Η Λιβυκή Επανάσταση και η ιμπεριαλιστική εμπλοκή

Το κείμενο αυτό γράφτηκε μία μέρα πριν την επέμβαση στη Λιβύη, όμως παρά την ροή των εξελίξεων, διατηρούν τη σημασία τους η ανάλυση και οι θέσεις που εμπεριέχει, σε σχέση με την ιμπεριαλιστική επίθεση και την αναγκαία στάση του εργατικού κινήματος

Παρασκευή 18 Μαρτίου 2011

Μετάφραση: Γιώργος Ποντίφηξ

Το Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών αποφάσισε χθες με 10 ψήφους υπέρ έναντι 5 αποχών να επιβάλει μια Ζώνη Απαγόρευσης Πτήσεων πάνω από τη Λιβύη. Το ψήφισμα εξουσιοδοτεί τα κράτη-μέλη του οργανισμού "να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα [...] ώστε να προστατευτούν οι άμαχοι και οι κατοικημένες από αμάχους περιοχές που τελούν υπό την απειλή επίθεσης στη Λιβυκή Αραβική Τζαμαχιρίγια, της Βεγγάζης συμπεριλαμβανομένης, αποκλείοντας ταυτόχρονα μιας οποιασδήποτε μορφής κατάληψη από δύναμη ξένης χώρας  οποιουδήποτε τμήματος της λιβυκής επικράτειας".

Ο Γκαντάφι απάντησε -μέσω του υπουργού του των Εξωτερικών- ανακοινώνοντας την πρόθεσή του να κηρύξει κατάπαυση του πυρός. Η κίνηση αυτή εκ μέρους του είχε προφανώς ως στόχο να σταματήσει τις αεροπορικές επιθέσεις, που προετοιμάζονταν από το NATO και άλλες δυνάμεις. Ο ίδιος αντιλαμβάνεται σε τι κίνδυνους εκτίθεται, εάν αγνοήσει τα Ηνωμένα Έθνη και συνεχίσει να προελαύνει βομβαρδίζοντας τις υπό την κατοχή των ανταρτών πόλεις. Με την εκεχειρία αυτή -εάν ο Γκαντάφι κρατήσει το λόγο του και δεν αποπειράται απλώς να κερδίσει χρόνο για να καταλάβει πόλεις όπως η Μιζουράτα- η χώρα είναι εκ των πραγμάτων χωρισμένη στα δύο.

Αυτή η απότομη μεταστροφή από την πλευρά του Γκαντάφι, είναι πιθανό να υπαγορεύτηκε από το γεγονός ότι συνειδητοποίησε πως το να καταλάβει τη Βεγγάζη θα ήταν ένα απείρως δυσκολότερο εγχείρημα, από όσα έχει φέρει σε πέρας μέχρι στιγμής. Η Βεγγάζη είναι μια μεγάλη πόλη, που βρίσκεται υπό τον έλεγχο του εξεγερμένου λαού και είναι βέβαιο ότι θα προβάλει σθεναρή αντίσταση ενάντια σε μια στρατιωτική δύναμη σταλμένη από τον Γκαντάφι. Έτσι, ένας συμβιβασμός που τον αφήνει κύριο ενός σημαντικού τμήματος της χώρας ίσως να είναι η καλύτερη εκλογή.

Με την επανάσταση σε αδιέξοδο το Προσωρινό Συμβούλιο παραμένει εγκατεστημένο στη Βεγγάζη, με τον Γκαντάφι να ελέγχει τη μεγαλύτερη πόλη, την Τρίπολη, και μια σειρά άλλες πόλεις-κλειδιά καθώς και περιοχές με πετρελαϊκά αποθέματα και διυλιστήρια.

Μία κατάπαυση του πυρός σημαίνει ότι καμιά από τις δύο πλευρές δεν μπορεί να επιτεθεί στην άλλη. Σημαίνει ακόμη ότι θέτει σε κατάσταση αναστολής τη Λιβυκή Επανάσταση, που είναι αυτό ακριβώς που επιθυμεί ο Γκαντάφι όπως επίσης και οι ιμπεριαλιστές. Εκείνοι που βγαίνουν χαμένοι από όλα αυτά είναι οι Λίβυοι εργάτες και η νεολαία, αυτοί που πραγματικά ξεκίνησαν την επανάσταση. Ο Γκαντάφι θα συνεχίσει να είναι κύριος της κατάστασης στην Τρίπολη, ενώ στην Ανατολή και τις υπόλοιπες ανταρτοκρατούμενες περιοχές η επαναστατημένη νεολαία θα αναγκαστεί να υποχωρήσει.

