Καλή χρονιά! (Για μερικούς)

Ανάλυση του Άλαν Γουντς για τη θυελλώδη κατάσταση στην οποία βρίσκει τον κόσμο η αλλαγή του χρόνου - όπως φανερώθηκε χαρακτηριστικά και από τα γεγονότα στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ - και για τους επερχόμενους μαζικούς αγώνες της παγκόσμιας εργατικής τάξης


[Source]

«Αυτός που γελάει δεν έχει ακούσει ακόμα τα άσχημα νέα». (Μπέρτολτ Μπρεχτ )

«Η ελπίδα ατέλειωτα ανθίζει στο ανθρώπινο στήθος». Τα διάσημα λόγια του μεγάλου Άγγλου ποιητή του 18ου αιώνα Αλεξάντερ Πόουπ, εμπεριέχουν μία μεγάλη αλήθεια για τον ανθρώπινο ψυχισμό. Σε τελική ανάλυση, είναι η ελπίδα που μας κάνει να προχωράμε. Είναι αυτό που μας δίνει κουράγιο μπροστά στις ατελείωτες δοκιμασίες της ζωής.

Ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές, όταν αισθανόμαστε συγκλονισμένοι από τις ατελείωτες δυσκολίες, είναι αυτή η πεισματική πεποίθηση ότι τα πράγματα τελικά θα καλυτερέψουν που μας παρέχει την απαραίτητη ηθική δύναμη για να συνεχίσουμε να ζούμε και να αγωνιζόμαστε, ακόμα και όταν όλες οι πιθανότητες φαίνεται να είναι εναντίον μας.

Αλλά τι θα συνέβαινε αν όλες οι ελπίδες έσβηναν; Ένας κόσμος χωρίς ελπίδα θα ήταν πράγματι ένα σκοτεινό μέρος. Σε έναν τέτοιο κόσμο θα ήταν αδύνατο να ζήσουμε. Αν αφαιρέσει κανείς την ελπίδα των ανθρώπων για ένα καλύτερο μέλλον, αφαιρεί όλα όσα απομένουν από την ανθρωπιά και την αξιοπρέπεια τους.

Η εξαφάνιση της ελπίδας αφήνει μόνο μία πιθανή απάντηση και αυτή η απάντηση είναι η απελπισία. Οι άνθρωποι μπορούν να αντιδράσουν στην απόγνωση με διαφορετικούς τρόπους. Βασικά, μόνο δύο δρόμοι υπάρχουν. Ο ένας είναι ο δρόμος της παθητικότητας, της απάθειας και τελικά το συμπέρασμα ότι δεν αξίζει κανείς να ζει αυτή τη ζωή. Αλλά υπάρχει ένας άλλος δρόμος. Τα ανθρώπινα όντα είναι πολύ πεισματάρικα πλάσματα, και δεν θα καταλήξουν πρόθυμα στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει διέξοδος. Ο δεύτερος δρόμος είναι ο δρόμος της επανάστασης.

Ευτυχισμένο το νέο έτος;

Τα μεσάνυχτα, καθώς η 31η Δεκεμβρίου δίνει τη θέση της στην 1η Ιανουαρίου, είναι σύνηθες να ευχόμαστε στους φίλους και την οικογένειά μας καλή χρονιά. Αυτό το έτος δεν ήταν διαφορετικό. Ο γερο Πόουπ είχε δίκιο: Η ελπίδα ατέλειωτα ανθίζει στο ανθρώπινο στήθος.

Έτσι, όπως συνήθως, σηκώσαμε τα ποτήρια μας και ευχηθήκαμε σε όλους μια ευτυχισμένη χρονιά με υγεία και πρόοδο, με την ελπίδα ότι το 2021 θα είναι καλύτερο από το 2020. Εξάλλου, δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερο.

Και όμως, στα βάθη της καρδιάς μας, πόσοι από εμάς πίστεψαν πραγματικά σε αυτήν την αισιόδοξη πρόβλεψη; Για να πούμε την αλήθεια, υπάρχουν πολύ λίγα εμπειρικά δεδομένα για να τη δικαιολογήσουν.

Η πανδημία εξακολουθεί να μαίνεται εκτός ελέγχου, υποβάλλοντας εκατομμύρια ανθρώπους σε άσκοπα βάσανα και θάνατο. Ο συνολικός αριθμός περιπτώσεων κορωνοϊού σε παγκόσμια κλίμακα στο τέλος του 2020 ήταν 82.421.447. Και ο συνολικός αριθμός θανάτων που καταγράφηκε ήταν 1.799.076.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτά τα επίσημα στοιχεία υποτιμούν την πραγματική κατάσταση κατά πολύ. Ποιος άνθρωπος που είναι καλά στα μυαλά του μπορεί να πιστέψει τα επίσημα στατιστικά στοιχεία θανάτων από αυτή την τρομερή ασθένεια στην Ινδία;

Αρκεί να επισημάνουμε την κατάφωρη παραποίηση στατιστικών στοιχείων, ώστε να φαίνεται μικρότερος ο αριθμό θανάτων από COVID-19 στη Βρετανία και σε άλλες, λεγόμενες ανεπτυγμένες χώρες για να επισημάνουμε το θέμα.

Και δεδομένου ότι οι ιοί δεν δείχνουν σεβασμό στα εθνικά σύνορα, ούτε καν τα πλουσιότερα κράτη σώζονται. Οι Ηνωμένες Πολιτείες καταγράφουν τον μεγαλύτερο αριθμό κρουσμάτων με τη Φλόριντα να είναι επί του παρόντος το επίκεντρο της επιδημίας.

Ένα νοσοκομείο του Λος Άντζελες είχε τόσα κρούσματα COVID-19 που αναγκάστηκε να φροντίσει κάποια θύματα της νόσου σε ένα κατάστημα δώρων. Αυτή είναι η πραγματική κατάσταση στην πλουσιότερη χώρα του κόσμου.

Ένα ταξικό ζήτημα

Ο Τρότσκι είχε πει κάποτε, χρησιμοποιώντας τα λόγια του μεγάλου φιλόσοφου Σπινόζα, πως το καθήκον μας δεν είναι «ούτε να κλαίμε όχι να γελάμε, αλλά να καταλαβαίνουμε».

Μας λένε συνεχώς ότι πρέπει να ενωθούμε για να αντιμετωπίσουμε έναν κοινό εχθρό – έναν άθλιο, και αόρατο εχθρό που ονομάζεται COVID-19. «Είμαστε όλοι μαζί» – αυτό είναι το ψεύτικο και υποκριτικό σύνθημα, με το οποίο οι πλούσιοι και ισχυροί επιδιώκουν να αποσπάσουν την προσοχή μας από το προφανές γεγονός ότι η παρούσα πανδημία είναι επίσης ένα ταξικό ζήτημα.

