Γενική απεργία: μαζικό μήνυμα απαίτησης για κλιμάκωση

Η χθεσινή γενική απεργία των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ ήταν μια ακόμα μεγάλη σε συμμετοχή κινητοποίηση της εργατική τάξης, που έδειξε – όπως αντίστοιχα συνέβη και στις 15 του περασμένου Δεκέμβρη - ότι η τάξη μετά από ένα μικρό διάλλειμα υποχώρησης που σηματοδότησε η ήττα του περασμένου καλοκαιριού, ανακάμπτει αγωνιστικά

Η συμμετοχή και το κλίμα

Η συμμετοχή στην απεργία ήταν σχεδόν καθολική σε όλους τους μαζικούς εργατικούς χώρους. Στα διυλιστήρια, τα ναυπηγεία, τις μεταφορές, τα πλοία, τα λιμάνια, τη χαλυβουργία, την οικοδομή, τις τράπεζες, τη ΔΕΗ, τον ΟΤΕ, τα ΕΛΤΑ και την ΕΥΔΑΠ, η συμμετοχή έφθασε κοντά στο 100%. Τα σχολεία παρέμειναν κλειστά, οι συγκοινωνίες «τράβηξαν χειρόφρενο», κανένα ακτοπλοϊκό δρομολόγιο δεν πραγματοποιήθηκε και περισσότερες από 100 πτήσεις ακυρώθηκαν. Οι τράπεζες υπολειτούργησαν, ενώ κατά τη διάρκεια της απεργίας δεν μεταδόθηκε καμία είδηση λόγω της συμμετοχής των δημοσιογράφων. Επίσης στην απεργία συμμετείχαν και οι νοσοκομειακοί γιατροί και το προσωπικό του ΕΚΑΒ.

Αξιοσημείωτο στοιχείο της χθεσινής κινητοποίησης ήταν και η συμπαράταξη των εμπόρων, που «κατέβασαν ρολά» σε πολλά από τα εμπορικά καταστήματα της χώρας, με απόφαση της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ).

Στο πλαίσιο της γενικής απεργίας, πραγματοποιήθηκαν μαζικές διαδηλώσεις στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη, καθώς και σε πάνω από 60 άλλες πόλεις της χώρας.

Η συμμετοχή στις διαδηλώσεις στην Αθήνα σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των συνδικάτων, καθώς και πολλών από τους διαδηλωτές, ήταν πάνω από 70.000 άτομα αθροιστικά και για τις δύο συγκεντρώσεις, δηλαδή της ΓΣΕΕ και του ΠΑΜΕ (το πρακτορείο «Ρόιτερ» έκανε λόγο για 100.000 διαδηλωτές) , με τους διαδηλωτές της πρώτης συγκέντρωσης να είναι υπερδιπλάσιοι από εκείνους της δεύτερης. Την ίδια στιγμή όμως, πρέπει να σημειώσουμε ότι για μια ακόμα φορά, η πλειοψηφία των εργαζόμενων που συμμετείχαν στη συγκέντρωση της ΓΣΕΕ κατευθύνθηκε προς την πλευρά του Μουσείου, προτιμώντας να πορευθεί με τις δυνάμεις του συντονιστικού πρωτοβάθμιων σωματείων που συγκροτείται κύρια από δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της ευρύτερης αριστεράς. Με αυτή την έννοια, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΠΑΣΚΕ βίωσε ξανά μια σχετική απομόνωση από το κύριο σώμα των διαδηλωτών, εκτός του στενού πυρήνα των συνδικάτων του δημόσιου τομέα.

Το κλίμα στις διαδηλώσεις της Αθήνας ήταν ακόμα πιο μαχητικό από τις προηγούμενες γενικές απεργίες και στις συζητήσεις με τους διαδηλωτές κάποιος μπορούσε να διακρίνει λιγότερη σύγχυση συγκριτικά με τις προθέσεις τις κυβέρνησης, μεγαλύτερη αποφασιστικότητα, περισσότερη πίστη στην αναγκαιότητα να κλιμακωθεί ο αγώνας, μεγαλύτερη δυσπιστία για την συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Κύρια στα πιο νεολαιίστικα τμήματα των διαδηλωτών, ήταν εμφανής η επίδραση των δραματικών γεγονότων της Αραβικής επανάστασης και μια τάση το κίνημα στην Ελλάδα να εμπνευστεί από τον ηρωισμό της.

