Σρι Λάνκα : στη σκιά του εμφυλίου

Greek translation of Socialism only way forward for Sri Lanka’s Tamils (May 25, 2009)

Η κυβέρνηση της Σρι Λάνκα, μαζί με τον αστικό τύπο, πανηγυρίζουν την πρόσφατη ήττα των Τίγρεων Ταμίλ και το θάνατο του ηγέτη τους, Βελουπιλάι Πραμπχακαράν. Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι ο μακρόχρονος εμφύλιος πόλεμος, που σκότωσε 80.000 ανθρώπους έληξε επιτέλους και ότι η ειρήνη και η ευημερία θα επιστρέψει στο λαό της Σρι Λάνκα, ακόμα και στους πληθυσμούς με καταγωγή Ταμίλ. Ωστόσο, πολλοί Ταμίλ δικαιολογημένα έχουν την αίσθηση ότι αυτό δεν πρόκειται να γίνει –ειδικά στο πλαίσιο της παρούσας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης- και ότι η θέση τους στη Σρι Λάνκα δε θα βελτιωθεί.

Αν και έχουν καταμετρηθεί επίσημα 80.000 θύματα του εμφυλίου πολέμου στη Σρι Λάνκα από το 1983 (και πάνω απο 1.000 νεκροί σε ένα μόνο Σαββατοκύριακο του Μαίου του 2009), μόνο τους τελευταίους μήνες ο εμφύλιος πόλεμος στη Σρι Λάνκα έχει έρθει στο προσκήνιο των ΜΜΕ. Δυστυχώς, αυτό το νέο ενδιαφέρον συγκεντρώθηκε στα προβλήματα που προκάλεσαν οι διαδηλώσεις των Ταμίλ στους πολίτες και τις επιχειρήσεις, ειδικά στο Τορόντο (και το Λονδίνο), και όχι στις ωμότητες ενάντια στο λαό των Ταμίλ.

Οι λόγοι του εμφυλίου δεν είναι ευρέως γνωστοί. Ο εμφύλιος πόλεμος ξεκίνησε από τους αυτονομιστές Ταμίλ, που ζητούν μια ανεξάρτητη πατρίδα στο βορρά του νησιού, εκτός του κράτους της Σρι Λάνκα. Οι εθνικιστές Ταμίλ υποστηρίζουν ότι η μειονότητα των Ταμίλ στη Σρι Λάνκα καταπιέζεται και είναι αποκλεισμένη από την πλήρη συμμετοχή στο κράτος και το οποίο ευνοεί την εθνική πλειονότητα των Σινχαλέζων.

Τα ΜΜΕ ειδικά στον Καναδά, άρχισαν να ασχολούνται με τη Σρι Λάνκα, στα τέλη του Ιανουαρίου όταν τουλάχιστον 25.000 υποστηρικτές των Ταμίλ δημιούργησαν μια μαζική ανθρώπινη αλυσίδα γύρω από το κέντρο του Τορόντο για να πιέσει η καναδική κυβέρνηση την κυβέρνηση της Σρι Λάνκα να σταματήσει το βομαρδισμό της πατρίδας των Ταμίλ. Η διαδήλωση απέκλεισε ακόμα και το Κεντρικό Σιδηροδρομικό Σταθμό, την απογευματινή ώρα αιχμής. Τους επόμενους μήνες μέχρι τα τέλη του Απρίλη, ακολούθησαν τακτικές διαδηλώσεις, και αρκετές χιλιάδες Ταμίλ απέκλεισαν την Λεωφόρο Πανεπιστημίου, και αρνήθηκαν να μετακινηθούν, αποκλείοντας το δρόμο για αρκετές μέρες. Στις 10 Μαίου, άλλη μια πορεία αλληλεγγύης μετατράπηκε αυθόρμητα σε κατάληψη του αυτοκινητοδρόμου Expressway, του βασικού αυτοκινητοδρόμου που ενώνει το Τορόντο με το Χάμιλτον και το Μπάφαλο των ΗΠΑ. Όλος ο αυτοκινητόδρομος ήταν κατειλημμένος για πάνω από έξι ώρες.