Δεν ισχύει πως «είμαστε όλοι μαζί μαζί». Στην πραγματικότητα, ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Η πανδημία έχει αποκαλύψει την άβυσσο που χωρίζει πλούσιους και φτωχούς: την πραγματική διαχωριστική γραμμή που χωρίζει την κοινωνία σε εκείνους που είναι καταδικασμένοι να αρρωστήσουν και να πεθάνουν έναν φρικτό θάνατο και σε αυτούς που δεν είναι.

Και η σκληρή πραγματικότητα της πανδημίας ήρθε εν μέσω της βαθύτερης οικονομικής κρίσης της σύγχρονης εποχής. Η παγκόσμια οικονομική κρίση έπληξε σκληρά τις ΗΠΑ. Σαράντα εκατομμύρια Αμερικανοί έμειναν άνεργοι κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Όπως πάντα, είναι οι φτωχοί εκείνοι που υποφέρουν περισσότερο.

Το 2019, η Fed ανέφερε ότι 4 στους 10 Αμερικανούς δεν είχαν αρκετά χρήματα στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς για να καλύψουν ένα έκτακτο έξοδο 400 $. Και τους πρώτους μήνες του 2020, η κατάσταση πήρε μια δραματική στροφή προς το χειρότερο.

Ανήσυχη για του κινδύνους που ενέχει αυτή η κατάσταση, η άρχουσα τάξη αναγκάστηκε να λάβει έκτακτα μέτρα. Το κράτος, το οποίο σύμφωνα με τη θεωρία της ελεύθερης αγοράς, θα έπρεπε να παίζει μικρό ή καθόλου ρόλο στην οικονομική ζωή, τώρα έγινε το μόνο πράγμα που στηρίζει το καπιταλιστικό σύστημα.

Το Μάρτιο, οι Αμερικανοί νομοθέτες ενέκριναν περισσότερα από 2,4 τρισεκατομμύρια δολάρια σε πακέτα στήριξης για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, σε μια προσπάθεια να αμβλύνουν την οικονομική καταστροφή που αντιμετώπιζαν εκατομμύρια οικογένειες. Στην πραγματικότητα, τα περισσότερα από αυτά τα χρήματα έγιναν γενναιόδωρα πακέτα ενίσχυσης για τους πλούσιους. Αλλά τα χρήματα που δόθηκαν στους άνεργους αναμφίβολα χρησίμευσαν για τον περιορισμό των επιπτώσεων της κρίσης στο φτωχότερο και πιο ευάλωτο τμήμα της κοινωνίας.

Ωστόσο, τα επιδόματα έχουν μειωθεί από το καλοκαίρι και πολλά βασικά προγράμματα – συμπεριλαμβανομένων των παροχών για τους άνεργους εργάτες και άτομα που δεν εργάζονται για περισσότερο από έξι μήνες – έληγαν στα τέλη Δεκεμβρίου. Καθώς η κυβέρνηση αποσύρει τα επιδόματα, ένας αυξανόμενος αριθμός ανθρώπων μένει χωρίς επαρκή τροφή ή καθυστερεί τις πληρωμές σε ενοίκια και άλλους λογαριασμούς.

Πείνα στις ΗΠΑ

Πολλοί άνθρωποι βρίσκονται τώρα σε μια απελπιστική κατάσταση. Έχοντας ξαφνικά χάσει τις δουλειές τους, αντιμετωπίζουν την προοπτική να χάσουν τα σπίτια τους. Δεν έχουν εισόδημα και δεν έχουν αρκετά χρήματα για να βάλουν φαγητό στο τραπέζι. Στην πλουσιότερη χώρα του κόσμου, εκατομμύρια οικογένειες πεινούν.

Η επισιτιστική ανασφάλεια έχει διπλασιαστεί από πέρυσι, φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο από το 1998, όταν συλλέχθηκαν για πρώτη φορά στοιχεία σχετικά με την ικανότητα των νοικοκυριών των ΗΠΑ να εξασφαλίζουν φαγητό. Ένας στους οκτώ Αμερικανούς ανέφερε ότι μερικές φορές ή συχνά δεν είχε αρκετό φαγητό τον Νοέμβριο, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα.

Η τράπεζα τροφίμων San Francisco-Marin, η οποία λειτουργεί σε ορισμένες από τις πλουσιότερες κομητείες των ΗΠΑ – Σαν Φρανσίσκο και Μαρίν – εξυπηρετεί περίπου 60.000 νοικοκυριά, τον διπλάσιο αριθμό σε σχέση με την περίοδο πριν από την πανδημία. Στις 14 Δεκεμβρίου, το BBC News ανέφερε: «Αν και η πείνα δεν είναι νέα στην Αμερική, η πανδημία την έχει επιδεινώσει. Η επισιτιστική ανασφάλεια έχει γίνει ένα γενικευμένο εθνικό ζήτημα από το οποίο δεν εξαιρούνται ακόμη και οι πλουσιότερες περιοχές. Από τις αρχές Νοεμβρίου, όχι μακριά από το γήπεδο γκολφ του Τραμπ στη Βιρτζίνια, σε μια περιοχή που είχε μερικά από τα χαμηλότερα ποσοστά πείνας στη χώρα, το Loudoun Hunger Relief παρείχε φαγητό σε 750 με 1.100 νοικοκυριά την εβδομάδα – μια αύξηση 225% από τα προ πανδημίας επίπεδα».

«Είδαμε άτομα που δεν χρειάστηκαν ποτέ να έχουν πρόσβαση σε αυτόν τον τύπο πόρων στο παρελθόν», λέει η εκτελεστική διευθύντρια Jennifer Montgomery. «Ήταν προφανές ότι απείχαν έναν ή δύο μισθούς από το να αντιμετωπίσουν σοβαρά προβλήματα».

«Έχω χάσει την περηφάνια μου»

Πάρτε για παράδειγμα τον Ομάρ Λάιτνερ, έναν 42χρονο οδηγό φορτηγού στη Φλόριντα. Έχασε τη δουλειά του τον Φεβρουάριο λόγω της πανδημίας. Από τότε, ζει από τις αποταμιεύσεις του σε ένα μοτέλ στο Τζάκσονβιλ με τη γυναίκα και τα παιδιά του. Τα χρήματά τους εξαντλούνται γρήγορα.

«Οι αποταμιεύσεις μου ήταν 22.000 $ όταν πήγαμε στο μοτέλ», δήλωσε ο Λάιτνερ. «Τώρα τα χρήματα τελειώνουν. Τα περισσότερα χρήματα πήγαν για διαμονή, τα υπόλοιπα πήγαν για κουπόνια σίτισης. Αυτό βοήθησε πολύ. Αλλά έχουμε δύο παιδιά με σοβαρό αυτισμό. Υπάρχουν και έξοδα για φάρμακα και θεραπεία για να πληρώσουμε.»

