NEA ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΠΑΛΙΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ

Με αφορμή το αποψινό αιματηρό χτύπημα στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης δημοσιεύουμε ένα άρθρο του Λένιν στην "Iskra" (No. 29, 1/12/ 1902) για το πολιτικό αδιέξοδο της ατομικής τρομοκρατίας.

Όπως φαίνεται, η σύντομη «κάλμα» που χαρακτήριζε το επαναστατικό μας κίνημα στο τελευταίο εξάμηνο ή εννιάμηνο - σε σύγκριση με την προηγούμενη γοργή και θυελλώδικη ανάπτυξή του - αρχίζει να πλησιάζει στο τέλος της. Όσο σύντομη κι αν ήταν αυτή η «κάλμα», όσο εξόφθαλμο κι αν ήταν για κάθε προσεχτικό και κατατοπισμένο παρατηρητή ότι η έλλειψη (για ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα) ανοιχτών μαζικών εκδηλώσεων της αγανάχτησης των εργατών  δε σημαίνει καθόλου ότι έπαψε να μεγαλώνει αυτή η  αγανάχτηση και σε βάθος και σε πλάτος, παρ' όλα αυτά στις γραμμές της διανόησής μας που έχει διαθέσεις επαναστατικές, αλλά συχνά δεν έχει ούτε σταθερή σύνδεση με την εργατική τάξη, ούτε γερά βάθρα ξεκαθαρισμένων σοσιαλιστικών πεποιθήσεων, άρχισαν ν' ακούονται πολλές φωνές αποθάρρυνσης και έλλειψης πίστης στο μαζικό εργατικό κίνημα, από τη μια μεριά, και από την άλλη, φωνές υπέρ της επιστροφής στην παλιά ταχτική των μεμονωμένων πολιτικών δολοφονιών, σαν απαραίτητης και υποχρεωτικής για σήμερα μεθόδου πολιτικής πάλης.

Στους λίγους μήνες που πέρασαν από τον καιρό των διαδηλώσεων της περσινής σεζόν, μπόρεσε κιόλας να διαμορφωθεί στη χώρα μας το «κόμμα» των «σοσιαλιστών-επαναστατών», που είπε μεγαλόφωνα πως η εντύπωση από τις διαδηλώσεις είναι αποθαρρυντική, πως «ο λαός, αλίμονο, θ' αργήσει ακόμα», πως είναι, φυσικά, εύκολο να μιλούμε και να γράφουμε για εξοπλισμό των μαζών, μα τώρα πρέπει να καταπιαστούμε με το «ατομικό χτύπημα», χωρίς να ξεφεύγουμε με τα χιλιοειπωμένα επιχειρήματα για το ίδιο και το ίδιο (ανιαρό και «χωρίς ενδιαφέρον» για έναν διανοούμενο, απαλλαγμένο από τη «δογματική» πίστη στο εργατικό κίνημα!) καθήκον της ζύμωσης μέσα στις μάζες του προλεταριάτου και της οργάνωσης της μαζικής επίθεσης, από την επιτακτική ανάγκη της ατομικής τρομοκρατίας.

Να όμως που στο Ροστόβ του Ντον ξεσπάει μια από τις πιο συνηθισμένες και «καθημερινές», από πρώτη ματιά, απεργίες και οδηγεί σε γεγονότα που δείχνουν πεντακάθαρα πόσο παράλογη και πόσο επιζήμια είναι η προσπάθεια των σοσιαλιστών-επαναστατών να παλινορθώσουν το ναροντοβολτσισμό με όλα τα θεωρητικά και ταχτικά του λάθη.

Αφού αγκάλιασε πολλές χιλιάδες εργάτες, η απεργία που άρχισε με διεκδικήσεις καθαρά οικονομικού χαρακτήρα, εξελίσσεται γοργά σε πολιτικό γεγονός, παρά την εξαιρετικά ανεπαρκή συμμετοχή σ' αυτήν οργανωμένων επαναστατικών δυνάμεων. Πλήθη λαού που έφταναν, σύμφωνα με μαρτυρία μερικών που πήραν μέρος στα γεγονότα αυτά, στις 20-30 χιλιάδες, συγκροτούν πολιτικές συγκεντρώσεις που προκάλεσαν κατάπληξη για τη σοβαρότητα και την οργάνωσή τους. Σ' αυτές διαβάζονται και σχολιάζονται με δίψα οι σοσιαλδημοκρατικές προκηρύξεις, εκφωνούνται πολιτικοί λόγοι, εξηγούνται στους πιο τυχαίους και απροετοίμαστους εκπροσώπους του εργαζόμενου λαού οι στοιχειώδικες αλήθειες του σοσιαλισμού και της πολιτικής πάλης, παραδίνονται πραχτικά και «εποπτικά» μαθήματα πώς να φερόμαστε στους στρατιώτες και πώς ν' απευθυνόμαστε σ' αυτούς.