Ας μην ξεχνάμε ότι μέχρι πρόσφατα η Δύση έκανε χρυσές δουλειές με τη Λιβύη. Οι δυτικές πετρελαϊκές εταιρείες λειτουργούσαν εδώ και αρκετό καιρό στη χώρα. Ο Γκαντάφι έθετε σε εφαρμογή νόμους που ευνοούσαν την ανάπτυξη των ιδιωτικών επιχειρήσεων και εν γένει της αγοράς. Το ΔΝΤ μόλις στις 15 Φεβρουαρίου 2011, "χειροκροτούσε" το καθεστώς υπογραμμίζοντας ότι: "ένα φιλόδοξο πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης τραπεζών και ανάπτυξης του εκκολαπτόμενου χρηματιστηριακού τομέα δρομολογείται. Οι τράπεζες έχουν μερικώς ιδιωτικοποιηθεί, ο έλεγχος των επιτοκίων έχει αρθεί και ο ανταγωνισμός ενθαρρύνεται. Σύντονες προσπάθειες καταβάλλονται να αναδομηθεί και να εκσυγχρονιστεί η CBL [Κεντρική Τράπεζα της Λιβύης] με τη βοήθεια του ΔΝΤ". Ο γιος του Γκαντάφι Σαΐφ, ήταν στην πραγματικότητα ο κύριος υποστηρικτής της φιλελευθεροποίησης.

Τα πρόσωπα που απαρτίζουν το Προσωρινό Συμβούλιο με επικεφαλής τον πρώην υπουργό Δικαιοσύνης, δεν διαφοροποιούνται σε τίποτα σε αυτό το ζήτημα από την κλίκα Γκαντάφι. Συνεπώς και με τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα οι ιμπεριαλιστές θα εξακολουθήσουν να έχουν άψογη συνεργασία. Αυτό που εν τέλει επιδιώκουν οι τελευταίοι είναι να ανακόψουν το επαναστατικό κύμα στον αραβικό κόσμο. Στη Λιβύη κατόρθωσαν να βρουν προσώρας ένα τρόπο να το επιτύχουν, τουλάχιστον μερικώς. Η άποψη ότι οι τύραννοι μπορούν εύκολα να ανατραπούν από μαζικά λαϊκά κινήματα, τίθεται πλέον υπό αμφισβήτηση εξαιτίας της επιβίωσης του Γκαντάφι. Επιπλέον, η ιδέα ότι η βοήθεια από τις δυτικές "δημοκρατίες" απαιτείται για να προασπισθούν τα "δημοκρατικά δικαιώματα του λαού", έχει προστεθεί κι αυτή στην εξίσωση.

Ο ρόλος των Ηνωμένων Εθνών

Η Σούζαν Ράις, η αντιπρόσωπος των Ηνωμένων Πολιτειών, μιλώντας στη συνέλευση του Συμβουλίου Ασφαλείας, ισχυρίστηκε πως περνώντας αυτό το ψήφισμα υπερασπίζονταν τα δημοκρατικά δικαιώματα του λιβυκού λαού. Τέτοια λόγια στο στόμα των εκπροσώπων του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού συνιστούν την επιτομή της υποκρισίας. Δεν πρέπει να παρασυρόμαστε από ανάλογες ρητορικές δηλώσεις. Οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις κρύβονται πίσω από αυτές, ενώ συνεχίζουν να προωθούν με αμείωτη ένταση τα ίδια συμφέροντά τους.

