Βενεζουέλα: Τι σημαίνει η ήττα στο δημοψήφισμα;

Greek translation of Venezuela: The referendum defeat - What does it mean? (December 3, 2007)

Κατά τη 1 π.μ., μετά από μεγάλη καθυστέρηση, η Εθνική Εκλογική Επιτροπή της Βενεζουέλας ανακοίνωσε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για τη συνταγματική αλλαγή. Οι προτάσεις για συνταγματική αλλαγή υπέστησαν οριακή ήττα με 4.504.354 ψήφους κατά (50,70%) και 4.379.392 (49,29%) υπέρ. Μετά από λίγο ο πρόεδρος Τσάβες εμφανίστηκε στην τηλεόραση και αποδέχτηκε το αποτέλεσμα. Είπε πως οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις δεν έγιναν δεχτές «προς το παρόν», αλλά θα συνεχίσει να αγωνίζεται για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού.

Το αποτέλεσμα, όπως αναμενόταν, έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από τη δεξιά αντιπολίτευση και το σύνολο των αντιδραστικών δυνάμεων. Για πρώτη φορά μετά από σχεδόν μία δεκαετία πέτυχαν μία νίκη. Υπήρχαν σκηνές πανηγυρισμών στις εύπορες, μεσοαστικές περιοχές του Καράκας. «Επιτέλους δείξαμε πως ο Τσάβες μπορεί να νικηθεί! Επιτέλους το κατρακύλισμα προς τον κομμουνισμό σταμάτησε! Επιτέλους δώσαμε στο όχλο ένα μάθημα

Η χαρά των αντιδραστικών είναι εξίσου πρόωρη όσο και υπερβολική. Μια ματιά στα αποτελέσματα δείχνει πως η εκλογική ισχύς της αντιπολίτευσης αυξήθηκε ελάχιστα. Εάν συγκρίνει κανείς αυτά τα αποτελέσματα (με καταμετρημένο το 88% των ψήφων) με τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών του 2006, η αντιπολίτευση αύξησε τη δύναμή της κατά 100,000 περίπου ψήφους, αλλά ο Τσάβες έχασε 2,8 εκατομμύρια. Αυτοί οι ψήφοι δεν πήγαν στην αντιπολίτευση αλλά στην αποχή. Αυτό σημαίνει πως η υποστήριξη υπέρ της αντεπανάστασης δεν αυξήθηκε σε σχέση με το υψηλότερο σημείο που είχε φτάσει πριν από ένα χρόνο.

Πώς η αστική τάξη «πληροφορεί» την κοινή γνώμη

Μια σειρά από παράγοντες συντέλεσαν σε αυτό το αποτέλεσμα. Η αστική τάξη διαθέτει στα χέρια της πανίσχυρα εργαλεία για τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Οργάνωσαν την κινητοποίηση των αντιδραστικών ΜΜΕ σε μια υστερική καμπάνια ψεύδους και συκοφαντίας ενάντια στον Τσάβες, την Επανάσταση και το σοσιαλισμό. Αυτή η καμπάνια της αντιδραστικής αντιπολίτευσης που έσπειρε το φόβο και την ανασφάλεια, αναμφισβήτητα είχε κάποια επιρροή στα πιο καθυστερημένα τμήματα του πληθυσμού.

Η πίεση ήταν αδυσώπητη. Η Καθολική Εκκλησία, υπό την ηγεσία του αντιδραστικού Επισκοπικού Συμβουλίου, κήρυσσε απειλές από άμβωνος ενάντια στον Τσάβες και στον «άθεο κομμουνισμό». Υπήρχε μια δισέλιδη διαφήμιση στην εφημερίδα Ultimas Noticias, μιας από τις πιο διαδεδομένες εφημερίδες στη Βενεζουέλα και την οποία διαβάζουν οι περισσότεροι οπαδοί της επανάστασης. Ανάμεσα στα άλλα υποστήριζε πως το Κράτος θα πάρει τα παιδιά από τους γονείς τους και θα ανήκουν στο Κράτος, ενώ η ανεξιθρησκεία θα καταργηθεί.

Στο Carabobo, στην περιφερειακή εφημερίδα Notitarde δημοσιεύτηκε ένα εκλογικό πρωτοσέλιδο το οποίο έλεγε, «Σήμερα αποφασίζετε και θα είναι μια απόφαση παντοτινή» και ακριβώς από κάτω μια εικόνα που έδειχνε ένα άδειο κρεοπωλείο με τη σημαία της Κούβας και μια εικόνα του Κάστρο και τον τίτλο «να πώς είναι σήμερα η σοσιαλιστική Κούβα».

Όλα αυτά φανερώνουν πόσο υποκριτική ήταν η καμπάνια στα διεθνή ΜΜΕ, όπου υποστηριζόταν πως «δεν υπάρχει ελευθερία του τύπου σήμερα στη Βενεζουέλα». Αυτή η θορυβώδης καμπάνια έφτασε στο αποκορύφωμά της λίγους μήνες νωρίτερα όταν η κυβέρνηση αποφάσισε να μην ανανεώσει την άδεια λειτουργίας του RCTV, ενός δεξιού τηλεοπτικού σταθμού ο οποίος αποτελούσε την περιβόητη φωλιά των συνωμοτών της αντεπανάστασης, οι οποίοι έπαιξαν ρόλο κλειδί στο πραξικόπημα του Απρίλη του 2002.