Οι διοικητικές αρχές και η αστυνομία τα χάνουν (ίσως, ως ένα βαθμό, γιατί δεν έχουν σίγουρο το στρατό;) και αποδείχνονται ανίσχυρες να εμποδίσουν τη συγκρότηση μέσα σε λίγες μέρες πρωτοφανών στη Ρωσία μαζικών πολιτικών συγκεντρώσεων στο ύπαιθρο. Και όταν, τέλος, μπαίνει σε ενέργεια η στρατιωτική δύναμη, το πλήθος προβάλλει σ' αυτήν πεισματώδη αντίσταση, και ο φόνος ενός συντρόφου δίνει αφορμή να γίνει την άλλη μέρα γύρω από το πτώμα του πολιτική διαδήλωση... Ωστόσο, οι σοσιαλιστές-επαναστάτες βλέπουν, ίσως, το ζήτημα με άλλο πρίσμα και, από τη σκοπιά τους, θα ήταν, φαίνεται, «σκοπιμότερο», αν οι έξι σκοτωμένοι σύντροφοι του Ροστόβ έδιναν τη ζωή τους σε απόπειρες να σκοτώσουν αυτά ή εκείνα τα αστυνομικά τέρατα.

Εμείς όμως νομίζουμε πως μόνο μαζικά κινήματα, που συνδέονται με την ολοφάνερη στους πάντες άνοδο της πολιτικής συνείδησης και της επαναστατικής δραστηριότητας της εργατικής τάξης, αξίζουν να λέγονται πραγματικά επαναστατικές πράξεις και είναι ικανά να εμπνεύσουν πραγματικό θάρρος σε κείνους πού αγωνίζονται για τη ρωσική επανάσταση. Εδώ δε βλέπουμε το πολυθρύλητο «ατομικό χτύπημα», που η σύνδεσή του με τις μάζες συνίσταται μόνο σε προφορικές δηλώσεις, σε έντυπες ετυμηγορίες κτλ.

Βλέπουμε πραγματική αντίσταση του πλήθους, και το ανοργάνωτο, το απροετοίμαστο, το αυθόρμητο αυτής της αντίστασης μάς θυμίζει πόσο ανόητο είναι να υπερτιμούμε τις επαναστατικές μας δυνάμεις, πόσο εγκληματικό είναι να περιφρονούμε το καθήκον της όλο και πιο καλής οργάνωσης και προετοιμασίας αυτού εδώ του πλήθους που διεξάγει μπροστά στα μάτια μας πραγματικό αγώνα. Οχι να δημιουργούμε με τις ντουφεκιές αφορμές για έξαψη, υλικό για ζύμωση και πολιτική σκέψη, αλλά να μάθουμε να επεξεργαζόμαστε, να χρησιμοποιούμε, να παίρνουμε στα χέρια μας το υλικό που η ρωσική ζωή προσφέρει σε υπεραρκετή ποσότητα - αυτό είναι το μοναδικό αντάξιο ενός επαναστάτη καθήκον.

Οι σοσιαλιστές-επαναστάτες δεν μπορούν να καυχιούνται για το πόσο μεγάλη είναι η «διεγερτική» επίδραση των πολιτικών εκτελέσεων, για τις οποίες τόσο πολλά κρυφομιλητά γίνονται και στα σαλόνια των φιλελευθέρων και στις ταβέρνες του λαουτζίκου. Γι' αυτούς δεν κοστίζει τίποτα (πολύ περισσότερο που είναι απαλλαγμένοι από όλα τα στενά δόγματα μιας λίγο-πολύ αποκρυσταλλωμένης σοσιαλιστικής θεωρίας!) ν' αντικαταστήσουν (ή έστω και να συμπληρώσουν) την πολιτική διαπαιδαγώγηση του προλεταριάτου με τη δημιουργία πολιτικής εντύπωσης. Ενώ εμείς θεωρούμε ότι πραγματική και σοβαρή «ζυμωτική» (διεγερτική), και όχι μόνο διεγερτική, αλλά και (αυτό είναι πολύ πιο σπουδαίο) διαπαιδαγωγητική επίδραση μπορούν να έχουν μόνο τα γεγονότα που πρωταγωνιστής τους είναι η ίδια η μάζα, που προκαλούνται από τις διαθέσεις της και δε σκηνοθετούνται «με ειδικό σκοπό» από τη μια ή την άλλη οργάνωση.

Νομίζουμε πως η εκτέλεση ακόμα και ολόκληρης εκατοντάδας τσάρων δε θα προκαλέσει ποτέ τόση διεγερτική και διαπαιδαγωγητική επίδραση όση θα προκαλέσει και μόνη η συμμετοχή δεκάδων χιλιάδων εργαζόμενου λαού στις συγκεντρώσεις όπου συζητούν τα ζωτικά συμφέροντά τους και τη σύνδεση της πολιτικής μ' αυτά τα συμφέροντα, όση θα προκαλέσει αυτή η συμμετοχή στην πάλη που ανεβάζει πραγματικά όλο και καινούρια «άθιχτα» στρώματα του προλεταριάτου σε πιο συνειδητή ζωή, σε πιο πλατιά επαναστατική πάλη. Μας μιλούν για αποδιοργάνωση της κυβέρνησης (που είναι υποχρεωμένη ν' αντικαθιστά τους κυρίους Σιπιάγκιν με τους κυρίους Πλέβε και «να διαλέγει» για την υπηρεσία της τα πιο βδελυρά καθάρματα), ενώ εμείς είμαστε πεπεισμένοι πως με το να δώσουμε έναν επαναστάτη έστω και για δέκα καθάρματα, αποδιοργανώνουμε τις δικές μας μόνο γραμμές που και χωρίς αυτό είναι αραιές, τόσο αραιές που δεν προφταίνουν όλη τη δουλιά που «ζητούν» απ' αυτές οι εργάτες.