Ας μην ξεχνάμε ότι ήταν μόλις τον προηγούμενο μήνα που η ίδια Σούζαν Ράις άσκησε βέτο σε ένα ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας, το οποίο καταδίκαζε τους ισραηλινούς εποικισμούς στα Παλαιστινιακά Εδάφη. Έτσι, ενώ στη Λιβύη εγγυώνται τα δημοκρατικά δικαιώματα, οι Παλαιστίνιοι μπορούν να περιμένουν για τα δικά τους... Τα δύο προηγούμενα χρόνια οι ΗΠΑ άσκησαν βέτο σε πάνω από 30 ψηφίσματα, που καλούσαν στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων. Τουναντίον στο παρελθόν, όταν επιζητούσαν ένα ψήφισμα που να δικαιολογεί την εισβολή τους στο Ιράκ, παρά το γεγονός ότι απέτυχαν να το αποσπάσουν, προχώρησαν μονομερώς και εισέβαλαν σε αυτό.

Δυστυχώς, πολλοί στην Αριστερά τρέφουν μεγάλες ψευδαισθήσεις αναφορικά με το ρόλο του ΟΗΕ. Επικρατεί η ιδέα ότι τα Ηνωμένα Έθνη είναι ένας οργανισμός που αίρεται πάνω από την κοινωνία, δηλαδή πάνω από ταξικά και εθνικά συμφέροντα, ως ένα είδος δημοκρατικού και φιλάνθρωπου διαιτητή. Τίποτα τέτοιο δε συμβαίνει.

Το Συμβούλιο Ασφαλείας περιλαμβάνει πέντε μεγάλες δυνάμεις, τις ΗΠΑ, την Κίνα, τη Ρωσία, τη Γαλλία και τη Βρετανία, που έχουν το δικαίωμα βέτο. Εάν κάποια από αυτές αισθανθεί ότι διακυβεύονται τα εθνικά της συμφέροντα, μπορεί να αποτρέψει την έγκριση ενός ψηφίσματος. Όπερ σημαίνει ότι τα Ηνωμένα Έθνη λαμβάνουν μια απόφαση, όταν τα "εθνικά συμφέροντα" όλων αυτών των χωρών -ήτοι τα συμφέροντα των αντίστοιχών τους αρχουσών τάξεων- καταλήγουν με κάποιο τρόπο να συμπέσουν.

Παρακολουθούμε λοιπόν το θέαμα των άμεσων εκπροσώπων του Σαρκοζί, του Κάμερον και του Ομπάμα να συμφωνούν σε μια επέμβαση στη Λιβύη· των πολιτικών αυτών που στις χώρες τους περικόπτουν συντάξεις, καταστρατηγούν το δικαίωμα στην δημόσια δωρεάν παιδεία, καταρρακώνουν εν γένει το βιοτικό επίπεδο των πολιτών τους, ενώ την ίδια στιγμή υπερασπίζονται σθεναρά τα συμφέροντα της δικής τους τάξης. Οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι δεν έχουν κανένα ενδοιασμό να στείλουν την αστυνομία ενάντια στους δικούς τους εργάτες και τους νέους που διαμαρτύρονται, ενώ ταυτόχρονα ανερυθρίαστα καταγγέλλουν την καταπάτηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων στις ξένες χώρες.

Οι μαρξιστές δεν εξαπατώνται απ' όλα αυτά. Τα συμφέροντα των καπιταλιστών είναι τα ίδια και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Η εσωτερική τους πολιτική εδράζεται στη υπεράσπιση των κερδών και των προνομίων τους. Η εξωτερική τους πολιτική καθορίζεται από τα ίδια ακριβώς κίνητρα. Είναι λοιπόν δυστύχημα που τόσοι πολλοί στην Αριστερά- είτε αυτοαποκαλούνται σοσιαλδημοκράτες είτε σοσιαλιστές, εργατικοί, αριστεροί, κομμουνιστές και ούτω καθεξής- έπεσαν θύματα της ρητορικής της άρχουσας τάξης.