Καθώς ο Λάιτνερ συνεχίζει να ψάχνει για δουλειά, η μεγαλύτερη και πιο άμεση ανησυχία του είναι πώς να εξασφαλίσει ένα σπίτι για την οικογένειά του. Έχει μείνει τέσσερις εβδομάδες πίσω στο ενοίκιο και τώρα αντιμετωπίζει την προοπτική της έξωσης.

Ως μέρος της πολιτικής έξωσης του μοτέλ, αντικείμενα που θεωρούνται μη απαραίτητα αφαιρούνται από το δωμάτιό τους. Αυτήν την εβδομάδα, πήραν την τηλεόραση, κάτι που το ζευγάρι χρειάζεται απεγνωσμένα να ηρεμήσει τον γιο τους Τζαμάλ.

«Είμαστε μια οικογένεια πέντε ατόμων, δεν υπάρχουν διαθέσιμα κέντρα φιλοξενίας για να μας μεταφέρουν τώρα», δήλωσε ο Λάιτνερ. «Η περηφάνια μου έχει χαθεί. Είμαστε σχεδόν άστεγοι τώρα. Και ήμουν ένας άντρας πάντα περήφανος. Δούλεψα όλη μου τη ζωή. Είχαμε πάντα ένα ωραίο σπίτι και ωραία αυτοκίνητα. Έπρεπε να δουλέψω για να πάρω αυτά τα πράγματα. Και χάθηκαν χωρίς δικό μου λάθος.»

Αυτό είναι το πραγματικό, βάναυσο πρόσωπο του καπιταλισμού στον 21ο αιώνα. Δεν υπάρχει άλλο. Την πρώτη Ιανουαρίου 2021, για τουλάχιστον 12 εκατομμύρια Αμερικανούς πολίτες, η φράση «χαρούμενο το νέο έτος» έμοιαζε με πικρόχολο αστείο.

Καλή χρονιά για τους πλούσιους

Αλλά ας μην είμαστε τόσο κατσούφηδες! Δεν είχαμε μόνο κακά νέα την χρονιά που μας πέρασε. Εν μέσω αυτής της απέραντης θάλασσας ανθρώπινης δυστυχίας, ταλαιπωρίας, πείνας και θανάτου, μερικοί άνθρωποι τα πήγαν πολύ καλά.

Σε μια εποχή που περισσότεροι από 40 εκατομμύρια Αμερικανοί έμειναν άνεργοι, οι δισεκατομμυριούχοι είδαν τον πλούτο τους να αυξάνεται κατά περισσότερο από μισό τρισεκατομμύριο δολάρια. Για αυτούς τους ανθρώπους, το 2020 ήταν πράγματι μια πολύ ευτυχισμένη χρονιά. Και δεν υπάρχει κανένας λόγος αμφιβολίας ότι το 2021 θα είναι ακόμα πιο ευτυχισμένο.

Ας δούμε μόνο την υπόθεση του αφεντικού την Amazon Τζεφ Μπέζος. Έγινε ο πρώτος άνθρωπος με συνολικό δηλωμένο πλούτο άνω των 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Από τις αρχές Μαρτίου, όταν οι ΗΠΑ σημείωσαν τους πρώτους θανάτους από τον κορωνοϊό, ο πλούτος του κ. Μπέζος αυξήθηκε κατά 74 δισεκατομμύρια δολάρια. Αυτός σίγουρα είναι ένας λόγος για πανηγυρισμό!

Ο κ. Μπέζος βγάζει πλέον περισσότερα χρήματα ανά δευτερόλεπτο από ό, τι ένας μέσος Αμερικανός εργαζόμενος σε μια εβδομάδα. Ο μέσος Αμερικανός με πτυχίο θα κερδίσει περίπου 2,2 εκατομμύρια δολάρια στη διάρκεια της ζωής του, ο Μπέζος κερδίζει περίπου 2,2 εκατομμύρια δολάρια σε 15 λεπτά.

Με τα 200 δισεκατομμύρια δολάρια του, είναι τόσο πλούσιος που το 1 δολάριο ενός μέσου Αμερικάνου αντιστοιχούν σε 2 εκατομμύρια δολάρια για τον CEO της Amazon. Η περιουσία του είναι υπερδιπλάσια της συνολικής βρετανικής μοναρχίας και είναι τόσο μεγάλη όσο το ΑΕΠ ολόκληρων χωρών.

Ούτε ήταν μόνος του στην τύχη του. Ο μεγιστάνας των καζίνο Σέλντον Άντελσον είδε τον πλούτο του να αυξάνεται κατά 5 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ ο Ίλον Μασκ κατά 17,2 δισεκατομμύρια δολάρια. Αν προσθέσετε τους αριθμούς, οι δισεκατομμυριούχοι στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αυξήσει τη συνολική τους καθαρή αξία κατά 637 δισεκατομμύρια δολάρια εν μέσω της πανδημίας COVID-19 μέχρι στιγμής.

Όπως έχουμε επισημάνει, μεγάλο μέρος του νέου τους πλούτου προήλθε κατευθείαν από τα γενναιόδωρα πακέτα στήριξης από το κράτος. Από το τεράστιο χρηματικό ποσό που έδωσε η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της κρίσης, το μερίδιο του λέοντος πήγε κατευθείαν στις τσέπες του πλουσιότερου 1%.

Επιπρόσθετα, οι φιλικοί προς τον πλούτο νόμοι για τη φορολογία και τα διάφορα «παραθυράκια» γεμίζουν τις τσέπες των δισεκατομμυριούχων ακόμη περισσότερο. Και αυτοί είναι μόνο οι νόμιμοι δρόμοι που παίρνουν οι πλούσιοι για να αποφύγουν την καταβολή φόρων. Το 2017, αναλυτές υπολόγισαν ότι περίπου το 10% του παγκόσμιου ΑΕΠ είναι κριμένο σε υπεράκτιους (offshore) φορολογικούς παραδείσους. Μια μελέτη το 2012 διαπίστωσε ότι έως και 32 τρισεκατομμύρια δολάρια διατηρούνταν σε τέτοια μέρη από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου.

Μία αγεφύρωτη άβυσσος χωρίζει τους έχοντες από τους μη έχοντες. Αυτή η κατάσταση βαθαίνει την κοινωνική και πολιτική πόλωση και δημιουργεί μια εκρηκτική διάθεση στην κοινωνία. Αυτό το γεγονός έγινε εμφανές από τα γεγονότα στην Ουάσιγκτον τις τελευταίες ημέρες.

Η τελευταία μάχη του προέδρου Τραμπ

Η απόκτηση ορθολογικής γνώσης για τη λειτουργία του περίπλοκου εγκεφάλου του Ντόναλντ Τραμπ είναι ένα έργο που χρίζει πολύ μεγαλύτερης νοημοσύνης από αυτή που κατέχει ο συγγραφέας των παρόντων γραμμών. Ωστόσο, δεν είναι απολύτως αδύνατο να κάνουμε μια αρκετά καλή εικασία σχετικά με τα κίνητρά του στην παρούσα υπόθεση.

