Συμπεράσματα από τον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών στη Γαλλία

Ο πρώτος γύρος των βουλευτικών εκλογών σημαδεύτηκε από νέο ρεκόρ αποχής: 52,5%, έναντι 51,3% το 2017 και 42,8% το 2012. Όταν φτάσει σε τέτοια επίπεδα, η αποχή γίνεται το σημαντικότερο στοιχείο του αποτελέσματος.

Πολλοί «ειδικοί» επισημαίνουν ότι μόλις τελειώσουν οι προεδρικές εκλογές, πολλοί ψηφοφόροι θεωρούν ότι το αποτέλεσμα έχει καθοριστεί και χάνουν το ενδιαφέρον τους για τις κοινοβουλευτικές εκλογές. Χωρίς αμφιβολία ισχύει κάτι τέτοιο, αλλά το γεγονός ότι η αποχή είναι τόσο υψηλή μας δείχνει πως το κοινοβούλιο, ως θεσμός, είναι βαθιά απαξιωμένος στο μυαλό εκατομμυρίων ψηφοφόρων. Πέρα από το κοινοβούλιο, είναι ολόκληρο το πολιτικό σύστημα που απορρίπτει μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Με άλλα λόγια, η μαζική αποχή είναι η έκφραση μιας κρίσης του καθεστώτος του γαλλικού καπιταλισμού. Ωστόσο, αυτή η κρίση του καθεστώτος, που έχει τις ρίζες της στη βαθιά κρίση του ίδιου του συστήματος, μπορεί μόνο να επιδεινωθεί τα επόμενα χρόνια.

Το 2017, ο Μακρόν έλαβε το 24% των ψήφων στις προεδρικές εκλογές και τη LREM (η Δημοκρατία Μπροστά) 28,2% στις βουλευτικές εκλογές. Αυτή τη φορά, η LREM κέρδισε το 25,75% των ψήφων στις βουλευτικές εκλογές, ενώ ο Μακρόν είχε λάβει το 27,8% στις 10 Απριλίου (προεδρικές εκλογές). Με άλλα λόγια, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη το 2017, η LREM δεν ενισχύεται –αλλά, αντίθετα αποδυναμώνεται στις βουλευτικές εκλογές σε σχέση με το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών. Αυτό είναι άνευ προηγουμένου για βουλευτικές εκλογές που διεξάγονται  αμέσως μετά τις προεδρικές εκλογές. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει, για άλλη μια φορά, το πόσο εύθραυστη είναι η θέση του Μακρόν.

H NUPES (εκλογική συμμαχία Ανυπότακτης Γαλλίας, Σοσιαλιστικού Κόμματος, Κομμουνιστικού Κόμματος και Πρασίνων) με το 25,66% των ψήφων που έλαβε σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Υπουργείου Εσωτερικών προκρίθηκε στον δεύτερο γύρο σε σχεδόν 400 εκλογικές περιφέρειες (Σημείωση της «Ε»: η NUPES τελικά αμφισβήτησε αυτό το αποτέλεσμα καταγγέλλοντας ότι δεν προσμετρήθηκαν τα περιφερειακά κόμματα, αλλά και υποψήφιοι που από την αρχή είχαν καταγραφεί ως υποψήφιοι της Συμμαχίας. Η κυβέρνηση τους παρουσίασε ως ανεξάρτητους αφαιρώντας 44.120 ψήφους υπέρ του NUPES που σε διαφορετική περίπτωση θα το έφερνε πρώτο κόμμα). Είναι ήδη σίγουρο πως θα λάβει ένα πολύ καλύτερο αποτέλεσμα, σε αριθμό εδρών, από τα αποτελέσματα που έλαβαν χωριστά η FI (Ανυπότακτη Γαλλία), το PS (Σοσιαλιστικό Κόμμα), οι Πράσινοι και το PCF (Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα) το 2017: εκείνη την περίοδο, περίπου 150 υποψήφιοι αυτών των κομμάτων είχαν προκριθεί στον δεύτερο γύρο.