Μπαχρέιν και Λιβύη: δύο μέτρα και δύο σταθμά

Πρέπει κανείς να κοιτάξει τι συμβαίνει στο Μπαχρέιν, για να συλλάβει την απόλυτη υποκρισία των κυρίαρχων κύκλων. Εκεί είχαμε ένα λαϊκό κίνημα μεγάλων διαστάσεων. Η κυβέρνηση απάντησε με βαναυσότητα, ανοίγοντας πυρ ενάντια σε  άοπλους  και ειρηνικούς διαδηλωτές. Άλλα κράτη του Περσικού Κόλπου, όπως η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Κουβέιτ, έστειλαν στρατεύματα και ειδικά σώματα καταστολής με σκοπό να βοηθήσουν την κυβέρνηση να καταπνίξει την εξέγερση. Γιατί τα Ηνωμένα Έθνη δεν αποστέλλουν δυνάμεις προς υπεράσπιση του λαού του Μπαχρέιν; Μέχρι στιγμής η μόνη αντίδραση που σημειώθηκε είναι ότι ο Μπαν Κι Μουν, ο γραμματέας του ΟΗΕ, εκφράζει "τη βαθύτατη ανησυχία του" για τα γεγονότα.

Το επιχείρημα ότι η κυβέρνηση του Μπαχρέιν -που ασκεί βία ενάντια στον ίδιο της το λαό- έχει καλέσει σε βοήθεια τα γειτονικά κράτη και ότι πράττοντας κατ' αυτόν τον τρόπο νομιμοποιεί την ξένη εισβολή, είναι από κάθε άποψη καταγέλαστο. Όλοι αυτοί οι υποκριτές ξεχνούν πως η λαϊκή εξέγερση στο Μπαχρέιν έχει αποστερήσει την κυβέρνηση της χώρας από το δικαίωμα να εμφανίζεται ως εκπρόσωπος της βούλησης της πλειοψηφίας.

Γιατί λοιπόν έχουμε δύο μέτρα και δύο σταθμά; Διότι τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών αλλάζουν κατά περίπτωση. Εάν η επανάσταση στο Μπαχρέιν πετύχαινε, τότε το επόμενο καθεστώς που θα κινδύνευε με ανατροπή θα ήταν η Σαουδική Αραβία, ακολουθούμενη πιθανώς και από άλλα μικρότερα κράτη του Κόλπου. Η Σαουδική Αραβία, που έχει τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στον κόσμο -το Κουβέιτ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν επίσης σημαντικά αποθέματα- δεν αποτελεί υπόδειγμα δημοκρατίας. Αντιθέτως είναι, όπως άλλωστε ήταν πάντοτε, μια κτηνώδης δικτατορία.

Το σαουδαραβικό καθεστώς δέχτηκε ορισμένες πιέσεις, ώστε να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις. Το αποτέλεσμα; Ο βασιλιάς προτίθεται να ανακοινώσει "κυβερνητικό ανασχηματισμό", "μέτρα κατά της διαφθοράς" και υπόσχεται να υπάρξει επάρκεια στα βασικά είδη διατροφής. Πού είναι όμως η δημοκρατία, το δικαίωμα σχηματισμού κομμάτων, το δικαίωμα στην απεργία και την οργάνωση συνδικάτων; Είμαστε βέβαιοι ότι τα παραπάνω δεν θα ακουστούν στο λόγο του βασιλιά σήμερα.

Η Σαουδική Αραβία είναι ρυθμιστής των όσων συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή και βασικός σύμμαχος του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, αλλά την τελευταία περίοδο εμφανίστηκαν διαφορετικές προσεγγίσεις αναφορικά με την αντιμετώπιση των επαναστάσεων που εξαπλώνονται σε ολόκληρη την περιοχή.

Για παράδειγμα, όταν ξέσπασαν οι επαναστάσεις στην Τυνησία και την Αίγυπτο, οι Σαουδάραβες και άλλα αντιδραστικά αραβικά καθεστώτα ασκούσαν επίμονες πιέσεις στο Μουμπάρακ να αντισταθεί με κάθε κόστος. Αντιλαμβάνονταν ότι η ανατροπή της αιγυπτιακής δικτατορίας θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου, με κίνδυνο να είναι τα επόμενα θύματα.

Οι ΗΠΑ από την άλλη πλευρά, μετά το αρχικό σοκ που υπέστησαν βλέποντας τα εκατομμύρια των διαδηλωτών -κάτι που σε καμία περίπτωση δεν ανέμεναν- συνειδητοποίησαν ότι για να διατηρήσουν έναν κάποιο έλεγχο της κατάστασης αυτό που απαιτούνταν ήταν μια εκτόνωση της έντασης, δηλαδή μερικές άνωθεν παραχωρήσεις για να αποφευχθούν οι αντιδράσεις από τα κάτω. Αυτή είναι στην πραγματικότητα η πολιτική που προωθούν κάνοντας παραινέσεις στο καθεστώς του Μπαχρέιν να ακολουθήσει την ίδια γραμμή.