Νομίζουμε πως πραγματική αποδιοργάνωση της κυβέρνησης αποτελούν εκείνες και μόνο εκείνες οι περιπτώσεις, όταν οι πλατιές μάζες που οργανώνονται πραγματικά από την ίδια την πάλη, κάνουν την κυβέρνηση να τα χάνει, όταν το δίκαιο των αιτημάτων των πρωτοπόρων ανθρώπων της εργατικής τάξης γίνεται σαφές στο πλήθος του δρόμου κι αρχίζει μάλιστα να γίνεται σαφές και σ' ένα μέρος του στρατού που καλείται για την «καταστολή», όταν πριν από τις στρατιωτικές ενέργειες ενάντια στις δεκάδες χιλιάδες λαού προηγείται μια ταλάντευση των αρχών που δεν έχουν καμιά πραγματική δυνατότητα να καθορίσουν ως πού θα οδηγήσουν αυτές οι στρατιωτικές ενέργειες, όταν το πλήθος βλέπει τους σκοτωμένους στο πεδίο του εμφύλιου πολέμου και τους νιώθει συντρόφους του, συναγωνιστές του και συσσωρεύει μέσα του νέα αποθέματα μίσους και πόθο για μια πιο αποφασιστική σύγκρουση με τον εχθρό. Και τώρα πια δεν είναι το μεμονωμένο κάθαρμα, αλλά ολόκληρο το σύγχρονο καθεστώς που προβάλλει εδώ σαν εχθρός του λαού, ενάντια στον οποίο κινητοποιούνται οι τοπικές αρχές και οι αρχές της Πετρούπολης, η αστυνομία, οι κοζάκοι και ο στρατός, αφήνουμε πια τους χωροφύλακες και τα δικαστήρια που, όπως πάντα, αποτελούν το συμπλήρωμα και το επιστέγασμα κάθε λαϊκής εξέγερσης.

Μάλιστα, εξέγερσης. Όσο πολύ κι αν απέχει από την «πραγματική» εξέγερση η έναρξη αυτού του απεργιακού, όπως φαίνεται, κινήματος σε μια απομακρυσμένη επαρχιακή πόλη, ωστόσο η συνέχισή του και το τέλος του σε κάνουν να σκέφτεσαι άθελά σου ακριβώς την εξέγερση. Η συνηθισμένη αφορμή για την απεργία, το ασήμαντο των διεκδικήσεων των εργατών υπογραμμίζουν πολύ έντονα και τη μεγάλη δύναμη της αλληλεγγύης του προλεταριάτου που είδε αμέσως πως η πάλη των σιδηροδρομικών είναι κοινή υπόθεσή του και την ικανότητα αφομοίωσης από μέρους του των πολιτικών ιδεών, του πολιτικού κηρύγματος, και την προθυμία να υποστηρίξει, με τα στήθη του σε ανοιχτή μάχη ενάντια στα στρατεύματα, τα δικαιώματα για ελεύθερη ζωή, ελεύθερη ανάπτυξη, που πρόλαβαν κιόλας να γίνουν κοινό και στοιχειώδες κτήμα όλων των σκεφτόμενων εργατών. Και είχε χίλιες φορές δίκιο η Επιτροπή του Ντον, όταν στην προκήρυξη (...) μιλούσε «σ' όλους τους πολίτες» για την απεργία του Ροστόβ, σαν ένα από τα προοίμια του γενικού ξεσηκωμού των Ρώσων εργατών με αίτημα την πολιτική ελευθερία.

Στα γεγονότα αυτού του είδους βλέπουμε πραγματικά με τα ίδια μας τα μάτια, πως η παλλαϊκή ένοπλη εξέγερση ενάντια στην απολυταρχική κυβέρνηση ωριμάζει όχι μόνο σαν ιδέα στα μυαλά και στα προγράμματα των επαναστατών, αλλά και σαν αναπόφευκτο, πραχτικά, φυσικό επόμενο βήμα του ίδιου του κινήματος, σαν αποτέλεσμα της αυξανόμενης αγανάχτησης, της αυξανόμενης πείρας, της αυξανόμενης τόλμης των μαζών που παίρνουν τόσο πολύτιμα μαθήματα και διαπαιδαγωγούνται τόσο θαυμάσια από τη ρωσική πραγματικότητα...

Source: Μαρξιστική Φωνή (Greece)