Ορισμένα από τα συνθήματα που κυριάρχησαν χθες ήταν : «Οργή λαού, εξέγερση παντού-να διώξουμε κυβέρνηση Ε.Ε. και ΔΝΤ!», «Ψεύτες – ψεύτες!», «Δε σας θέλει ο λαός, Το μνημόνιο και μπρος», « Όλοι – Μαζί. Να φύγει η κυβέρνηση και οι τροϊκανοί», «Ο ξεσηκωμός τη λύση θα τη φέρει, Θα φύγουνε και θα ΄ναι μέρα μεσημέρι», «Η αλληλεγγύη το όπλο του λαού, Κάτω η χούντα Ε.Ε. και Δ.Ν.Τ!».

Η καταστολή και το ζήτημα της παραμονής στο Σύνταγμα

Για άλλη μια φορά τους τελευταίους μήνες, η Αστυνομία έδειξε ξεκάθαρα τις προθέσεις της να διαλύσει την διαδήλωση, μέσα από την εφαρμογή ενός σχεδίου προβοκάτσιας με κουκουλοφόρους και με εκτεταμένη, αλλά μεθοδική χρήση χημικών. Από την άλλη πλευρά, για άλλη μια φορά επίσης, σε ένα μεγαλύτερο μέρος διαδηλωτών χωρίς σχέση με τον αναρχικό – αντιεξουσιαστικό χώρο, νεολαίων και εργαζόμενων ακόμα και προχωρημένης ηλικίας, ήταν εμφανής η διάθεση να εκφράσουν την οργή τους συγκρουόμενοι με την αστυνομία, φαινόμενο που αντανακλά τα αυξημένα επίπεδα οργής για την κυβέρνηση και την πολιτική της που αναπτύσσονται στη συνείδηση των μαζών.

Ο προφανής στόχος της χθεσινής εκτεταμένης καταστολής, που είχε σαν αποτέλεσμα τη σύλληψη 26 διαδηλωτών, ήταν αφενός να δοθεί ένα ακόμα σκληρό «μάθημα» καταστολής για να τρομοκρατηθεί το κίνημα και αφετέρου να διαλυθεί γρήγορα η διαδήλωση και να ματαιωθούν τα σχέδια διαφόρων αριστερών συσπειρώσεων και πολιτικών ομάδων με χαρακτηριστικότερο το «Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής» του οποίου ηγείται ο Αλέκος Αλαβάνος για την παραμονή των διαδηλωτών στο Σύνταγμα μετά το τέλος της πορείας.

Πρέπει να επισημάνουμε εδώ, ότι πάνω σε αυτό το ζήτημα, φάνηκε ότι δεν υπήρχε στοιχειώδης συντονισμός των ηγεσιών των αριστερών κομμάτων και των συνδικάτων, με αποτέλεσμα μόνο μια μειοψηφία των οργανωμένων δυνάμεων της διαδήλωσης να προσανατολιστεί σε παραμονή στο Σύνταγμα. Εκτός από το ότι η έκκληση παραμονής στο Σύνταγμα υπονομεύθηκε από την έλλειψη συντονισμού και πρακτικά, από την μετατροπή της πλατείας σε πεδίο βολής δακρυγόνων, αυτή καθαυτή η έκκληση δεν φάνηκε και δεν ήταν ικανή να ενθουσιάσει τους διαδηλωτές, καθώς δεν έδινε καμία πρακτική και συγκεκριμένη προοπτική  στον αγώνα και έτσι ηχούσε στα αυτιά των διαδηλωτών δύσπιστα, σαν ένα συναισθηματικό (ακόμα και πολιτικάντικο)  «πυροτέχνημα».

Είναι άλλο πράγμα, σαν αποτέλεσμα της ίδιας της διάθεσης του κινήματος οι μάζες των διαδηλωτών να εκδηλώσουν την αυθόρμητη διάθεση να παραμείνουν στους δρόμους και πάνω στη βάση αυτής της διάθεσης να αρχίζει να οργανώνεται το κίνημα σε ένα ανώτερο επίπεδο με την αποφασιστική  συμβολή της Αριστεράς και είναι άλλο πράγμα, να μην υπάρχει μια τέτοια διάθεση και να επιχειρηθεί να δημιουργηθεί τεχνητά μέσα από συναισθηματικές εκκλήσεις ενός μικρού μέρους των δυνάμεων της Αριστεράς, οι οποίες δεν εξηγούν το πιο σημαντικό : τι πρέπει να γίνει μετά;

Η Αριστερά χθες θα είχε νόημα και θα μπορούσε να έχει κρατήσει τον κόσμο συγκεντρωμένο στην πλατεία Συντάγματος αν : α) είχε συντονιστεί το ΚΚΕ με τον ΣΥΡΙΖΑ και τις υπόλοιπες αριστερές δυνάμεις, οργανώνοντας σοβαρά την περιφρούρηση της διαδήλωσης από τους προβοκάτορες και την αστυνομική βία, β) είχε δοθεί ένα πρακτικό περιεχόμενο στην παραμονή στο Σύνταγμα π.χ με μια πολύωρη συναυλία καλά οργανωμένη και περιφρουρημένη, γ) και πάνω από όλα, αν όλα αυτά είχαν γίνει πάνω στην βάση της υπεράσπισης και προώθησης ενός σχεδίου για την άμεση κλιμάκωση του αγώνα, με συγκεκριμένες προτάσεις για το πώς αυτός θα οργανωθεί σε κεντρικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο εργατικών χώρων και γειτονιών.