Πολλοί εξεπλάγησαν από την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα της οργάνωσης τέτοιων διαμαρτυριών από την κοινότητα Ταμίλ, αλλά αυτό απλά δείχνει άγνοια για την απάνθρωπη μεταχείριση που υφίσταται ο λαός των Ταμίλ στη Σρι Λάνκα. Τα ΜΜΕ έκρυψαν το γεγονός ότι οι διαμαρτυρίες σε όλο τον κόσμο κέρδισαν μεγάλη υποστήριξη για τους Τίγρεις της Απελευθέρωσης του Ταμίλ Εελάμ (LTTE), αν και θεωρούνται ως τρομοκρατες από την καναδική κυβέρνηση. Αρκετοί πολιτικοί, συμπεριλαμβανομένου του Ομοσπονδιακού Κυβερνήτη του Οντάριο Ντάλτον ΜακΓκίντι, του δημάρχου του Τορόντο Ντέιβιντ Μίλερ και του ομοσπονδιακού φιλελεύθερου ηγέτη Μάικλ Ιγκνάτιεφ, εξέφρασαν τη «συμπόνοια» και την «κατανόηση» τους για τα αιτήματα των Ταμίλ, αλλά συγχρόνως κριτίκαραν το κίνημα υποστήριξης του LTTE. Τα ΜΜΕ σε κάθε σημείο, φρόντιζαν να τονίζουν ότι οι κύριες δυτικές κυβερνήσεις συμπεριλαμβανομένων του Καναδά, των ΗΠΑ και της Ευρωπαικής Ένωσης έχουν κηρύξει ως τρομοκρατική οργάνωση το LTTE. Σε μεγάλο βαθμό υπερτονίζουν τα εγκλήματα και τις βαρβαρότητες των Τίγρεων αλλά αυτό που συνήθως ξεχνούν να αναφέρουν είναι οι μαζικές δολοφονίες που διέπραξε το κράτος της Σρι Λάνκα ειδικά τους τελευταίους μήνες και την καταπίεση του λαού των Ταμίλ από το κράτος της Σρι Λανκα.

Ο κύριος λόγος που τόσοι Ταμίλ του εξωτερικού κρατούν σημαίες των Τίγρεων και ζητούν την απελευθέρωση των φυλακισμένων Τίγρεων είναι ότι για αυτούς, η μόνη ομάδα που παλέυει τώρα για μια καλύτερη ζωή για τους Ταμίλ είναι το LTTE. Ο λαός των Ταμίλ έχει κάθε δικαίωμα να πολεμά ενάντια στην κρατική καταπίεση. Αν οι εργάτες Ταμίλ πιστεύουν ότι μπορούν να κερδίσουν μια καλύτερη ζωή διεκδικώντας ένα ξεχωριστό κράτος, οι Μαρξιστές πρέπει να υποστηρίξουν το αίτημα αυτό μέχρι την ανεξαρτησία.

Ωστόσο, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι οι μέθοδοι που χρησιμοποιεί το LTTE, στον αγώνα για μια ανεξάρτητη πατρίδα των Ταμίλ, δεν είναι οι τακτικές ή το πρόγραμμα που ουσιαστικά θα οδηγήσουν την εργατική τάξη των Ταμίλ σε μια καλύτερη ζωή. Οι Μαρξιστές ασκούμε έντονη κριτική στον ανταρτοπόλεμο και σε τακτικές ατομικής τρομοκρατίας. Αυτές οι μέθοδοι είναι ξένες προς την εργατική τάξη και μπορεί να οδηγήσουν πολλους εργάτες μακριά από τον επαναστατικό αγώνα. Ακόμα, αυτές οι τακτικές αντί να αποδυναμώνουν το κράτος, συχνά το ενισχύουν.