Το πρόβλημα δεν είναι πως η Επανάσταση περιόρισε τα δημοκρατικά δικαιώματα της αντιπολίτευσης και τσαλαπάτησε την «ελευθερία του Τύπου». Το πρόβλημα είναι πως η Επανάσταση υπήρξε ιδιαίτερα γενναιόδωρη απέναντι στους εχθρούς της και υπερβολικά ανεκτική, υπερβολικά ευπρεπής. Άφησε μεγάλη εξουσία στα χέρια της ολιγαρχίας και των συντελεστών της. Έβαλε ένα όπλο στα χέρια τους, το οποίο αυτοί χρησιμοποιούν πολύ αποτελεσματικά για να σαμποτάρουν την επανάσταση, να διακόψουν την πορεία της και τελικά να τη καταστρέψουν.

Η αποχή

Όλα τα παραπάνω είναι αληθή, αλλά δεν απαντάνε στο ερώτημα γιατί κέρδισε το «όχι». Το βασικό στοιχείο στην εξίσωση ήταν η αποχή: ένας μεγάλος αριθμός φίλων του Τσάβες δεν έκανε τον κόπο να πάει να ψηφίσει. Η ερώτηση πρέπει να γίνει: γιατί δεν ψήφισαν; Οι γραφειοκράτες και οι κυνικοί της μεσαίας τάξης θα κατηγορήσουν τις μάζες για τη δήθεν αδιαφορία. Αυτό είναι τελείως εσφαλμένο. Οι μάζες ψήφισαν υπέρ του Τσάβες σε όλες τις μέχρι τώρα εκλογές και δημοψηφίσματα. Ψήφισαν μαζικά τον περασμένο Δεκέμβριο. Αλλά υπάρχουν τώρα σημάδια κόπωσης. Γιατί;

Μετά την τόση συζήτηση περί σοσιαλισμού, η ολιγαρχία είναι ακόμα παγιωμένη και χρησιμοποιεί τον πλούτο και τη δύναμή της για να σαμποτάρει και να υποβαθμίσει την επανάσταση. Οι «golpistas» του 2002 (οι συντελεστές του πραξικοπήματος του 2002) είναι ακόμα ελεύθεροι. Τα δεξιά ΜΜΕ είναι ελεύθερα να διασπείρουν ψεύδη και συκοφαντίες εναντίον της επανάστασης. Αγρότες ακτιβιστές δολοφονούνται και δε γίνεται τίποτα για αυτό.

Παρά τις μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης, η οποία δίχως αμφιβολία βοήθησε τους φτωχούς και τους αδύναμους, η πλειοψηφία παραμένει στη φτώχεια. Το πρόβλημα των αστέγων παραμένει άλυτο. Το σαμποτάζ των γαιοκτημόνων και των καπιταλιστών προκαλεί ελλείψεις σε βασικά προϊόντα. Αυτά επηρεάζουν το ηθικό των μαζών.

Η μεγάλη πλειοψηφία των μαζών συνεχίζει να υποστηρίζει τον Τσάβες και την Επανάσταση, αλλά υπάρχουν ξεκάθαρα συμπτώματα κόπωσης. Μετά από εννέα χρόνια ανόδου, οι μάζες έχουν κουραστεί από τα λόγια και τις ομιλίες, τις παρελάσεις και τις πορείες και επίσης τις ατελείωτες εκλογές και τα δημοψηφίσματα. Θέλουν λιγότερα λόγια και πιο αποφασιστική δράση: δράση ενάντια στους γαιοκτήμονες και τους καπιταλιστές, δράση εναντίον των διεφθαρμένων κυβερνητικών στελεχών και των αξιωματούχων.

Πάνω απ' όλα θέλουν δράση απέναντι στην Πέμπτη Φάλαγγα της δεξιάς πτέρυγας του κινήματος, οι οποίοι φορούν κόκκινες μπλούζες και μιλούν για τον Σοσιαλισμό του 21ου αιώνα, αλλά εναντιώνονται στον πραγματικό σοσιαλισμό και σαμποτάρουν την επανάσταση από τα μέσα. Αν δεν απαλλαγεί το Μπολιβαριανό Κίνημα και το Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα (PSUV) δεν εκκαθαριστεί από αυτούς του ρεφορμιστές γραφειοκράτες και καριερίστες, δε μπορεί να γίνει τίποτα.

Η Πέμπτη Φάλαγγα

Οι γραφειοκράτες για ακόμα μια φορά έδειξαν την απόλυτη ανικανότητά τους να οργανώσουν σοβαρές μαζικές καμπάνιες. Απέτυχαν να απαντήσουν στα ψεύδη της αντιπολίτευσης. Απέτυχαν να εξηγήσουν τα πολλά σημεία του αλλαγμένου συντάγματος που θα ωφελούσαν την εργατική τάξη, όπως η 36ωρη εβδομάδα. Μα πώς θα μπορούσαν αφού οι ίδιοι αντιτίθενται σε τέτοια σοσιαλιστικά μέτρα; Αυτό το σαμποτάζ της Πέμπτης Φάλαγγας είναι πολύ καλά γνωστό στη βάση του Κινήματος - όπως επίσης και στους εχθρούς του. Το περιοδικό «Time» έγραψε σαρκαστικά:

 «Ακόμα και κάποιοι σύμμαχοι του Τσάβες θέλουν να φρενάρουν το ριζοσπαστικό τραίνο του Προέδρου. Πολλές μεταρρυθμιστικές προτάσεις, υποστηρίζουν, ενισχύουν τη δύναμη του Προέδρου και όχι του λαού. Ανάμεσα στις πρωτοβουλίες, η κατάργηση των ορίων για την Προεδρική θητεία, η τοποθέτηση της αυτόνομης τώρα Κεντρικής Τράπεζας κάτω από τον έλεγχο του Προέδρου, η δημιουργία περιφερειακών αντιπροέδρων. Ηγέτες επαρχιών όπως ο Ramón Martínez, κυβερνήτη της πολιτείας της ανατολικής Sucre και σοσιαλιστής ο ίδιος, θεωρεί την τελευταία ιδέα ως ανενδοίαστη συγκεντροποίηση της ομοσπονδιακής εξουσίας, καθώς επίσης και προδοσία της Μπολιβαριανής Επανάστασης του Τσάβες (από το όνομα του ήρωα της ανεξαρτησίας της Νοτίου Αμερικής, Σιμόν Μπολιβάρ). «Αυτή η επανάσταση υποτίθεται πως θα δημιουργούσε περισσότερο πλουραλισμό στη Βενεζουέλα», λέει ο Martinez. «Δε θέλουμε ένα υπερκράτος, όπως στη Σοβιετική Ένωση».

Οποιοσδήποτε διαβάσει αυτές τις γραμμές θα καταλάβει αμέσως γιατί δεν υπήρξε καμία σοβαρή καμπάνια. Ο Ramón Martínez δεν είναι σοσιαλιστής, αλλά ηγέτης της Podemos, αυτών των αποστατών οι οποίοι έσπασαν από το Μπολιβαριανό κίνημα στην αρχή της καμπάνιας για το δημοψήφισμα για να εξαπολύσουν μια βίαιη καμπάνια υπέρ του «όχι». Η συμπεριφορά του δε θα έπρεπε να εκπλήσσει κανένα. Αλλά αυτός δεν αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση. Στην Apure, ο κυβερνήτης δεν έκανε τίποτα για να οργανώσει την καμπάνια και πολλοί άλλοι συμπεριφέρθηκαν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Οι γραφειοκράτες μερικώς επανέλαβαν την ίδια καταστροφική και κενή περιεχομένου καμπάνια που οργάνωσαν πριν ένα χρόνο στις Προεδρικές εκλογές.

Ένας σύντροφος στη Mérida το περιέγραψε ως εξής: «Ήταν μια τελείως βλακώδης καμπάνια στην οποία οι αφίσες έλεγαν πως το να ψηφίσεις τον Τσάβες ήταν θέμα αγάπης, ενώ η καμπάνια της δεξιάς ήταν μοχθηρή: ο λαός θα έχανε ό,τι είχε και εάν κάποιος είχε δύο σπίτια θα του έπαιρναν το ένα, εάν είχε δύο αυτοκίνητα θα του έπαιρναν το ένα, τα νεογέννητα θα απομακρύνονταν από τους γονείς τους και θα τα αναλάμβανε το σοσιαλιστικό κράτος».

Μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος έγινε μια ζωντανή εκπομπή σε έναν από τους κρατικούς ραδιοσταθμούς, το RNV, όπου οι περισσότεροι ακροατές που τηλεφώνησαν κατηγόρησαν τη γραφειοκρατία για την πολύ περιορισμένη καμπάνια υπέρ του «ΝΑΙ». Πολλοί αναφέρθηκαν στη συμπεριφορά ορισμένων κυβερνητών του Τσάβες και δημάρχων, οι οποίοι όχι μόνο δεν οργάνωσαν οποιαδήποτε καμπάνια, αλλά τη σαμπόταραν και μάλιστα ενεργά. Αυτοί οι γραφειοκράτες φοβήθηκαν την έγκριση των μεταρρυθμίσεων όσο και η ίδια η αντιπολίτευση. Είδαν σωστά πως οι μάζες θα αντιμετώπιζαν το δημοψήφισμα ως μέρος μιας εκπρόθεσμης ρύθμισης παλαιών λογαριασμών όχι μόνο με την άρχουσα τάξη, αλλά επίσης με τους ρεφορμιστές και τα γραφειοκρατικά στοιχεία της ηγεσίας του Μπολιβαριανού Κινήματος.

Οι τακτικές του Baduel

Οι δηλώσεις της αντιπολίτευσης μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος ήταν πολύ σημαντικές. Ο πρώτος ομιλητής ήταν ένας από τους ηγέτες των αντιδραστικών φοιτητών. Στην τρίτη θέση ήταν ο Ροζάλες, ο υποψήφιος πρόεδρος, ο οποίος γνώρισε βαριά ήττα από τον Τσάβες στις τελευταίες εκλογές πέρσι το Δεκέμβριο. Ο δεύτερος ομιλητής όμως δεν ήταν άλλος από τον Στρατηγό Baduel, τον πρώην Υπουργό Εθνικής Αμύνης, για τον οποίο γράψαμε πρόσφατα.