Είναι ένα πράγμα να κάνεις διακηρύξεις πέραν του Ατλαντικού και εντελώς διαφορετικό να βρίσκεσαι στο "ηφαίστειο" της Μέσης Ανατολής. Τα καθεστώτα της περιοχής αντιλαμβάνονται ότι, εάν υπό το φόβο των επαναστατικών κινημάτων ακολουθήσουν τη γραμμή των παραχωρήσεων αυτή θα προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις, τις προεκτάσεις των οποίων δε μπορούν να προβλέψουν. Όταν οι μάζες νιώσουν πως ένα καθεστώς είναι αποδυναμωμένο και διασπασμένο και υποχρεώνεται σε μεταρρυθμίσεις προκειμένου να σταματήσει την επαναστατική πλημμυρίδα, τότε παίρνουν μεγαλύτερο θάρρος και διεκδικούν ακόμη περισσότερα.

Αυτό οι ιμπεριαλιστές το γνωρίζουν πολύ καλά. Έτσι οι αλλαγές που εισηγούνται είναι διακοσμητικού χαρακτήρα, ενώ στοχεύουν στη διατήρηση της δομής των παλαιών καθεστώτων, που είτε γνώρισαν κυβερνητικές ανατροπές είτε είναι πιθανό να γνωρίσουν· καθεστώτων που διατηρούν και υπερασπίζονται τα συμφέροντα του καπιταλισμού ως συστήματος.

Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να εξετάσουμε τα όσα συμβαίνουν στη Λιβύη καθώς και το ψήφισμα των Ηνωμένων Εθνών, που προετοίμασε το έδαφος για την επιβολή Ζώνης Απαγόρευσης Πτήσεων. Είναι εμφανές πως η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν είχε σκοπό να αναλάβει το καθήκον της εφαρμογής των κυρώσεων στη αραβική χώρα. Έχουν πάρει το μάθημά τους στο Ιράκ και δεν είναι διατεθειμένοι να υποστούν τα ίδια σε έναν ακόμη πόλεμο. Έτσι λοιπόν εξηγείται, το γιατί δόθηκε τόση έμφαση στο γεγονός ότι δεν πρόκειται να υπάρξει κατάληψη λιβυκού εδάφους. Προς απογοήτευσιν των στρατηγιστών τους οι ΗΠΑ σύρθηκαν στην υποστήριξη του ψηφίσματος και τώρα είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένοι να συμμετάσχουν ως ένα βαθμό στην εφαρμογή της Ζώνης Απαγόρευσης Πτήσεων. Γι' αυτούς είναι το μικρότερο κακό. Ταυτόχρονα πρέπει να ζυγίσουν τη δράση τους στην ευρύτερη περιοχή. Πάνω απ' όλα η διατήρηση του σαουδαραβικού καθεστώτος είναι ζωτικής σημασίας για τα συμφέροντά τους.

Η έκκληση για την επιβολή Ζώνης Απαγόρευσης Πτήσεων προήλθε από την ίδια τη Λιβύη και συγκεκριμένα από το Προσωρινό Συμβούλιο στη Βεγγάζη. Η δικαιολογία της είναι πως ο Γκαντάφι έχει διατηρήσει τον έλεγχο κρίσιμων τμημάτων των ενόπλων δυνάμεων, όπως αναφέραμε σε προηγούμενο άρθρο μας [βλ. Γιατί έχει τελματωθεί η επανάσταση στη Λιβύη; ], ειδικότερα της πολεμικής αεροπορίας που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στο βομβαρδισμό ελεγχόμενων από τους αντάρτες περιοχών. Η ηγεσία του Συμβουλίου έπαιξε σημαντικό ρόλο σε όλα αυτά. Δείλιασε σε κρίσιμες στιγμές, συγκράτησε την επαναστατική νεολαία, ελπίζοντας τελικά ότι τα περισσότερα τμήματα του στρατού θα περνούσαν με το μέρος της επανάστασης είτε ότι ο Γκαντάφι θα απομακρυνόταν από πρόσωπα του ίδιου του καθεστώτος.