Το Κογκρέσο δεν μπορούσε να καταλήξει σε συμφωνία για ένα νέο πακέτο «τόνωσης της οικονομίας» που υποτίθεται ότι θα βοηθούσε περίπου 12 εκατομμύρια εργαζόμενους που θα έχαναν τα επιδόματα τους στις 31 Δεκεμβρίου.

Οι Ρεπουμπλικάνοι και οι Δημοκρατικοί τελικά συμφώνησαν σε ένα συμβιβαστικό νομοσχέδιο που θα επέκτεινε το βοήθημα μέχρι το τέλος Μαρτίου. Όμως, προς έκπληξη όλων, ο πρόεδρος αρνήθηκε να υπογράψει. Ο Τραμπ διαμαρτυρήθηκε ότι το χρηματικό ποσό που θα δίνονταν ήταν υπερβολικά τσιγκούνικο πράγμα που ήταν αληθές και ότι τάσσονταν στο πλευρό των φτωχών Αμερικανών ενάντια στο αδίστακτο Κογκρέσο, το οποίο ήταν εντελώς ψευδές.

Η πραγματικότητα είναι πως το άθλιο ποσό που αποφασίστηκε ήταν το αποτέλεσμα της πρότασης των Ρεπουμπλικανών – δηλαδή του κόμματος του Ντόναλντ Τραμπ. Αν ήταν αντίθετος σε αυτή την πρόταση, θα μπορούσε να είχε ξεκαθαρίσει τις απόψεις του εδώ και πολύ καιρό, εξοικονομώντας πολύ χρόνο και κόπο. Αλλά δεν έκανε κάτι τέτοιο.

Στην πραγματικότητα, ενέκρινε την αρχική πρόταση και παρέμεινε σιωπηλός μέχρι την τελευταία στιγμή που ο λογαριασμός προσγειώθηκε στο γραφείο του, λίγες εβδομάδες πριν του επιδοθεί μια εντολή αδειάσματος της προεδρικής καρέκλας. Τα δύο γεγονότα είναι σαφές πως δεν ήταν άσχετα.

Δύο πράγματα είναι πολύ ξεκάθαρα εδώ. Το πρώτο είναι ότι ο Ντόναλντ Τραμπ είναι πολύ προσκολλημένος στη θέση του ως πρόεδρος της μεγαλύτερης δύναμης του κόσμου και δεν βιάζεται καθόλου να φύγει. Αντίθετα, σκοπεύει να προσκολληθεί στην εξουσία μέχρι και την τελευταία στιγμή, με την ίδια απελπισία με την οποία ένας άνθρωπος που πνίγεται προσπαθεί να σωθεί πιάνοντας ένα άχυρο.

Δυστυχώς, η προμήθεια αχύρου του προέδρου μειώθηκε απότομα τις τελευταίες εβδομάδες πριν από τις εκλογές. Σε μια απελπισμένη κίνηση, που θυμίζει την τελευταία μάχη του Κάστερ (Στμ: Μάχη όπου οι δυνάμεις των ΗΠΑ νικήθηκαν από τους ινδιάνους το 1876 και όπου έχασε τη ζωή του ο φημισμένος τότε αντισυνταγματάρχης Τζορτζ Κάστερ), ο Ντόναλντ Τραμπ φύσηξε για άλλη μία φορά περήφανα την τρομπέτα του καλώντας τους στρατιώτες του στη σημαία.

Προς έκπληξη του όμως, μόνο λίγοι ρεπουμπλικανικοί γερουσιαστές ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα. Ακόμη και οι πιο πιστοί υποστηρικτές του στην ηγεσία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, σταθμίζοντας το συσχετισμό δυνάμεων, κατέληξαν στο λογικό συμπέρασμα ότι το να κάτσουν στ’ αυγά τους ήταν το πιο συνετό.

Και σαν να μην έφτανε αυτό, κάποιος ύπουλος χαφιές (ο αριθμός τους πολλαπλασιάζεται μέρα με τη ημέρα) κυκλοφόρησε μια μαγνητοφωνημένη συνομιλία του προέδρου που προσπαθούσε να εκφοβίσει τον υπουργό της Τζόρτζια Μπράντ Ραφενπεργζερ για να «βρει» 11.780 ψήφους για να ανατρέψει τη νίκη του Τζο Μπάιντεν εκεί. Αυτός ήταν πιθανώς ένας παράγοντας που έπαιξε ρόλο στην απόφαση των ρεπουμπλικάνων γερουσιαστών. Τον εγκατέλειψαν όπως οι ποντικοί εγκαταλείπουν ένα βυθισμένο πλοίο.

Τέτοιες πράξεις προδοσίας είναι βαθιά προσβλητικές για έναν άνθρωπο που έχει από καιρό συνηθίσει να μην ανέχεται την ανυπακοή οποιουδήποτε είδους. Το να φανταστεί κανείς ότι μια προδοσία αυτού του μεγέθους θα παρέμενε ατιμώρητη ήταν αρκετά αδιανόητη. Και λοιπόν, ενώ άλλα άτομα ήταν απασχολημένα με τη συσκευασία των χριστουγεννιάτικων δώρων τους, ο Ντόναλντ ετοίμαζε μια τελευταία χριστουγεννιάτικη έκπληξη για τους πρώην φίλους και συμμάχους του – κάτι που δεν θα ξέχναγαν σύντομα.

Και ακόμη και αν αυτό σήμαινε ότι εκατομμύρια φτωχοί Αμερικανοί θα πεινούσαν, θα έμενε στην Ιστορία ως πρόεδρος που ήθελε να δώσει περισσότερα χρήματα στους φτωχούς. Αυτό ήταν ένα ψέμα, φυσικά, καθώς αυτός ο Πρόεδρος ανέβασε την τέχνη του ψέματος σε εντελώς νέα επίπεδα.

Αλλά το κύριο ζήτημα δεν είναι αυτό που είναι αλήθεια, αλλά αυτό που οι άνθρωποι πιστεύουν ότι είναι αλήθεια. Και αυτό που πιστεύουν οι άνθρωποι θα αποδειχθεί πολύ χρήσιμο στις επόμενες προεδρικές εκλογές, όπου ο Ντόναλντ Τραμπ, σε αντίθεση με τον Στρατηγό Κάστερ, θα μπορούσε να ηγηθεί ξανά.