Τι είπε ο Μπαντουέλ; Μίλησε για εθνική συμφιλίωση και προσφέρθηκε να διαπραγματευτεί με τον Τσάβες. Αποκήρυξε κάθε πρόθεση να οργανώσει πραξικόπημα. Εν ολίγοις προσέφερε ένα γελαστό πρόσωπο και ένα χέρι φιλίας. Αυτή είναι μια ιδιαίτερα έξυπνη τακτική και επιβεβαιώνει την εντύπωσή μας πως ο Μπαντουέλ είναι ένας έξυπνος αντεπαναστάτης. Αυτή η νέα τακτική της αντιπολίτευσης αντανακλά τον πραγματικό συσχετισμό των δυνάμεων, ο οποίος παρά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, είναι ακόμα εξαιρετικά μη ευνοϊκός για τους αντεπαναστάτες.

Η Επανάσταση δεν πρέπει να τους δείξει καμία εμπιστοσύνη παρά το γελαστό πρόσωπο που προβάλλουν. Θυμηθείτε τα λόγια του Σαίξπηρ: «υπάρχουν στιλέτα στα χαμόγελα των ανθρώπων»! Το κάλεσμα σε συμφιλίωση είναι παγίδα. Δε μπορεί να υπάρξει συμβιβασμός ανάμεσα στην επανάσταση και την αντεπανάσταση επειδή δε μπορεί να υπάρξει συμβιβασμός ανάμεσα στους φτωχούς και τους πλούσιους, στους καταπιεστές και τους καταπιεζόμενους.

Ο μόνος λόγος για αυτή την αλλαγή στην τακτική της αντιπολίτευσης είναι επειδή δε μπορούν να νικήσουν τον Τσάβες με άλλο, άμεσο τρόπο. Είναι πολύ αδύναμοι και το γνωρίζουν καλά. Τα πιο ηλίθια στοιχεία στις τάξεις της αντιπολίτευσης ζουν τώρα τη μέθη της επιτυχίας. Αλλά μετά από μια νύχτα μεθυσμένης ευφορίας, έρχεται ένα πρωινό με βαρύ πονοκέφαλο. Η «νίκη» τους ήταν πραγματικά οριακή. Με πολύ προσπάθεια η αντιπολίτευση δεν κατάφερε να κινητοποιήσει περισσότερες από 100,000 ψήφους περισσότερες σε σχέση με τις εκλογές. Επιπλέον η μάχη δε μπορεί να νικηθεί μόνο με τις ψήφους.

Ο κοιλαράς αστός και η γυναίκα και τα παιδιά του, ο μικρομαγαζάτορας, ο «κακομαθημένος» φοιτητής, γόνος πλούσιας οικογένειας, οι κυβερνητικοί υπάλληλοι, αγανακτισμένοι από την πρόοδο του «όχλου», συνταξιούχοι νοσταλγοί των «παλαιών καλών ημερών» της Τέταρτης Δημοκρατίας, κερδοσκόποι, κλέφτες και καταχραστές, ευλαβείς γριές κυρίες που ελέγχονται από την αντιδραστική ιεραρχία της Εκκλησίας, πολίτες αμιγώς μεσοαστικής προέλευσης οι οποίοι έχουν βαρεθεί την «αναρχία»: όλα αυτά τα στοιχεία παρουσιάζονται ως μια ανυπέρβλητη δύναμη σε εκλογικούς όρους, αλλά σε όρους ταξικής πάλης το βάρος τους είναι πρακτικώς μηδενικό.

Η ταξική ισορροπία των δυνάμεων

Η πραγματική ισορροπία των ταξικών δυνάμεων φάνηκε στις συγκεντρώσεις στο τέλος της καμπάνιας για το δημοψήφισμα. Όπως και το Δεκέμβριο του 2006, η αντιπολίτευση κίνησε γη και ουρανό για να κινητοποιήσει τη μαζική της βάση και πέτυχε να συσπειρώσει ένα μεγάλο πλήθος. Ωστόσο, την επόμενη ημέρα οι δρόμοι του κεντρικού Καράκας πλημμύρισαν από μια λαοθάλασσα από κόκκινες μπλούζες και πανό. Οι δύο συγκεντρώσεις αποκάλυψαν πως η ενεργή βάση των φίλων του Τσάβες είναι πέντε με έξι φορές μεγαλύτερη από αυτή της αντιπολίτευσης.

Η εικόνα είναι ακόμα πιο καθαρή στη νεολαία. Η δεξιά πτέρυγα των φοιτητών αποτελεί την αιχμή του δόρατος της αντιπολίτευσης. Ήταν η βασική δύναμη που οργάνωσε τις βίαιες προκλήσεις εναντίον των οπαδών του Τσάβες. Ήταν 50.000 στη μεγαλύτερή τους συγκέντρωση, με την πιο αισιόδοξη εκτίμηση. Αλλά οι φοιτητές, οι φίλα προσκείμενοι στον Τσάβες είχαν 200.000 ή και 300.000 στη συγκέντρωσή τους. Σε αυτήν την αποφασιστικής σημασίας πτυχή του αγώνα - στη νεολαία - οι ενεργές δυνάμεις της Επανάστασης ξεπέρασαν κατά πολύ τις δυνάμεις της αντεπανάστασης.