Οι μάζες πρέπει να ανακτήσουν την πρωτοβουλία

Με την επανάσταση να έχει τελματωθεί, ο Γκαντάφι μπόρεσε να αναδιοργανώσει τις δυνάμεις του και να περάσει στην αντεπίθεση. Από τη στιγμή που η σύγκρουση άρχισε να αποκτά περισσότερο τα χαρακτηριστικά ενός πολέμου παρά μιας επανάστασης και απέναντι σε έναν αντίπαλο με ανώτερη δύναμη πυρός, ο πληθυσμός της Βεγγάζης και των άλλων ανταρτοκρατούμενων πόλεων βρέθηκε αντιμέτωπος με τον κίνδυνο να χάσει όλα αυτά για τα οποία είχε αγωνιστεί και να υποστεί μια αιματηρή καταστολή από τις καθεστωτικές δυνάμεις. Όταν φάνηκε πως ο Γκαντάφι βρισκόταν κοντά σε μια πιθανή ανακατάληψη της Βεγγάζης, το Συμβούλιο Ασφαλείας αποφάσισε να περάσει το ψήφισμα σχετικά με τη Ζώνη Απαγόρευσης Πτήσεων.

Η κόσμος στους δρόμους της Βεγγάζης αντέδρασε με πανηγυρισμούς, καθώς ένιωσε ότι είχε πλέον την υποστήριξη των μεγάλων δυνάμεων και ότι ο Γκαντάφι μπορούσε να νικηθεί. Αυτή η ευφορία είναι κατανοητή, είναι όμως και δικαιολογημένη; Οι ιμπεριαλιστές δεν επεμβαίνουν για να υπερασπίσουν τη Λιβυκή Επανάσταση. Τουναντίον, ο στόχος τους είναι να την καθυποτάξουν και να την επαναφέρουν κατά το δυνατόν μέσα στα αστικά πλαίσια. Στηρίζουν το Προσωρινό Συμβούλιο στη Βεγγάζη, του οποίου τα μέλη έδειξαν ότι θέλουν να έχουν καλές σχέσεις με τους τελευταίους, κάνοντας ακόμη μεγαλύτερα ανοίγματα απ' ότι στο παρελθόν στα δυτικά οικονομικά συμφέροντα και επιδιώκοντας στη πορεία να κερδίσουν υπουργικούς θώκους για τους ίδιους.

Γιατί τι είδους καθεστώς θα μπορούσε να προκύψει ύστερα από μια νίκη κατά του Γκαντάφι με τη βοήθεια των ιμπεριαλιστών; Βλέποντας το Ιράκ μπορεί να καταλάβει κανείς τι πρόκειται να συμβεί σε μια ανάλογη περίπτωση· το κόστος μιας τέτοιας νίκης θα ήταν βαρύτατο. Η Λιβύη θα αποκτούσε μια κυβέρνηση υποχείριο των δυτικών δυνάμεων. Αυτό θα σήμαινε αυτόματα μια επιτάχυνση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων που εισήγαγε ο Γκαντάφι, περαιτέρω περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες, ελλείψεις στα είδη διατροφής και ούτω καθεξής. Θα ήταν ένα καπιταλιστικό καθεστώς με δημοκρατική πρόσοψη, αλλά με τα φλέγοντα κοινωνικά προβλήματα να παραμένουν άλυτα ή ακόμη χειρότερα, να επιδεινώνονται.

Προς το παρόν όμως ο Γκαντάφι διατηρεί άθικτες τις στρατιωτικές του δυνάμεις. Η επίθεσή του εναντίον των ανταρτών δε βασίστηκε στους αεροπορικούς βομβαρδισμούς, αλλά στα στρατεύματα ξηράς επικουρούμενα από άρματα μάχης και εξοπλισμό βαρέος τύπου. Εάν ο στόχος είναι η προστασία των αμάχων, τότε μια Ζώνη Απαγόρευσης Πτήσεων δεν είναι αρκετή. Μακροπρόθεσμα θα υποχρεωθούν να αποστείλουν στρατεύματα.