Αυτό συνέβη στη Σρι Λάνκα, όπου οι τακτικές των Τίγρεων τους αποξένωσαν από τους Σινχαλέζους εργάτες και δυνάμωσαν το χέρι του κράτους, που κατάφεραν μια στρατιωτική νίκη ενάντια των Τίγρεων. Αν και οι Τίγρεις θεωρούνταν μια πολύ καλά οργανωμένη και χρηματοδοτημένη οργάνωση, διαθέτοντας ναυτικό, τις βάσεις για αεροπορικές δυνάμεις και ετήσιο προυπολογισμό 200-300 εκατομμυριών δολαρίων (σύμφωνα με το BBC), παρ’ όλα αυτά δεν μπόρεσε να νικήσει την ισχύ του κράτους της Σρι Λάνκα, που είχε τη βοήθεια των ιμπεριαλιστών συνεργατών του.

Με τις μεθόδους που υιοθετούν οι Τίγρεις δεν μπορούν να κατακτηθούν περισσότερα δικαιώματα για το λαό των Ταμίλ. Στην πραγματικότητα, μια εντελώς διαφορετική εναλλακτική λύση ήταν δυνατή, βασισμένη σε μια ενωμένη εργατική τάξη, Ταμίλ και Σινχαλέζων, στον αγώνα για μια σοσιαλιστική Σρι Λάνκα.

Ο αγώνας για το σοσιαλισμό στη Σρι Λάνκα

Οι διακρίσεις μεταξύ Σινχαλέζων και Ταμίλ ξεκίνησαν από το βρετανικό ιμπεριαλισμό. Αν και υπήρχαν παλιότερες διακρίσεις στην κοινωνία της Σρι Λάνκα, οι Βρετανοί ήταν εκείνοι που τις ενίσχυσαν όταν κατέλαβαν την Κευλάνη (όπως ήταν γνωστή τότε η Σρι Λάνκα). Οι Βρετανοί φέραν πολλούς Ταμίλ από τη νότια Ινδία ώστε να δουλέψουν στις φυτείες. Στις αρχές του 20ου αιώνα, καθώς η Βρετανία έδινε μεγαλύτερη «αυτονομία» στην αποικία, έδωσε προνόμια σε μικρό τμήμα της μειονόητας των Ταμίλ. Αν και η πλειοψηφία των Ταμίλ συνέχιζε να εργάζεται στις φυτείες, αυτό οδήγησε στο να αποξενωθούν από την σινχαλέζικη πλειονότητα, που άρχιζε να δημιουργεί την πλειοψηφία της εργατικής τάξης της Σρι Λάνκα στα αστικά κέντρα. Αυτή ήταν μία αποδεδειγμένα αποτελεσματική τακτική της Βρετανίας και των άλλων ευρωπαικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων: να σπέρνουν διχόνοια στους αυτόχθονες πληθυσμούς (συνήθως σε φυλετικό επίπεδο) δίνοντας περισσότερη εύνοια και προνόμια στη μια πλευρά και όχι στην άλλη.

Οι πρώτες εκλογές στην Κευλάνη έγιναν το 1931 υπό αγγλική επίβλεψη. Εκλέχθηκε κυβέρνηση αποτελούμενη από Σινχαλέζους ανώτερης τάξης, η οποία αν και απαιτούσε μεγαλύτερη αυτονομία από τη Βρετανία δε ζητούσε ανεξαρτησία. Μια μικρή μειοψηφία Σινχαλέζων ειδικά στο Κολόμπο, άρχισε να γίνεται πλούσια και να σχηματίζει την εθνική αστική τάξη, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία του λαού, Σινχαλέζοι και Ταμίλ, δούλευαν στις φυτείες ή στις βιομηχανίες της αναπτυσσόμενης οικονομίας της χώρας.