Με την πλευρά της Επανάστασης τάσσεται η συντριπτική πλειοψηφία των εργατών και των αγροτών. Αυτό είναι το αποφασιστικό ζήτημα! Δεν ανάβει ούτε μία λάμπα, δε γυρίζει ούτε ένας τροχός, δε χτυπάει ούτε ένα τηλέφωνο χωρίς την άδεια της εργατικής τάξης. Αυτή θα αποτελέσει μια κολοσσιαία δύναμη μόλις καταφέρει να οργανωθεί και να κινητοποιηθεί για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

Και ο στρατός; Τι γίνεται με το στρατό; Ρεφορμιστές όπως ο Heinz Dieterich πάντα επαναλαμβάνουν αυτό το θέμα σα δίσκοι χαλασμένου γραμμοφώνου. Ναι, ο στρατός αποτελεί  ένα αποφασιστικής σημασίας ερώτημα. Αλλά πάντα αντανακλά τις τάσεις μέσα στην κοινωνία. Ο στρατός της Βενεζουέλας έχει ήδη βιώσει μια δεκαετία επαναστατικής ορμής και πίεσης. Σίγουρα αυτή έχει αφήσει τα ίχνη της!

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η συντριπτική πλειοψηφία των απλών στρατιωτών, παιδιά εργατών και αγροτών, είναι πιστοί στον Τσάβες και στην Επανάσταση. Το ίδιο θα πρέπει να συμβαίνει με τους περισσότερους υπαξιωματικούς και άλλους μη εντεταλμένους αξιωματικούς και νεότερους αξιωματικούς. Αλλά όσο πλησιάζει κανείς στην κορυφή της ιεραρχίας, τα πράγματα γίνονται όλο και πιο ασαφή. Τις τελευταίες εβδομάδες υπήρχαν φήμες για συνομωσίες και ορισμένοι αξιωματικοί συνελήφθησαν. Πρόκειται για πολύ σοβαρή προειδοποίηση!

Ανάμεσα στους αξιωματικούς, πολλοί θα παραμείνουν πιστοί στον Τσάβες. Άλλοι πάλι θα είναι φίλα προσκείμενοι στην αντιπολίτευση ή θα έχουν ενεργό αντεπαναστατικό ρόλο. Οι περισσότεροι πιθανότατα θα είναι απολιτικοί καριερίστες στρατιωτικοί, των οποίων οι συμπάθειες θα κλίνουν προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση ανάλογα με το γενικό κλίμα στην κοινωνία.

Το γεγονός πως ο στρατηγός Μπαντουέλ αποφάσισε να υιοθετήσει έναν προσεκτικό και συμβιβαστικό τόνο, δείχνει πως δεν υπάρχει σοβαρή βάση για πραξικόπημα στη δεδομένη στιγμή. Οι σοβαροί αντεπαναστάτες (συμπεριλαμβανομένων των Αμερικανών συμβούλων τους από την CIA) αντιλαμβάνονται πως προς το παρόν οι συνθήκες δεν είναι ακόμα ώριμες για μια επιχείρηση σαν αυτή του Απριλίου του 2002. Γιατί όχι; Επειδή οποιαδήποτε προσπάθεια να εξαπολύσουν ένα πραξικόπημα σε αυτό το στάδιο θα φέρει τις μάζες στους δρόμους, έτοιμες να πολεμήσουν και να πεθάνουν ακόμα, εάν αυτό είναι απαραίτητο, για να υπερασπιστούν την Επανάσταση.

Κάτω από τέτοιες συνθήκες ο στρατός της Βενεζουέλας όπως είναι σήμερα, θα ήταν μάλλον το πλέον αναξιόπιστο όργανο για ένα πραξικόπημα. Η χρησιμοποίησή του θα οδηγούσε σε έναν εμφύλιο πόλεμο, τον οποίο οι αντεπαναστάτες δε θα είχαν μεγάλες πιθανότητες να κερδίσουν. Και ποιος μπορεί να αμφιβάλει πως αυτή τη φορά η ήττα της αντεπανάστασης σε μια ανοιχτή σύγκρουση δε θα σημάνει αυτόματα και την κατάργηση του καπιταλισμού στη Βενεζουέλα.

Για αυτούς τους πρακτικούς λόγους ο Μπαντουέλ παίρνει τη θέση που παίρνει. Στην ουσία κερδίζει χρόνο, ελπίζοντας πως οι αποφασιστικές συνθήκες θα έχουν αλλάξει σε όφελος της αντεπανάστασης και σε βάρος της Επανάστασης. Θα πρέπει να παραδεχτούμε πως οι υπολογισμοί αυτοί είναι ορθοί. Ο χρόνος δεν είναι με το μέρος της Επανάστασης!

Ο ολέθριος ρόλος των σεχτών

Ο Μπαντουέλ τώρα υποστηρίζει τη σύγκλιση μιας συνταγματικής συνέλευσης. Αυτό, κατά τρόπο ειρωνικό, συμπίπτει με το αίτημα που διατυπώνει το Αργεντίνικο «Partito Obrero» και άλλοι ακροαριστεροί σεχταριστές. Οι ακροαριστεροί βρέθηκαν να προπαγανδίζουν μαζί με την Αντεπανάσταση στην καμπάνια για το δημοψήφισμα, οπότε τίποτα δε θα πρέπει να μας εκπλήσσει.