Μπορεί η NUPES να κερδίσει την πλειοψηφία των εδρών την επόμενη Κυριακή; Όλες οι εταιρίες  δημοσκοπήσεων λένε πως όχι. Προβλέπουν πλειοψηφία (απόλυτη ή σχετική) για τη LREM. Αλλά στο παρελθόν, τα ίδια ινστιτούτα έκαναν σημαντικά λάθη, και όχι λίγα. Αυτές οι προβλέψεις προϋποθέτουν τη σωστή εκτίμηση στα επίπεδα συμμετοχής και τις μετακινήσεις ψήφων που είναι ακόμη πιο δύσκολο να προβλεφθούν, καθώς μπορεί να διαφέρουν σημαντικά από τη μια εκλογική περιφέρεια στην άλλη. Ωστόσο, δεν αποκλείεται να ηττηθεί το κόμμα του Μακρόν αν κινητοποιηθεί ένας συγκεκριμένος αριθμός όσων απείχαν στον πρώτο γύρο, ή ακόμα αν έχουμε μία στροφή ψηφοφόρων του RN (Εθνικού Συναγερμού), υπέρ της NUPES. Σε τί βαθμό θα συμβεί κάτι τέτοιο; Αυτό είναι όλο το ζήτημα που θα κρίνει την έκβαση του δεύτερου γύρου.

Αντιμέτωποι με τη NUPES, οι υποψήφιοι της LREM έχουν μια προφανή δεξαμενή ψήφων υποστήριξης  στο εκλογικό σώμα των Ρεπουμπλικανών και της UDI, που συγκεντρώνουν το 11,3% των ψήφων (έναντι 18,8% το 2017). Οι «προβλέψεις» των εταιριών δημοσκοπήσεων βασίζονται ουσιαστικά σε αυτό το στοιχείο και στην υπόθεση σταθερής, ή και μεγαλύτερης, αποχής στον δεύτερο γύρο. Πράγματι, επειδή ο RN αποκλείστηκε στην πλειονότητα των εκλογικών περιφερειών, πολλοί από τους ψηφοφόρους του στον πρώτο γύρο θα απέχουν στον δεύτερο. Η συμπεριφορά των ψηφοφόρων του RN την ερχόμενη Κυριακή θα είναι επίσης ένας από τους καθοριστικούς παράγοντες για το αποτέλεσμα. Παρεμπιπτόντως, παρατηρούμε ότι η LREM δε θέτει ένα «δημοκρατικό μέτωπο ενάντια στον RN» όταν ο τελευταίος αναμετράται με τη NUPES. Για τη LREM, το «δημοκρατικό μέτωπο ενάντια στον RN» είναι καλό μόνο εάν λειτουργεί προς όφελός του. Αυτή η υποκρισία υπογραμμίζει το πόσο λάθος ήταν η στήριξη της ιδέας του «δημοκρατικού μετώπου» προς όφελος του Μακρόν από την Αριστερά, στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών.

Με 18,7% των ψήφων, ο RN βελτιώνει σαφώς το αποτέλεσμά του σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2017 (13,2%). Φαίνεται σίγουρο ότι το κόμμα της Μαρίν Λεπέν θα μπορέσει να σχηματίσει κοινοβουλευτική ομάδα, για πρώτη φορά από το 1986 [1]. Αν προσθέσουμε το 4,2% του κόμματος του Έρικ Ζεμούρ, η ακροδεξιά αγγίζει το 22,9% των ψήφων. Με άλλα λόγια, ο πρώτος γύρος των βουλευτικών εκλογών αντανακλά την αυξανόμενη πολιτική πόλωση, η οποία είχε ήδη εκδηλωθεί ξεκάθαρα στις 10 Απριλίου.

Για άλλη μια φορά, δεδομένης της δεξαμενής ψήφων που διαθέτει η LREM, η NUPES μπορεί να κερδίσει την Κυριακή μόνο εάν καταφέρει να κινητοποιήσει αρκετούς απέχοντες από τον πρώτο γύρο και να κερδίσει ψηφοφόρους του RN. Αλλά απέχει πολύ από το να το πετύχει. Όπως τονίσαμε πριν από τον πρώτο γύρο, η NUPES – δηλαδή μια συμμαχία της FI με απαξιωμένα κόμματα – δεν μπορεί να προκαλέσει μεγάλο ενθουσιασμό σε εκατομμύρια εργαζομένους, ανέργους και συνταξιούχους. Παρομοίως, πολλοί ψηφοφόροι παρατηρούν με σκεπτικισμό αυτή την «Ενωμένη Αριστερά», της οποίας οι συνιστώσες έχουν θεμελιώδεις προγραμματικές διαφορές.