Η αποτυχία της νέας κυβέρνησης των «αυτοχθόνων» να κερδίσει ανεξαρτησία από τους Βρετανούς ή να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής των εργατών στις φυτείες και στις πόλεις, οδήγησε στη ριζοσπαστικοποίηση της νεολαίας της Σρι Λάνκα. Με μεγάλη υποστήριξη από τη νεολαία, ιδρύθηκε το 1935 το Κόμμα Λάνκα Σάμα Σαμάγια (LSSP) με πρόγραμμα που απαιτούσε την εθνική ανεξαρτησία από τους Βρετανούς, βασισμένο σε μια σοσιαλιστική πλατφόρμα. Αν και οι ρίζες του κόμματος βρισκόνταν στη σινχαλέζικη νεολαία και την εργατική τάξη στο Κολόμπο, μέχρι τα τέλη του 1930 είχε αποκτήσει ισχυρή παρουσία στους εργάτες των φυτειών με καταγωγή Ταμίλ, αφού ήταν το μόνο κόμμα που αγωνιζόταν για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας τους.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το LSSP οργανώθηκε ως τροτσκιστικό κόμμα υιοθετώντας τις ιδέες του Λέον Τρότσκυ και τελικά έγινε μέλος της 4ης Διεθνούς. Αν και το κόμμα πέρασε στην παρανομία κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μετά τον πόλεμο έπαιξε ηγετικό ρόλο στο απεργιακό κύμα που συγκλόνισε τη Σρι Λάνκα,και έγινε ένα μαζικό κόμμα και το μεγαλύτερο αντιπολιτευτικό κόμμα το 1947. Το LSSP ήταν το μοναδικό κόμμα στη χώρα με σημαντική υποστήριξη από Σινχαλέζους και Ταμίλ. Αυό οφείλεται στη σωστή θέση υπεράσπισης των δικαιωμάτων των Ταμίλ, ενώ συγχρόνως αγωνιζόταν για την ενότητα της εργατικής τάξης παρά τις εθνικές διαφορές. Ως αποτέλεσμα αυτού, το κυβερνόν αστικό Ενωμένο Εθνικό Κόμμα (UNP) πέρασε το νόμο Ιθαγένειας του 1948 αφαιρώντας κάθε δικαίωμα ιθαγένειας από τους Ταμίλ ινδικής καταγωγής σε μια προσπάθεια να αποδυναμώσει το LSSP και να σπείρει τη διχόνοια στους εργάτες.

Οι Σινχαλέζοι και Ταμίλ εργάτες ενώθηκαν ξανά το 1953 συμμετέχοντας στο Χαρτάλ – μια γενική απεργία που παρέλυσε τη χώρα και έριξε την κυβέρνηση του UNP. Το δήθεν «φιλελεύθερο» Κόμμα Ελευθερίας της Σρι Λάνκα (SLFP) ανέβηκε στην εξουσία το 1956 και αμέσως ψήφισε το νόμο «Σινχάλα μόνο», που έκανε τα Σινχάλα την μόνη επίσημη γλώσσα της χώρας. Αν και το SLFP εθνικοποίησε τη βιομηχανία πετρελαίου, ήταν ξεκάθαρα ένα σινχαλέζικο κόμμα και μεγάλωσε την ήδη υπάρχουσα περιθωριοποίηση των Ταμίλ εργατών στο νησί.

Οι ρίζες τς σημερινής τραγωδίας στη Σρι Λάνκα βρίσκονται στις ρεφορμιστικές πολιτικές που επικράτησαν τελικά στο LSSP τις δεκαετίες του 1950 και 1960. Αν και στα λόγια αντιμάχοταν τον εθνικισμό του SLFP, το LSSP συνεργάστηκε με αυτό ακόμα και σε προεκλογικές εκστρατείες. Δυστυχώς, αυτό ήταν τμήμα μιας διαδικασίας όπου η ηγεσία του κόμματος στρεφόταν όλο και περισσότερο στο ρεφορμισμό, μέχρι και τη συμμετοχή σε κυβέρνηση Λαικού Μετώπου με το SLFP το 1964, την ίδια περίοδο που η ριζοσπαστικοποίηση των εργατών της χώρας αυξανόταν με μια σειρά μεγάλων απεργιών.