Ο ρόλος του Ορλάντο Τσιρίνο και άλλων αυτοαποκαλούμενων «Τροτσκιστών», οι οποίοι κάλεσαν το λαό να καταστρέψει τα ψηφοδέλτια, ήταν παντελώς ολέθριος. Αυτές οι κυρίες και οι κύριοι είναι τόσο τυφλωμένοι από το μίσος τους για τον Τσάβες που δεν είναι πλέον ικανοί να διακρίνουν τη διαφορά ανάμεσα στην Επανάσταση και την Αντεπανάσταση. Το γεγονός αυτό τους αφαιρεί οριστικά το δικαίωμα να αποκαλούνται προοδευτικές δυνάμεις, πόσο μάλλον επαναστατικές. Ας αφήσουμε όμως τους νεκρούς να θάψουν τους νεκρούς τους.

Οι αντεπαναστάτες και οι ιμπεριαλιστές κατανοούν την κατάσταση πολύ πιο ξεκάθαρα από τους σεχταριστές κλόουν και ηλιθίους. Οι μάζες ανυψώθηκαν στην πολιτική ζωή από τον Τσάβες και τον υπερασπίζονται παθιασμένα. Η αστική τάξη έχει κάνει μεγάλες προσπάθειες για να απομακρύνει τον Τσάβες, αλλά έχει αποτύχει παταγωδώς. Κάθε αντεπαναστατική προσπάθεια έχει θρυμματιστεί από την ορμή του μαζικού κινήματος.

Για το λόγο αυτό αποφάσισαν να εξοπλιστούν με υπομονή και να παίξουν ένα παιχνίδι αναμονής. Ο Τσάβες έχει εκλεγεί για έξι χρόνια και έχει ακόμα πέντε χρόνια να κυβερνήσει. Το πρώτο βήμα της αστικής τάξης ήταν να διασφαλίσει πως δε θα μπορούσε να διεκδικήσει ξανά εκλογές μετά το τέλος της θητείας του. Αυτό ήταν το σημαντικότερο ζήτημα του δημοψηφίσματος από τη δική τους πλευρά. Υπολογίζουν πως εάν καταφέρουν να ξεφορτωθούν τον Τσάβες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, το κίνημα θα διαλυθεί σε κομμάτια και θα συντριβεί, επιτρέποντάς τους τελικά να πάρουν πίσω την εξουσία στα χέρια τους.

Η αντιπολίτευση είναι προσεχτική, επειδή αντιλαμβάνεται την αδυναμία της. Γνωρίζει πως δεν είναι αρκετά ισχυρή για να αντεπιτεθεί. Αλλά στο όνομα της «εθνικής συμφιλίωσης», προσπαθεί να αναγκάσει τον Τσάβες να υποχωρήσει σε σχέση με το πρόγραμμά του. Εάν το πετύχουν, τότε θα ρίξουν το ηθικό της βάσης του κινήματος του Τσάβες, ενώ οι ρεφορμιστές και οι γραφειοκράτες θα αισθανθούν ισχυροποιημένοι.

Είναι μια έξυπνη ταχτική, αλλά έχει ένα πρόβλημα. Παρά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, αυτοί θα πρέπει να αντιμετωπίζουν τον Τσάβες μέχρι το 2012-13 και στον ορίζοντα δεν υπάρχουν άλλες ενδιάμεσες σημαντικές εκλογικές αναμετρήσεις. Σε μια κατάσταση όπως αυτή που υπάρχει στη Βενεζουέλα, πολλά μπορούν να συμβούν μέσα σε πέντε χρόνια. Γι αυτό θέλουν τη συνταγματική συνέλευση. Εάν μπορούν να κερδίσουν και άλλο δημοψήφισμα, θα μπορέσουν να αλλάξουν το σύνταγμα ώστε να επιτρέπει πρόωρες εκλογές, τις οποίες ελπίζουν πως μπορούν να κερδίσουν - πιθανά με τον Μπαντουέλ υποψήφιο.

Γιατί είναι τόσο αισιόδοξοι πως μπορούν να κερδίσουν; Επειδή η Επανάσταση δεν έχει προχωρήσει μέχρι το τέλος, επειδή σημαντικοί μοχλοί της οικονομίας έχουν παραμείνει στα χέρια των χειρότερων εχθρών της Επανάστασης, και επίσης επειδή υπάρχει κάποιο όριο στο πόσο οι μάζες αντέχουν να πέφτουν σε διάθεση απάθειας και απελπισίας.

Απαιτείται η λήψη αποφασιστικών μέτρων!

Λίγα χρόνια πριν, τον Μάιο το 2004, έγραψα σε ένα άρθρο με τίτλο Θέσεις για την Επανάσταση και την αντεπανάσταση στη Βενεζουέλα, στο οποίο έγραφα τα εξής:

 «Το να στηρίζεσαι αποκλειστικά στη διάθεση των μαζών για θυσίες είναι λάθος. Οι μάζες μπορούν να θυσιάζουν το σήμερά τους για το αύριο μέχρι ένα συγκεκριμένο σημείο. Αυτό πρέπει πάντα να το έχουμε στο νου μας. Τελικά, το οικονομικό ζήτημα είναι καθοριστικό».