Μπορεί κανείς να φανταστεί το χαιρέκακο αίσθημα που ένιωσε ο πρόεδρος καθώς απομάκρυνε το χέρι του από το φοβερό έγγραφο, εκτοξεύοντας έτσι μια χειροβομβίδα στις σοκαρισμένες τάξεις των Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο. «Ορίστε, φίλοι μου! Καλά Χριστούγεννα και ευτυχισμένο το νέο έτος! »

Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε την ικανοποίηση να γνωρίζει ότι, ακόμα κι αν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον Λευκό Οίκο, θα το έκανε με ένα μπαμ και όχι αθόρυβα. Η κίνηση προκάλεσε ταραχή στο Κογκρέσο. Αλλά αυτό δεν ήταν τίποτα σε σύγκριση με αυτό που επρόκειτο να έρθει.

Η αναμέτρηση

Η αστική δημοκρατία είναι ένα πολύ εύθραυστο φυτό, το οποίο μπορεί να ανθίσει μόνο σε ορισμένα εδάφη. Είναι ιστορικά ένα προνόμιο που κατέχουν μόνο τα πιο προηγμένα και ευημερούντα καπιταλιστικά έθνη, όπου η άρχουσα τάξη διαθέτει επαρκή πλεονάζοντα πλούτο για να κάνει παραχωρήσεις στην εργατική τάξη, αμβλύνοντας έτσι τις αιχμηρές πτυχές της ταξικής πάλης και αποτρέποντας μια ανοιχτή σύγκρουση μεταξύ πλουσίων και φτωχών.

Για πολύ καιρό – πάνω από 100 χρόνια στην περίπτωση χωρών όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρετανία – η άρχουσα τάξη πέτυχε να δημιουργήσει έναν ορισμένο βαθμό πολιτικής και κοινωνικής ισορροπίας, εξουσιάζοντας όχι με τη χρήση ανοιχτής βίας, αλλά μάλλον με ένα είδος συμφωνίας κυρίων, με έναν συμβιβασμό μεταξύ των ανταγωνιστικών τάξεων.

Στην περίπτωση της Βρετανίας, αυτό επιτεύχθηκε από ένα σύστημα δύο κομμάτων – των Συντηρητικών και των Εργατικών – που εναλλάσσονταν στην κυβέρνηση σε τακτά χρονικά διαστήματα, χωρίς να αμφισβητήσουν ποτέ την εξουσία του κεφαλαίου. Παρόμοια κατάσταση υπήρχε στις Ηνωμένες Πολιτείες με το μοίρασμα της εξουσίας ανάμεσα σε Ρεπουμπλικάνους και Δημοκρατικούς.

Στην πραγματικότητα, αυτός ο συμβιβασμός ήταν μια μάσκα που χρησίμευε για την απόκρυψη των θεμελιωδών ανταγωνισμών στην κοινωνία και την πρόληψη μιας σοβαρής πρόκλησης για το status quo. Σύμφωνα με τα λόγια του μεγάλου Αμερικανού συγγραφέα Γκορ Βιντάλ: «Η δημοκρατία μας έχει ένα κόμμα – το κόμμα της ιδιοκτησίας – με δύο δεξιές πτέρυγες.» Αλλά η κρίση του καπιταλισμού άλλαξε τα πάντα. Το απότομο και αυξανόμενο χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών οδήγησε στην κατάρρευση της παλιάς συναίνεσης.

Παντού, κάτω από την φαινομενική ηρεμία στην επιφάνεια, υπάρχει μια δυσαρέσκεια, η οποία εκδηλώνεται με περιοδικά ξεσπάσματα λαϊκής οργής κατά της παλιάς τάξης πραγμάτων, των θεσμών, των πολιτικών κομμάτων, των ηγετών, της ηθικής και των αξιών της. Αυτή η δυσαρέσκεια, είναι αλήθεια, στερείται σαφούς πολιτικής έκφρασης. Είναι συγχυσμένη, ασυνεπής, και μερικές φορές μπορεί ακόμη και να έχει αντιδραστικά χαρακτηριστικά.

Αυτή η έλλειψη σαφήνειας δεν προκαλεί έκπληξη. Είναι το αποτέλεσμα της αδυναμίας του υποκειμενικού παράγοντα – του γεγονότος ότι οι δυνάμεις του γνήσιου μαρξισμού έχουν υποχωρήσει για μία ολόκληρη ιστορική περίοδο, αφήνοντας το πεδίο ανοιχτό σε κάθε είδους συγχυσμένους ρεφορμιστές και αριστερούς ρεφορμιστές οι οποίοι, στο βαθμό που δεν έχουν ξεκάθαρες ιδέες οι ίδιοι, είναι οργανικά ανίκανοι να δώσουν λύσεις στα πιεστικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μάζες.

Στην απελπισία τους να βρουν διέξοδο από την κρίση, οι μάζες αναζητούν μια διέξοδο για τον θυμό τους για τις αδικίες της σημερινής κοινωνικής και πολιτικής τάξης πραγμάτων. Αυτή η δυσαρέσκεια μπορεί να αξιοποιηθεί από αδίστακτους δεξιούς δημαγωγούς του τύπου του Ντόναλντ Τραμπ. Αλλά σε τέτοια μπερδεμένα και ετερογενή κινήματα, είναι απαραίτητο να μάθουμε να διακρίνουμε τι είναι αντιδραστικό και τι εκφράζει μία συγχυσμένη αντίδραση στο status quo και να μην παρασυρόμαστε από δευτερεύουσας σημασίας παράγοντες και συναισθηματικό ιμπρεσιονισμό.

Οι επιφανειακοί ιμπρεσιονιστές όπως ο Πολ Μέισον στη Βρετανία και πολλοί άλλοι στη λεγόμενη Αριστερά διεθνώς βλέπουν μόνο τα αντιδραστικά στοιχεία του Τραμπισμού, τα οποία βλακωδώς ταυτίζουν με τον φασισμό, χωρίς να δείχνουν την παραμικρή κατανόηση του τι είναι πραγματικά ο φασισμός. Αυτή η σύγχυση δεν μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την πραγματική σημασία σημαντικών φαινομένων.

Αυτή η ανοησία τους οδηγεί απευθείας στο βάλτο της ταξικής συνεργασίας. Προωθώντας τη λανθασμένη ιδέα του «μικρότερου κακού», καλούν την εργατική τάξη και τις οργανώσεις της να ενωθούν με τον ταξικό εχθρό, τους αστούς φιλελεύθερους που φέρεται να υπερασπίζονται τη «δημοκρατία».

Ακόμη χειρότερα, συνεχίζοντας να μιλάνε για τον υποτιθέμενο κίνδυνο του φασισμού, δυνητικά αφοπλίζουν την εργατική τάξη μπροστά στον κίνδυνο να έρθει στο μέλλον αντιμέτωπη με το φασισμό. Όπως θα δούμε, οι σοβαροί στρατηγικοί του κεφαλαίου καταλαβαίνουν τι συμβαίνει πολύ καλύτερα από τους ανίδεους ψευτοαριστερούς και πρώην μαρξιστές όπως ο Paul Mason.