Το 1968, το LSSP συμμετείχε ξανά σε ένα «Ενιαίο Μέτωπο» με το SLFP και το Κομμουνιστικό Κόμμα. Ο συνασπισμός ανέβηκε στην εξουσία το 1970 και το LSSP πήρε σημαντικές θέσεις στη νέα κυβέρνηση. ο κυβερνητικός συναπισμός έκανε κάποιες μεταρρυθμίσεις όπως την εθνικοποίηση των φυτειών που βρίσκονταν ακόμα υπό ξένο έλεγχο καθως και τη μείωση των τιμών των φαρμάκων για τους φτωχούς. Ωστόσο, το κόμμα ξεκάθαρα υποστήριζε ότι ακολουθούσε το παράδειγμα του Αλιέντε στη Χιλή, δηλαδή του «σοσιαλισμού μέσω του κοινοβουλίου», που ουσιαστικά σήμαινε ότι ο καπιταλισμός επιβίωνε και ότι δεν ήταν δυνατή καμία αληθινά οριστική λύση για τα προβλήματα των μαζών.

Όπως και στη Χιλή, ο αργός ρυθμός αλλαγών, του συνασπισμού του «Ενιαίου Μετώπου» σύγχυσε πολλούς, ειδικά τους φοιτητές. Η Ροάνα Βιτζβερα ηγήθηκε μιας διάσπασης ριζοσπαστικοποιημένων νέων από το ΚΚ και δημιούργησε με φιλομαοικές αναφορές το JVP, ένα νέο κόμμα που υποστήριζε ότι είναι το μόνο αληθινά επαναστατικό κόμμα της Σρι Λάνκα που αντιπαρατασσόταν στο συμβιβασμό και τις «γερασμένες πολιτικές» του LSSP και του ΚΚ. Έχοντας μέλη κυρίως φοιτητές, το 1971 το JVP ξεκίνησε μια «ένοπλη εξέγερση» για να ρίξει την κυβέρνηση συνασπισμού. Χωρίς καλό εξοπλισμό και με αριστερίστικες τακτικές, η εξέγερση τσακίστηκε ενώ υπολογίζεται ότι σκοτώθηκαν 15.000 νέοι από το κράτος της Σρι Λάνκα κατά τη διάρκεια της.

Όταν βρισκόταν στην κυβέρνηση, αν και πραγματοποίησε ορισμένες μεταρρυθμίσεις, το LSSP απέτυχε να δώσει λύση στα βασικά προβλήματα της εργατικής τάξης της Σρι Λάνκα. Η ηγεσία του πίστευε ότι οι αλλαγές αυτές στην κοινωνία θα μπορούσαν να επιτευχθούν μέσω πολιτικών συνεργασίας και μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού. Οι αστοί φιλελεύθεροι συνεργάτες τους, το SLFP, είχαν διαφορετικές ιδέες. Χρησιμοποιούσαν το συνασπισμό ως ανάχωμα για τα μαζικά κινήματα. Το 1975, το LSSP, έχοντας χρησιμοποιηθεί από την αστική τάξη, αποβλήθηκε από τον κυβερνητικό συνασπισμό, ενώ στις εκλογές του 1977 το LSSP και το ΚΚ πλήρωσαν τις τακτικές ταξικής συμφιλίωσης αποτυγχάνοντας να κερδίσουν έστω και μία έδρα.