Τι πρέπει να γίνει τώρα

Η μεγάλη και μαχητική συμμετοχή στην χθεσινή γενική απεργία, έκανε ξεκάθαρο ότι η διάθεση για αγώνα αυξάνεται στις τάξεις των εργαζόμενων και της νεολαίας. Η κυβέρνηση και η αστική τάξη βλέπουν τους φόβους τους για μια νέα ανάκαμψη του εργατικού αγώνα να πραγματοποιούνται. Από την άλλη πλευρά η συνδικαλιστική. γραφειοκρατία δεν έχει πια κανένα πρακτικό άλλοθι για να μην κλιμακώσει τον αγώνα. Η αντικειμενική βάση για την άμεση  αντικατάσταση των έως σήμερα αποσπασματικών και εκτονωτικών απεργιακών κινητοποιήσεων από ένα πρόγραμμα συντονισμένου και ενωτικού αγώνα, που θα κλιμακώνεται με την ενεργή συμμετοχή των εργαζόμενων στους εργατικού χώρους και τις γειτονιές υπάρχει: οι εργαζόμενοι αποδεδειγμένα θέλουν να αγωνιστούν. Συνεπώς αυτό που πρέπει να γίνει τώρα είναι :

1) Να διεξαχθούν  συνελεύσεις σε όλους τους εργατικούς χώρους για να βγουν τα συμπεράσματα από την γενική απεργία και για να ληφθούν αποφάσεις για κλιμάκωση του αγώνα.

2) Να υπάρξει άμεσα ενιαίος συντονισμός των κλάδων που βρίσκονται σε κινητοποιήσεις και είναι άμεσα στο στόχαστρο, ΔΕΚΟ – συγκοινωνίες - επιχειρήσεις που απολύουν και μειώνουν μισθούς, όπως η Ιντρακόμ.

3) Μέσα από σχετικές αποφάσεις στις συνελεύσεις σε κάθε εργατικό χώρο, πρέπει να απαιτηθεί από την συνδικαλιστική ηγεσία να διαμορφώσει άμεσα ένα σχέδιο κλιμάκωσης του αγώνα, με σοβαρή προετοιμασία για μια 48ωρη γενική απεργία μέσα στον Μάρτη, με καμπάνια σε όλους τους εργατικούς χώρους και με κύριες διεκδικήσεις: την κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων των τελευταίων χρόνων, τη ματαίωση των ιδιωτικοποιήσεων, την απαγόρευση απολύσεων και την εφαρμογή 35ώρου - 5νθημέρου - 7ώρου ενάντια στην ανεργία, την αύξηση των μισθών και των συντάξεων στα όρια μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης με πόρους που μπορούν να βρεθούν άμεσα από την άρνηση πληρωμής - διαγραφή του ληστρικού δημόσιου χρέους και την εθνικοποίηση των τραπεζών και των υπόλοιπων στρατηγικών τομέων της οικονομίας, με εργατικό έλεγχο και διαχείριση.

4) Ακόμα και οι πιο επιτυχημένες γενικές απεργίες θέτουν, αλλά δεν λύνουν το πρόβλημα. Δεν αρκεί η Αριστερά να φωνάζει να φύγει η κυβέρνηση Παπανδρέου. Αυτό που πρέπει να πούμε συγκεκριμένα στους εργαζόμενους είναι με ποια κυβέρνηση μπορεί άμεσα αυτή να αντικατασταθεί. Έτσι το κύριο πολιτικό καθήκον είναι η κοινή δράση ΚΚΕ-ΣΥΡΙΖΑ-αριστερών διαφωνούντων της ΠΑΣΚΕ και του ΠΑΣΟΚ, καθώς και των υπόλοιπων αριστερών δυνάμεων (ΑΝΤΑΡΣΥΑ κλπ), στους εργατικούς χώρους και στις γειτονιές, για να συμβάλουμε πιο αποτελεσματικά στην απόκρουση της επίθεσης του κεφαλαίου και να δημιουργήσουμε από τώρα μια πολιτική προοπτική εξουσίας για το κίνημα, διακηρύσσοντας συγκεκριμένα ότι παλεύουμε για την εκλογή μιας κυβέρνησης της Αριστεράς που θα εφαρμόσει ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα.

Μαρξιστική Φωνή