Αλλά για να επιστρέψω στα γεγονότα στην Ουάσιγκτον. Αυτό που δείχνουν είναι το γεγονός ότι η πόλωση στην κοινωνία έχει φτάσει σε ένα κρίσιμο σημείο όπου οι θεσμοί της αστικής δημοκρατίας δοκιμάζονται στο έπακρο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η άρχουσα τάξη και οι πολιτικοί της εκπρόσωποι έχουν τρομοκρατηθεί από τη συμπεριφορά του Τραμπ.

Ο Τραμπ δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει ένα στρατηγικό μυαλό. Είναι ένας ανίδεος εμπειριστής. Ο μοναδικός του στόχος στη ζωή είναι η αυτοπροβολή και η διατήρηση της εξουσίας και του κύρους του. Αυτή είναι πραγματικά μια πολύ απλή συνταγή για έναν άνδρα που δεν έχει αρχές οποιουδήποτε είδους. Και παρόλο που δεν είναι ιδιαίτερα έξυπνος, έχει προικιστεί από τον Δημιουργό του με μια δόση ζωώδους πονηριάς.

Ο Τραμπ δεν συμφιλιώθηκε ποτέ με την ιδέα ότι θα χάσει τη θέση του από κάτι τόσο ευτελές όπως οι εκλογές. Είχε ήδη αποφασίσει εκ των προτέρων ότι τα αποτελέσματα ήταν νοθευμένα (ποια άλλη πιθανή εξήγηση θα μπορούσε να υπάρξει για την αποτυχία;). Οι ακόλουθες ενέργειές του ήταν επομένως εντελώς προβλέψιμες.

Ένιωσε προδομένος από τους Ρεπουμπλικάνους ηγέτες (πολλοί από τους οποίους τον μισούν, αλλά όλοι τον φοβούνται), στράφηκε στο μοναδικό αξιόπιστο σημείο υποστήριξης του: τη μαζική του βάση, η οποία, παρά τα όσα έχουν γίνει, παραμένει αναμφίβολα πιστή στον άνθρωπο τον οποίο θεωρούν ως τη φωνή τους και τη μόνη τους ελπίδα σε μια απελπιστικά διεφθαρμένη και κυνική Ουάσιγκτον.

Δεν ήταν λοιπόν έκπληξη το γεγονός ότι προσπάθησε να κινητοποιήσει αυτήν τη μαζική βάση σε μία ριψοκίνδυνη τελευταία ζαριά. Αυτό ήταν αναμφίβολα μία επικίνδυνη κίνηση, αλλά ο Τραμπ, όπως όλοι οι τζογαδόροι, φαίνεται να κλίνει προς τις επικίνδυνες κινήσεις, ειδικά όταν τα στοιχήματα είναι τόσο υψηλά.

Ωστόσο, ορισμένα πράγματα απορρέουν από αυτό. Ο άνθρωπος που, με τις ενέργειές του, έχει βαθύνει όλα τα ρήγματα στην αμερικανική κοινωνία, και δημιούργησε κάτι σαν μια κατάσταση εμφυλίου πολέμου μεταξύ Δημοκρατών και Ρεπουμπλικανών, έχει κηρύξει πόλεμο στο δικό του κόμμα, απειλώντας να διασπάσει το Ρεπουμπλικανικό κόμμα.

Οι μανιακές ομιλίες του προορίζονταν σαφώς να παρακινήσουν τον ήδη εξαγριωμένο όχλο έξω από τον Λευκό Οίκο να επιτεθεί στο Κογκρέσο και έτσι (ήλπιζε) να αποτρέψει την επικύρωση της εκλογικής νίκης του Τζο Μπάιντεν. Αλλά ήταν αξιοσημείωτο ότι ο κύριος στόχος του δεν ήταν οι Δημοκρατικοί, αλλά ακριβώς οι Ρεπουμπλικάνοι στο Κογκρέσο, και ιδιαίτερα ο Αντιπρόεδρος Πενς, τον οποίο προέτρεψε να αποτρέψει τη διεξαγωγή της συνόδου.

Μέχρι τότε, όμως, ο Πενς και οι άλλοι βασικοί ηγέτες των Ρεπουμπλικανών είχαν ανεχθεί αρκετά. Στην πραγματικότητα, έσπασαν με τον Τραμπ και ο Τραμπ έσπασε μαζί τους. Βαθιά τραύματα έχουν προκληθεί στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα από αυτές τις ενέργειες, οι οποίες δεν θα θεραπευτούν εύκολα. Δεν αποκλείεται καθόλου η ανοιχτή διάσπαση στους Ρεπουμπλικάνους.

Είναι δύσκολο να προβλεφθεί το εάν ο κ. Τραμπ έχει άλλες εκπλήξεις πριν από την έναρξη της θητείας του νέου προέδρου. Από την αρχική αντίδρασή του, φαίνεται πως, δεχόμενος επιθέσεις από όλες τις πλευρές, προσπαθεί να κάνει μια βιαστική υποχώρηση. Αυτό θα ρίξει τη βάση του σε σύγχυση, χωρίς να ικανοποιήσει τους εχθρούς του στο Κογκρέσο που απαιτούν την άμεση απομάκρυνσή του από το αξίωμα.

Ένα πράγμα είναι σαφές. Η άρχουσα τάξη δεν διασκέδασε καθόλου από το τελευταίο του κόλπο, για το οποίο η αστυνομία (για λόγους που είναι ασαφείς) φάνηκε να είναι απροετοίμαστη. Μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι την Ημέρα της Ορκωμοσίας, οι δυνάμεις του νόμου και της τάξης θα κινητοποιηθούν για να διασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξει επανάληψη του χάους στο Καπιτώλιο, και ότι όποιος προσπαθήσει να χαλάσει το πάρτι θα ανταμειφθεί με ένα σπασμένο κεφάλι.

Ο Ντόναλντ Τραμπ, συνειδητοποιώντας επιτέλους ότι το παιχνίδι τελείωσε, υπόσχεται ότι θα φύγει ήσυχα. Αυτό το κάνει συνειδητοποιώντας ότι η εναλλακτική λύση είναι να συνοδευτεί προς την έξοδο από αστυνομικούς. Αυτό θα γίνει στο βαθμό που δεν καθαιρεθεί από το αξίωμα με την κατηγορία της «εξέγερσης» κατά της Δημοκρατίας.

Φυσικά, αυτό δεν θα είναι το τέλος του ζητήματος. Αντίθετα, το πραγματικό δράμα μόλις ξεκίνησε. Έχοντας κερδίσει δύο έδρες στη Γερουσία στη Τζόρτζια, ο Τζο Μπάιντεν θα έχει τώρα αρκετά ασφαλή έλεγχο του Κογκρέσου. Δεν θα έχει καμία δικαιολογία για να μην εφαρμόσει τις πολιτικές που περιμένουν οι υποστηρικτές του.