Αυτές οι παρατηρήσεις σήμερα διατηρούν όλη τους τη δυναμική.  Στο άρθρο του ο Erik Demeester σημείωσε κάποια νούμερα από την πρόσφατη έκθεση της Datanalisis (1) [η εθνική στατιστική υπηρεσία της Βενεζουέλας], η οποία αποκάλυψε κάτι που ήδη πολλοί άνθρωποι γνώριζαν: οι ελλείψεις στα βασικά ήδη διατροφής γίνεται αβάσταχτη. Αυτή η μελέτη κατέδειξε πως το γάλα, το μοσχαρίσιο κρέας και η ζάχαρη βρίσκονται πολύ δύσκολα στην αγορά. Άλλα προϊόντα όπως το κοτόπουλο, το μαγειρικό λάδι, το τυρί, οι σαρδέλες και τα μαύρα φασόλια είναι επίσης σε μεγάλη έλλειψη.  Οι αναλυτές, οι οποίοι επεξεργάστηκαν την έκθεση πήραν συνέντευξη από 800 άτομα σε περίπου 60 διαφορετικά καταστήματα, τόσο στον ιδιωτικό τομέα, όσο και στο δημόσιο δίκτυο διανομής, τη Mercal. Στο 73,3% των αγορών που επισκέφτηκαν οι ερευνητές δεν υπήρχε γάλα σε σκόνη για πώληση. Στο 51,7% δεν υπήρχε επεξεργασμένη ζάχαρη, στο 40% δεν υπήρχε μαγειρικό λάδι και στο 26,7% δεν υπήρχαν μαύρα φασόλια, ένα κύριο προϊόν στη Βενεζουέλα.

Τα δύο τρίτα των αγοραστών δήλωσαν πως έχουν αντιμετωπίσει το πρόβλημα της έλλειψης τροφίμων στον ένα ή τον άλλο βαθμό στα μαγαζιά από όπου κάνουν συνήθως τα ψώνια τους. Ουρές μερικών ωρών, μερικές φορές μέχρι και τεσσάρων ωρών, για να αγοράσουν γάλα, δεν αποτελούν πια εξαίρεση. Όπως ο σύντροφος Demeester παρατήρησε ορθά, αυτή η κατάσταση θυμίζει έντονα τη Χιλή, όπου το οικονομικό σαμποτάζ των χονδρεμπόρων χρησιμοποιήθηκε ενάντια στην αριστερή κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας στη δεκαετία του 1970.

Για τις μάζες το ζήτημα του σοσιαλισμού και της επανάστασης δεν αποτελεί ένα αφηρημένο ερώτημα, αλλά είναι πράγματι πολύ συγκεκριμένο. Οι εργάτες και οι αγρότες της Βενεζουέλας έχουν επιδείξει ιδιαίτερη πίστη στην Επανάσταση. Έχουν δείξει υψηλό επίπεδο ωριμότητας και θέλησης για να αγωνιστούν και να κάνουν θυσίες. Αλλά εάν η κατάσταση κυλήσει για πολύ ακόμα χωρίς να γίνει το αποφασιστικό βήμα, οι μάζες θα αρχίσουν να κουράζονται. Ξεκινώντας από τα πιο κουρασμένα και αδρανή στρώματα, η διάθεση της απάθειας και του σκεπτικισμού θα διεισδύσει στις τάξεις τους.

Εάν δε φανεί στο ορίζοντα ένα ξεκάθαρο τέλος, θα αρχίσουν να λένε: έχουμε ακούσει όλους αυτούς τους λόγους και στο παρελθόν, αλλά δεν άλλαξε τίποτα θεμελιωδώς. Γιατί να συνεχίσουμε τις διαδηλώσεις; Γιατί να συνεχίσουμε να ψηφίζουμε, εάν συνεχίζουμε να ζούμε όπως και παλιότερα; Αυτός είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την Επανάσταση. Όταν οι αντιδραστικοί διαπιστώσουν πως η επαναστατική παλίρροια υποχωρεί, θα περάσουν στην αντεπίθεση. Τα προχωρημένα στοιχεία των εργατών θα βρεθούν απομονωμένα. Οι μάζες δεν θα συνεχίζουν πια να ανταποκρίνονται στις εκκλήσεις τους. Όταν φτάσει αυτή η ώρα, η αντεπανάσταση θα επιτεθεί.

Αυτοί που υποστηρίζουν πως η επανάσταση έχει προχωρήσει πάρα πολύ και συνεπώς είναι απαραίτητο να διακόψει τις απαλλοτριώσει και να έρθει σε συμβιβασμό με τον Μπαντουέλ για να σωθεί η επανάσταση, έχουν τελείως λάθος. Ο λόγος που ένα τμήμα των μαζών απογοητεύεται δεν είναι επειδή η Επανάσταση έχει πάει πολύ μακριά, αλλά επειδή πορεύεται πολύ αργά και δεν έχει φτάσει στο σημείο που θα έπρεπε.

Οι αυξανόμενες ελλείψεις σε βασικά προϊόντα και ο πληθωρισμός επηρεάζουν κυρίως τις περιοχές της εργατικής τάξης, οι οποίες είναι οι βάσεις του κινήματος του Τσάβες. Αυτό είναι που υποβαθμίζει η Επανάσταση και γι' αυτό δεν «πηγαίνει τόσο μακριά όσο χρειάζεται». Δε μπορεί κανείς να κάνει μισή επανάσταση. Εάν δεχτούμε τη συμβουλή των ρεφορμιστών, όπως αυτών της σχολής του Χάινς Ντίτριχ, σίγουρα θα καταστρέψουμε την Επανάσταση. Θα ήταν σαν έναν άνδρα που κάθεται πάνω σε ένα κλαδί δέντρου και πριονίζει το κλαδί που τον στηρίζει.