Παρότι η «Ενωμένη Αριστερά» στον πρώτο γύρο αποδείχθηκε πολύ αποτελεσματική σε ό,τι αφορά την πρόκριση στον δεύτερο γύρο, πρέπει να δούμε πιο προσεκτικά το αποτέλεσμα της NUPES. Αυτό το αποτέλεσμα πρέπει να το εξετάσουμε υπό το πρίσμα της υψηλής αποχής. Ένας μεγάλος αριθμός ψηφοφόρων του Μελανσόν στις 10 Απριλίου δεν κινητοποιήθηκε την Κυριακή (πιθανώς σχεδόν οι μισοί πήγαν να ψηφίσουν). Πρέπει λοιπόν να δούμε την εκλογική δυναμική ως προς τον αριθμό των ψήφων, που είναι και το πιο σημαντικό στοιχείο.

Στον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών του 2017, οι υποψήφιοι της FI, του PS, του PCF και των Πρασίνων είχαν συγκεντρώσει συνολικά 5,77 εκατομμύρια ψήφους. Αυτή τη φορά οι υποψήφιοι της NUPES συγκεντρώνουν 5,83 εκατομμύρια ψήφους σύμφωνα με το υπουργείο Εσωτερικών και 6,1 εκατομμύρια σύμφωνα με την  Ανυπότακτη Γαλλία (FI). Ακόμη και αν λάβουμε υπόψη αυτό το τελευταίο νούμερο, που είναι αναμφίβολα πιο ακριβές, παραμένει το γεγονός ότι η «Ενωμένη Αριστερά» δεν δημιούργησε ισχυρή εκλογική δυναμική ως προς τον αριθμό των ψήφων.

Η Révolution (Επανάσταση – γαλλικό τμήμα της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης) καλεί σε ψήφο για τους υποψηφίους με τη NUPES που προκρίθηκαν στον δεύτερο γύρο. Πρέπει να κινητοποιηθούμε για να νικήσουμε τη LREM – ή, αν δεν γίνει αυτό, να μειώσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο τα ποσοστά της Δεξιάς και της ακροδεξιάς στην Εθνοσυνέλευση. Ειδικότερα, η εκλογή μεγάλου αριθμού «ανυπότακτων» βουλευτών θα ήταν ένα πολύ καλό αποτέλεσμα – με μια προϋπόθεση: η ηγεσία της FI να εξάγει τα απαραίτητα μαθήματα της τελευταίας πενταετίας, δηλαδή να στραφεί προς τα αριστερά, να ριζοσπαστικοποιήσει το πρόγραμμά της, να μετατρέψει το «κίνημα» σε ένα δημοκρατικό κόμμα και, τέλος, να συνδυάσει την κοινοβουλευτική αντιπολίτευση με εξωκοινοβουλευτικές κινητοποιήσεις στο δρόμο.

Ο Μακρόν στοχεύει στην αυτοδυναμία στην Εθνοσυνέλευση. Αυτή τη στιγμή, δεν είναι καθόλου εγγυημένο ότι θα την πετύχει. Ωστόσο, εάν αποκτήσει μόνο σχετική πλειοψηφία, ο Μακρόν θα βασιστεί στους Ρεπουμπλικάνους βουλευτές για να στηρίξουν την πολιτική του: έχουν τις ίδιες αντιδραστικές ιδέες και πρόγραμμα. Ο Μακρόν θα μπορούσε να βρει υποστήριξη μεταξύ ορισμένων βουλευτών από το PS και τους Πράσινους. Εάν η LREM έχει μόνο σχετική πλειοψηφία, την ερχόμενη Κυριακή το κύριο πρόβλημα του Μακρόν δεν θα είναι στην Εθνοσυνέλευση, θα είναι στους δρόμους, στις κινητοποιήσεις της νεολαίας και της εργατικής τάξης που, εν μέσω πληθωρισμού και αντιμεταρρυθμίσεων, είναι σίγουρο πως θα ξεσπάσουν. Σε αυτό το πλαίσιο, εάν η FI θέλει να παίξει έναν ρόλο ανάλογο με την επιρροή της, θα πρέπει να ρίξει όλο της το βάρος στην ανάπτυξη μεγάλων κοινωνικών αγώνων.