Όμως, το βάθεμα οικονομικής κρίσης, που επιδεινώνεται από το κολοσσιαίο χρέος, σημαίνει ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν θα διαψεύσει πολύ γρήγορα τις ελπίδες εκείνων των εκατομμυρίων που την ψήφισαν ως «το μικρότερο κακό». Θα ανοίξει μια νέα και θυελλώδης περίοδος ταξικής πάλης, η οποία θα μεταμορφώσει την αμερικανική κοινωνία από την κορυφή ως τα νύχια, ανοίγοντας το δρόμο για επαναστατικές εξελίξεις.

Οι στρατηγοί του κεφαλαίου βγάζουν συμπεράσματα

Οι συνέπειες αυτού του φαινομένου γίνονται ολοένα και πιο εμφανείς στους πιο διορατικούς εκπροσώπους της άρχουσας τάξης, οι οποίοι έχουν πολύ σαφέστερη κατανόηση των προοπτικών από τους ανόητους και ιμπρεσιονιστές «Αριστερούς» που δεν μπορούν να δουν πέρα από τη μύτης τους.

Οι Financial Times στις 29 Δεκεμβρίου δημοσίευσαν ένα άρθρο με τον τίτλο: «Μια καλύτερη μορφή καπιταλισμού είναι δυνατή». Υπογραμμένο από τη συντακτική επιτροπή, και ως εκ τούτου με τη σφραγίδα της Σύνταξης ενός από τα πιο έγκυρα περιοδικά της μπουρζουαζίας. Γι’ αυτόν τον λόγο, αξίζει να παραθέσουμε εκτενώς αποσπάσματα από το άρθρο.

Σε αυτό διαβάζουμε τα εξής:

«Η ηρεμία της περιόδου των Χριστουγέννων είναι μια στιγμή για να θυμηθούμε την ιστορία που περιγράφει την οικογένεια του Ιησού να βρίσκεται στο δρόμο λόγο παράλογων νομοθεσιών, να μένει χωρίς στέγη και να περνά τη διαδικασία του τοκετού σε ακατάλληλες συνθήκες.

Θα μπορούσαμε να πούμε πως η επισφάλεια τους θα μπορούσε επίσης να περιγράψει μια κατώτερη τάξη στις πλουσιότερες κοινωνίες που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Η πανδημία έριξε έντονο φως στα πιο ευάλωτα τμήματα των αγορών εργασίας των πλούσιων χωρών.

Οι περισσότεροι από εμάς εξαρτόμαστε – μερικές φορές κυριολεκτικά για τη ζωή μας – από ανθρώπους που αποθηκεύουν προϊόντα στα ράφια, παραδίδουν φαγητό, καθαρίζουν νοσοκομεία, φροντίζουν τους ηλικιωμένους και τους ασθενείς. Ωστόσο, πολλοί από αυτούς τους αφανείς ήρωες είναι κακά αμειβόμενοι, δουλεύουν εξαντλητικά ωράρια και σε βρίσκονται σε καθεστώς ανασφάλειας.

«Ένας νεολογισμός επινοήθηκε για να τους περιγράψει – το “πρεκαριάτο” (ΣτΜ: όρος που προέρχεται από το λατινικό precarious που σημαίνει αβέβαιος, ανασφαλής) – είναι κατάλληλος όρος. Τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, η εργασία απέτυχε να εξασφαλίσει σταθερή και επαρκή εισοδήματα για έναν αυξανόμενο αριθμό ανθρώπων. Αυτό εκφράζεται σε στάσιμους μισθούς, χαμηλά εισοδήματα, ανύπαρκτες αποταμιεύσεις για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, ανασφάλεια στην εργασία και βάναυσες συνθήκες δουλειάς – στο σημείο τέτοιων τραγικών επεισοδίων όπως η γυναίκα που γέννησε σε μια τουαλέτα από το φόβο μη χάσει μια βάρδια.

Πολλοί διατρέχουν αυξανόμενο κίνδυνο να μείνουν άστεγοι ή να κυλήσουν στη μάστιγα των ναρκωτικών ή του αλκοολισμού. Οι κοινωνικές παροχές και τα επιδόματα μπορούν να βοηθήσουν – αλλά μπορούν επίσης να παγιδεύσουν ήδη ευάλωτα άτομα σε ένα γραφειοκρατικό λαβύρινθο.

Αυτό είναι ένα χρόνιο πρόβλημα, αλλά γιγαντώθηκε απότομα το 2020. Οι περισσότερες θέσεις εργασίας στο πρεκαριάτο απαιτούν φυσική παρουσία για χειρωνακτικές εργασίες, αφήνοντας τους εργαζόμενους πιο εκτεθειμένους τόσο στη μόλυνση του κορονωϊού όσο και στην απώλεια εισοδήματος από την καραντίνα.»

Το κεντρικό πρόβλημα αναφέρεται εδώ με αξιοθαύμαστη σαφήνεια. Αλλά ποια είναι η λύση; Ο συγγραφέας μας ενημερώνει ότι:

«Είναι ηθική επιτακτική υποχρέωση να βοηθήσουμε αυτούς που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη. Αλλά η απομάκρυνση των ανθρώπων από την οικονομική επισφάλεια είναι επίσης προς το συμφέρον των αυτών που τα πάνε καλύτερα.»

Πράγματι, αξιέπαινα συναισθήματα! Αυτές οι γραμμές θυμίζουν τη διάσημη ιστορία του Κάρολου Ντίκενς, A Christmas Carol, όπου ο τσιγκούνης καπιταλιστής Σκρουτζ, πείθεται σταδιακά να διορθώσει τους τρόπους του, να μοιραστεί μέρος του πλούτου του με τους φτωχούς και ευάλωτους και να γίνει γενικά ένας ευχάριστος και ευγενικός γεράκος.

Αυτό το συναισθηματικό τέλος είναι αναμφίβολα το πιο αδύναμο μέρος της ιστορίας και μεταφέρει μόνο τις ευσεβείς επιθυμίες και τα ονειροπολήματα του συγγραφέα. Το μέρος που έχει αξία είναι το αρχικό, που περιγράφει με ακρίβεια την πραγματική ηθική του καπιταλισμού.

Οι συγγραφείς του άρθρου της FT φαίνεται να γνωρίζουν τη ματαιότητα οποιασδήποτε προσπάθειας να κάνουν επίκληση στην ηθική της πλούσιας μειονότητας που κυριαρχεί στην κοινωνία με βάση μια υποτιθέμενη «ηθική επιταγή βοήθειας στους μη έχοντες».

Αυτό ήταν ήδη προφανές στον Κάρολο Ντίκενς, ο οποίος περιγράφει τις μάταιες προσπάθειες ευγενών ανθρώπων να λάβουν δωρεά από τον Σκρουτζ για μια χριστουγεννιάτικη φιλανθρωπική οργάνωση:

«Δεν υπάρχουν φυλακές;» είπε ο Σκρουτζ. «Δεν υπάρχουν εργαστήρια;»

Υπάρχουν. «Ωστόσο», απάντησε ο κύριος, «μακάρι να μπορούσα να πω πως δεν υπήρχαν.»