Εκλογές και ταξική πάλη

Οι Μαρξιστές δεν αρνούνται τη συμμετοχή στις εκλογές. Αυτή είναι θέση του αναρχισμού, όχι του Μαρξισμού. Γενικά η εργατική τάξη πρέπει να αξιοποιεί κάθε δημοκρατικό άνοιγμα που της επιτρέπει να συγκεντρώσει τις δυνάμεις της, να κυριαρχήσει σε κάθε σημείο απέναντι στον ταξικό αντίπαλο και να προετοιμαστεί για την κατάκτηση της εξουσίας.

Ο εκλογικός αγώνας έχει παίξει σημαντικό ρόλο στη Βενεζουέλα προς την κατεύθυνση της ένωσης, της οργάνωσης και της κινητοποίησης των μαζών.  Αλλά αυτό έχει τα όριά του. Η ταξική πάλη δε μπορεί να υποβαθμίζεται σε ασαφείς στατιστικές ή εκλογική αριθμητική. Ούτε η τύχη μιας επανάστασης δεν μπορεί να καθοριστεί από νόμους ή συντάγματα. Οι επαναστάσεις κερδίζονται ή χάνονται όχι στις αίθουσες των δικαστηρίων ή στις κοινοβουλευτικές συζητήσεις, αλλά στους δρόμους, στα εργοστάσια, στα χωριά και στις φτωχές περιοχές, στα σχολεία και στους στρατώνες. Έχουμε μεγάλη ευθύνη όταν αγνοούμε αυτό το γεγονός.

Οι ρεφορμιστές πιστεύουν πως η εργατική τάξη πρέπει πάντα να παρακολουθεί τις νομικές λεπτολογίες. Αλλά καιρό πριν ο Κικέρωνας είπε: : Salus populi suprema est lex («Το καλό του Λαού είναι ο Απόλυτος Νόμος»). Θα μπορούμε να προσθέσουμε: το Καλό της Επανάστασης είναι ο Απόλυτος Νόμος. Οι αντεπαναστάτες δεν έδειξαν κανένα σεβασμό στο νόμο ή στο Σύνταγμα το 2002 και εάν είχαν επιτύχει το σκοπό τους θα είχαν καταργήσει αμέσως το Σύνταγμα του 1999. Και όμως, ακόμα φωνάζουν για την υπεράσπιση αυτού του ίδιου Συντάγματος.

Ακόμα και μετά την ήττα του δημοψηφίσματος ο Τσάβες έχει αρκετή εξουσία για να προχωρήσει στην απαλλοτρίωση των ιδιοκτητών ακινήτων, των τραπεζιτών και των καπιταλιστών. Έχει τον έλεγχο της Εθνικής Συνέλευσης και την υποστήριξη των πιο αποφασιστικών τμημάτων της κοινωνίας της Βενεζουέλας. Μια αποφασιστική κίνηση προς την κατεύθυνση της απαλλοτρίωσης της γης, των τραπεζών και των μεγάλων ιδιωτικών εταιριών θα προκαλέσει ενθουσιώδη υποστήριξη από τις μάζες.

Το μέγεθος της αποχής το οποίο εξασφάλισε αυτή την οριακή νίκη για την αντιπολίτευση αποτελεί μια προειδοποίηση. Οι μάζες απαιτούν αποφασιστική δράση και όχι λόγια! Ίσως η ήττα αυτή να έχει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από τα αναμενόμενα. Μπορεί να ανεβάσει τις μάζες σε νέα επίπεδα επαναστατικού αγώνα. Ο Μαρξ είπε πως η επανάσταση χρειάζεται το μαστίγιο της αντεπανάστασης. Είδαμε αυτό να επιβεβαιώνεται περισσότερες από μία φορές τα τελευταία εννέα χρόνια στη Βενεζουέλα.

Δε μπορεί να φτιάξει κανείς ομελέτα χωρίς να σπάσει αυγά και δε μπορεί να κερδίσει έναν αγώνα πάλης με το ένα χέρι δεμένο στην πλάτη. Μια επανάσταση δεν είναι μια παρτίδα σκάκι με ξεκάθαρους κανόνες. Είναι ένας αγώνας ανάμεσα σε ανταγωνιστικά και ασυμφιλίωτα ταξικά συμφέροντα. Αποφασιστικά μέτρα είναι απαραίτητα για την υπεράσπιση της Επανάστασης και τον αφοπλισμό της αντεπανάστασης.

Η νίκη του «όχι» στο δημοψήφισμα θα λειτουργήσει σαν ευεργετικό σοκ. Η βάση του κινήματος του Τσάβες είναι εξοργισμένη και το δάχτυλό τους δείχνει προς τη μεριά της γραφειοκρατίας, την οποία σωστά κατηγορούν για την οπισθοχώρηση. Απαιτούν δράση για να ξεκαθαρίσουν με τη δεξιά πτέρυγα του Κινήματος. Αυτό είναι απολύτως αναγκαίο! Τα συνθήματά μας πρέπει να είναι:

Καμία υποχώρηση! Κανένας συμβιβασμός με την αντιπολίτευση!
Ωθήστε την επανάσταση προς τα μπρος!
Διώξτε τους γραφειοκράτες και τους καριερίστες!
Απαλλοτριώστε την ολιγαρχία!
Εξοπλίστε τον εργαζόμενο λαό να αγωνιστεί ενάντια στην αντίδραση!
Ζήτω ο σοσιαλισμός!