλειοψηφία. Οι εργατικές οργανώσεις είναι ανέπαφες και δεν έχουν υποστεί μια αποφασιστική ήττα από το 1945 και μετά. Οι φοιτητές που την δεκαετία του 1930 ήταν ένα προνομιακό στρώμα για τον φασισμό, έχουν κινηθεί προς τ’ αριστερά και τώρα είναι ένας προνομιακός χώρος για την επανάσταση, όπως συνέβαινε στην Τσαρική Ρωσία.

Με δεδομένο αυτό τον ταξικό συσχετισμό δύναμης, η αστική τάξη ατενίζει με τρόμο την προοπτική μιας συνολικής σύγκρουσης ανάμεσα στις τάξεις. Αλλά δεν έχουν εναλλακτική λύση. Η κύρια τάση είναι αυτή μιας πολύ αδύναμης ανάκαμψης, συνδυασμένης με υψηλά επίπεδα ανεργίας και τρομερές επιθέσεις στο βιοτικό επίπεδο των εργαζόμενων και των μικροαστών, των ανέργων, των γέρων και των ανήμπορων. Τα φτωχότερα στρώματα της κοινωνίας θα υποχρεωθούν να πληρώσουν το λογαριασμό για την κρίση του καπιταλισμού. Αυτό το γεγονός, από μόνο του θα έχει βαθύτατες συνέπειες.

Για μια ολόκληρη ιστορική περίοδο, η αστική τάξη είχε να βασιστεί στην υποστήριξη των ρεφορμιστών ηγετών των συνδικάτων και των μαζικών εργατικών κομμάτων. Αλλά στο τέλος, αυτή η βάση δεν θα είναι βιώσιμη. Η κρίση του καπιταλισμού γίνεται κρίση του ρεφορμισμού. Για δεκαετίες η κοινωνική βάση των ρεφορμιστών ισχυροποιήθηκε στο εργατικό κίνημα, με τίμημα το αδυνάτισμα της επαναστατικής πτέρυγας και την περιθωριοποίησή της. Οι εργάτες είναι πρακτικοί άνθρωποι. Αν όπως οι ρεφορμιστές τους λένε, είναι δυνατό να εκπληρωθούν οι επιθυμίες τους μέσα στον καπιταλισμού, τότε γιατί να στραφούν προς όλα αυτά τα βάσανα και τον πόνο της επανάστασης;

Τα ρεφορμιστικά επιχειρήματα έχουν ουσία από τη στιγμή που οι ρεφορμιστές πραγματοποιούν όσα υπόσχονται. Αλλά ο ρεφορμισμός χωρίς μεταρρυθμίσεις δεν έχει νόημα. Αυτό είναι το μάθημα που ο Έλληνας πρωθυπουργός Παπανδρέου έμαθε επίπονα. Οι Έλληνες εργαζόμενοι ψήφισαν μαζικά το ΠΑΣΟΚ στις τελευταίες εκλογές, επειδή έλπισαν ότι οι Σοσιαλιστές θα προστατέψουν το βιοτικό τους επίπεδο. Αλλά το βάθος της κρίσης του ελληνικού καπιταλισμού ματαίωσε κάτι τέτοιο.

Source: Μαρξιστική Φωνή (Greece)