Η άνοδος του εθνικισμού των Ταμίλ

Το JVP ήταν η πρώτη σημαντική αντίδραση στην ανικανότητα του LSSP να αλλάξει τις συνθήκες ζωής των εργατών της χώρας. Από πριν αλλά και μετά την ανεξαρτησία, η μπουρζουαζία της Σρι Λάνκα ξεκίνησε ηθελημένα τακτικές διαχωρισμού της εργατικής τάξης βάσει των εθνικών διαφορών. Στη δεκαετία του 1970, η ανικανότητα του συνασπισμού του Ενιαίου Μετώπου να βελτιώσει τη ζωή των Ταμίλ, οδήγησε στην εμφάνιση όλο και περισσοτέρων Ταμίλ εθνικιστικών ομάδων. Αυτό με τη σειρά του, στρεφόταν ενάντια στη μειοψηφία των Σινχαλέζων που κατοικούσαν στο βορρά και χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση για να δικαιολογήσει ακόμα περισσότερα μέτρα ενάντια στους Ταμίλ.

Συγχρόνως, το εργατικό κίνημα της χώρας άρχισε να αποδυναμώνεται. Οι πολιτικοί τους αντιπρόσωποι, το LSSP απογοήτευσε πολλούς με τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση του Ενιαίου Μετώπου και ηττήθηκε κατά κράτος στις εκλογές του 1977. Σε αυτές τις εκλογές, εκλέχθηκε η δεξιά κυβέρνηση του UNP που προχώρησε σε «φιλελευθεροποίηση» της οικονομίας και επιτέθηκε στα συνδικάτα. Το 1980, μια απεργία των σιδηροδρομικών εργατών γρήγορα εξελίχθηκε σε γενική απεργία. Η κυβέρνηση φυλάκισε σχεδόν όλους τους συνδικαλιστές ηγέτες ενώ χρησιμοποίησε λούμπεν στοιχεία για να επιτεθούν στα συνδικάτα.

Αυτή είναι και η περίοδος όπου εμφανίζονται και οι Τίγρεις Ταμίλ (LTTE). Οι Τίγρεις μπόρεσαν να στρατολογήσουν πολλούς από τη νεολαία των Ταμίλ που έβλεπε την καταπίεση του λαού τους από διάφορες κυβερνήσεις και την ανικανότητα της αριστεράς να τον υπερασπιστεί. Οι Τίγρεις χρησιμοποίησαν μεθόδους αντάρτικου που δανείστηκαν από το JVP για να επιτεθούν στο κράτος. Οι πρώτες επιθέσεις είχαν εύκολους και ασήμαντους στόχους ώσπου τη 23η Ιουλίου 1983 έστησαν ενέδρα σε μια πομπή του στρατού σκοτώνοντας 13 στρατιώτες. Έτσι Σινχαλέζοι εθνικιστές με τη βοήθεια της κυβέρνησης, ξεκίνησαν ένα πογκρόμ ενάντια στους Ταμίλ σκοτώνοντας τις επόμενες μέρες 3.000 Ταμίλ. Από τότε, ένας αιματηρός εμφύλιος πόλεμος ξεκίνησε με θύματα 80.000 νεκρούς σε όλη τη χώρα.

Ποιος ο δρόμος για τη Σρι Λάνκα;

Ακόμα και αν πιστέψουμε ότι το LTTE πολεμά για την ευημερία όλων των Ταμίλ- κάτι που είναι δύσκολο να γίνει πιστευτό δεδομένης της συνεργασίας τους με την κυβέρνηση του UNP από το 2001 ως το 2004, μια κυβέρνηση που πήρε πίσω όλες τις κατακτήσεις που κέρδισε η εργατική τάξη τις δεκαετίες του 1960 και 1970, αληθινή χειραφέτηση και ευημερία για τους Ταμίλ δεν μπορεί να επιτευχθεί αν δεν ενωθούν όλοι οι εργάτες της Σρι Λάνκα (και της ινδικής υποηπείρου) και πολεμήσουν μαζί το καπιταλιστικό σύστημα.