Από στρατιωτικής άποψης έχουν λοιπόν τη δυνατότητα να υπερισχύσουν του Γκαντάφι, όπως συνέβη και με το Σαντάμ Χουσεΐν, υπό την προϋπόθεση ότι θα πατήσει στρατός στο έδαφος της Λιβύης. Ποιο θα είναι όμως το κόστος σε μια τέτοια περίπτωση; Οι πολλές ανθρώπινες αλλά και υλικές απώλειες· αυτό ακριβώς που υποτίθεται ότι προσπαθούν να αποφύγουν με τις προβλέψεις του ψηφίσματος.

Τώρα που ο Γκαντάφι αποδέχτηκε να συγκρατήσει τις δυνάμεις του, ίσως να μη δούμε το προαναφερόμενο σενάριο να πραγματοποιείται. Η εναλλακτική εκδοχή θα σήμαινε την παγίωση της παρούσας κατάστασης και την έναρξη διαπραγματεύσεων, που θα έβρισκε το Προσωρινό Συμβούλιο, τον Γκαντάφι και τις δυτικές δυνάμεις -υπό την κάλυψη πάντα του ΟΗΕ- να κάθονται στο ίδιο τραπέζι, για να αποφασίσουν πως θα διαμοιράσουν τον πλούτο της χώρας σε βάρος του ίδιου του λιβυκού λαού.

Η μόνη λύση σωτηρίας για τους εργάτες και την επαναστατική νεολαία της Λιβύης είναι να ανακτήσουν την πρωτοβουλία. Οφείλουν να εξηγήσουν σε όλο το λαό ότι επανάσταση δεν σημαίνει να απομακρύνεις ένα δεσπότη, που διατηρούσε καλές σχέσεις με τους ιμπεριαλιστές, για να τον αντικαταστήσεις με μια εξίσου φιλοϊμπεριαλιστική κυβέρνηση. Ο λιβυκός λαός λαχταρά την ελευθερία και τη δημοκρατία, το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τη γνώμη του και το δικαίωμα να οργανώνεται για να υλοποιήσει τις όποιες επιδιώξεις του. Είναι ξεκάθαρο όμως ότι οι σκοποί αυτών που κάθονται στις καρέκλες του Προσωρινού Συμβουλίου δεν είναι οι ίδιοι με αυτούς των μαζών που ξεκίνησαν την επανάσταση.

Το μήνυμα λοιπόν που πρέπει να σταλεί στο κόσμο, και ιδιαίτερα στη Λιβύη, είναι ότι η επανάσταση δε θα νικήσει βάζοντας μερικούς αποστάτες από το στρατόπεδο Γκαντάφι στη θέση του ίδιου του δικτάτορα και στηρίζοντας μια κυβέρνηση που θα συνεχίσει τις ίδιες πάνω κάτω πολιτικές, τις υπαγορευμένες από τον ιμπεριαλισμό, που και το παλαιό καθεστώς ακολουθούσε.

Επανάσταση σημαίνει να μπει τέλος σε κάθε συμβιβασμό με τον ιμπεριαλισμό. Σημαίνει την εγκαθίδρυση εργατικού ελέγχου στις εθνικοποιημένες βιομηχανίες και την επανάκτηση κάθε παραγωγικού τομέα που είχε ιδιωτικοποιηθεί. Για να συμβεί αυτό οι εργάτες πρέπει να αποκτήσουν τη δική τους φωνή, τη δική τους σημαία και το δικό τους κόμμα. Αυτό είναι ό,τι λείπει από την επανάσταση και αυτό είναι που απομένει να χτιστεί.

Οι εργάτες και η επαναστατική νεολαία θα βγάλουν τα συμπεράσματά τους, από τα γεγονότα που εκτυλίχτηκαν τις λίγες εβδομάδες που μας πέρασαν. Τα διδάγματα που πήραν στο σχολείο του αγώνα ήταν σκληρά. Εάν όμως δε θέλουν να δουν να τους κλέβουν την επανάστασή τους, έχουν καθήκον να κατέβουν στη μάχη ως μια ανεξάρτητη δύναμη.

Translation: Μαρξιστική Φωνή (Greece)