Οι Ταμίλ αποτελούν περίπου το 16% του πληθυσμού και βρίσκονται συγκεντρωμένοι στο βορειοανατολικό τμήμα μιας ήδη μικρής χώρας. Ακόμα και αν το LTTE (ή κάποια άλλη εθνικιστική ομάδα) πετύχαινε να εγκαθιδρύσει ανεξάρτητο κράτος των Ταμίλ, αυτό θα βρισκόταν στο έλεος του ιμπεριαλισμού, ειδικά του ινδικού και αυτού της Σρι Λάνκα. Ακόμα, οι τακτικές των Τίγρεων, συγκεκριμένα οι τρομοκρατικές επιθέσεις σε εργατικές γειτονιές του Κολόμπο, έστρεψαν τους Ταμίλ και τους Σινχαλέζους εργάτες τον ένα ενάντια στον άλλο, αντί να τους στρέψει ενάντια στον κοινό τους εχθρό: την αστική τάξη και το αστικό κράτος της Σρι Λάνκα.

Οι εθνικές διαφορές μεταξύ των Σιναλέζων και των Ταμίλ εργατών σίγουρα έχουν μεγάλη ιστορία, άλλα όπως μας έχει δείξει η ιστορία της χώρας, οι διαφορές αυτές μπορούν να ξεπεραστούν σε ταξική βάση. Οι καλύτερες μέρες του LSSP το αποδεικνύουν. Στην πραγματικότητα, η άρχουσα τάξη της Σρι Λάνκα ήταν αναγκασμένη να εφαρμόσει κάθε είδους μέτρα για να δημιουργήσει μίσος μεταξύ αυτών των εθνικών ομάδων.

Υποστηρίζουμε πλήρως το λαό των Ταμίλ στον αγώνα τους να απελευθερωθούν από την καταπίεση, ακόμα και ως την αυτονομία. Τα εγκλήματα του κράτους της Σρι Λάνκα, ειδικά τους τελευταίους μήνες του εμφυλίου, είναι απάνθρωπα. Οι Ταμίλ έχουν κάθε δικαίωμα να αμυνθούν. Ωστόσο, αληθινή χειραφέτηση δε θα επιτευχθεί αν δεν νικηθεί πρώτα ο ιμπεριαλισμός και ο καπιταλισμός, δύο ισχυροί εχθροί. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της ενότητας με τους Σινχαλέζους εργάτες και αυτούς από την Ινδία, το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και όλη την ινδική υποήπειρο. Η ενότητα αυτή δεν είναι ουτοπική- οι Σιναλέζοι και οι Ταμίλ εργάτες είχαν ενώσει τις δυνάμεις τους και στο παρελθόν, νικώντας την άρχουσα τάξη της Σρι Λάνκα.

Τα μαθήματα του παρελθόντος πρέπει να γίνουν κατανοητά. Όταν το LSSP είχε γνήσιες μαρξιστικές θέσεις, έχτισε μια παντοδύναμη βάση στους Σινχαλέζους και τους Ταμίλ εργάτες και αγρότες. Όταν το LSSP απομακρύνθηκε από αυτές τις θέσεις, οδηγήθηκε στην ήττα και την απογοήτευση. Η αριστερά της Σρι Λάνκα πρέπει να επιστρέψει στις καλύτερες παραδόσεις του LSSP, να υιοθετήσει ένα γνήσια επαναστατικό σοσιαλιστικό πρόγραμμα και πάνω σε αυτή τη βάση οι εργάτες μπορούν να οδηγήσουν ξανά τη χώρα προς το σοσιαλισμό. Μια σοσιαλιστική Σρι Λάνκα θα έδινε αυτονομία στους Ταμίλ, ακόμα και αποχωρισμό αν το επιθυμούσαν, αλλά στη βάση μιας σοσιαλιστικής ομοσπονδίας συνδεδεμένης με μια σοσιαλιστική ομοσπονδία της Νότιας Ασίας.

Μετάφραση: Θωμάς Γεωργίου

Source: Μαρξιστική Φωνή