«Πολλοί δεν μπορούν να πάνε εκεί και πολλοί θα προτιμούσαν να πεθάνουν.»

«Αν θα προτιμούσαν να πεθάνουν», είπε ο Σκρουτζ, «καλύτερα να το έκαναν και να μειώσουν τον υπερπληθυσμό».

Εδώ έχουμε την αυθεντική φωνή του καπιταλισμού: την ψυχρή, υπολογιστική φωνή των οικονομικών της αγοράς, του αντιδραστικού Μάλθους: την πραγματική κακεντρεχή, τσιγκούνικη, εγωιστική και σκληρή φωνή των ανδρών και των γυναικών του χρήματος – η οποία παρέμεινε αμετάβλητη από την εποχή του Ντίκενς μέχρι σήμερα.

Συνειδητοποιώντας τη ματαιότητα της επίκλησης στα ευγενέστερα ένστικτα των καπιταλιστών, το άρθρο απευθύνεται στα προσωπικά τους συμφέροντα (την απληστία και τον εγωισμό τους). Εδώ ερχόμαστε σε πιο σταθερό έδαφος!

«Δεν είναι μόνο ότι οι έχοντες έχουν να χάσουν πολλά εάν η συνεχής οικονομική πόλωση οδηγήσει στην απόρριψη του καπιταλισμού. Έχουν επίσης πολλά να κερδίσουν από την αντιμετώπιση αυτής της πόλωσης.»

Αλλά κανένα ηθικό κήρυγμα δεν θα έχει καμία επίδραση σε αυτά τα υποκείμενα όπως και δεν είχε καμία επίδραση στον Σκρουτζ. Αυτό που τον έκανε να αλλάξει γνώμη δεν ήταν ηθικές επιταγές, αλλά ο φόβος – ο φόβος και το άγχος που προκαλούν τα φαντάσματα που έστειλε ο Ντίκενς για να τον στοιχειώσει.

Επομένως, ο συγγραφέας του άρθρου της FT λαμβάνει τη σοφή απόφαση να τρομάξει τους αστούς αντιμετωπίζοντας τους με τις αναπόφευκτες συνέπειες της παρούσας κατάστασης. Είναι μια πολύ πιο τρομακτική προοπτική από κάθε τι που θα μπορούσε να φέρει το Πνεύμα των Χριστουγέννων :

«Ομάδες που έχουν μείνει πίσω από την οικονομική αλλαγή καταλήγουν όλο και περισσότερο στο συμπέρασμα ότι οι κρατούντες δεν ενδιαφέρονται για την κατάσταση τους. – ή χειρότερα, έχουν επέμβει στην οικονομία για δικό τους όφελος έναντι εκείνων που βρίσκονται στο περιθώριο.

Αργά, αλλά σίγουρα, αυτό θέτει τον καπιταλισμό και τη δημοκρατία σε μια αμοιβαία αντίθεση. Από την παγκόσμια οικονομική κρίση, αυτή η αίσθηση προδοσίας πυροδότησε μια πολιτική αντίδραση ενάντια στην παγκοσμιοποίηση και τους θεσμούς της φιλελεύθερης δημοκρατίας.

Ο δεξιός λαϊκισμός μπορεί να ευδοκιμήσει αξιοποιώντας αυτήν την αντίδραση αφήνοντας ωστόσο άθικτες τις καπιταλιστικές αγορές. Όμως, καθώς δεν θα μπορέσει να εκπληρώσει τις υποσχέσεις του στους οικονομικά αδύναμους, είναι θέμα χρόνου εκείνοι να βγάλουν τις τσουγκράνες και να στραφούν ενάντια στον καπιταλισμό και τον πλούτο εκείνων που επωφελούνται από αυτόν ». (Η έμφαση δική μου, A.Γ)

Ω ναι, οι σοβαροί στρατηγοί του κεφαλαίου καταλαβαίνουν τις επαναστατικές συνέπειες πολύ καλύτερα από τους μυωπικούς ρεφορμιστές. Μπορούν να δουν ότι οι βίαιες διακυμάνσεις της κοινής γνώμης προς τα δεξιά μπορούν πολύ εύκολα να προετοιμάσουν ακόμα πιο απότομες στροφές στ’ αριστερά, που οι εξοργισμένες μάζες (οι τσουγκράνες είναι μία αναλογία που παραπέμπει στη Γαλλική Επανάσταση και την εξέγερση των χωρικών) μπορούν στραφούν σε μια αντικαπιταλιστική κατεύθυνση.

Το άρθρο συνεχίζει:

«Η επιδημία χαμηλά αμειβομένων, ανασφαλών θέσεων εργασίας αντικατοπτρίζει την αποτυχία οι προηγμένες μέθοδοι παραγωγής να δώσουν καρπούς στο εσωτερικό των χωρών. Η ίδια η ύπαρξη ενός πρεκαταριάτου αποδεικνύει ότι οι πόροι – ανθρώπινοι, φυσικοί και οργανωτικοί – σπαταλιούνται.

Η πολωμένη οικονομία δεν είναι απλώς άδικη, αλλά και αναποτελεσματική».

Ναι, όλα αυτά είναι απολύτως αληθινά. Το καπιταλιστικό σύστημα είναι πράγματι σπάταλο και αναποτελεσματικό. Αυτό το γνωρίζαμε εδώ και πολύ καιρό. Πρέπει λοιπόν να αντικατασταθεί από ένα διαφορετικό σύστημα – ένα σύστημα που βασίζεται σε μια αρμονική, ορθολογικά σχεδιασμένη οικονομία στην οποία η κινητήρια δύναμη είναι η ικανοποίηση των αναγκών των πολλών, και όχι το τρελό κυνήγι για την απόκτηση προκλητικού πλούτου για τους λίγους.

Αυτό το συμπέρασμα είναι αναπόφευκτο. Αλλά διαφεύγει εντελώς από τον καλοπροαίρετο συγγραφέα ο οποίος καταλήγει (χωρίς να παραθέτει κανένα επιχείρημα) πως «οι εναλλακτικές είναι χειρότερες για όλους μας».

Γιατί ισχύει αυτό δεν εξηγείται ποτέ. Ο συγγραφέας δεν μπορεί να δει τίποτα πέρα από το υπάρχον καπιταλιστικό σύστημα, και ως εκ τούτου ονειρεύεται να το μεταμορφώσει σε κάτι καλύτερο. Αλλά ο καπιταλισμός δεν μπορεί να μεταρρυθμιστεί, όπως φαντάζονται οι ανόητοι ρεφορμιστές. Θεωρούν τους εαυτούς τους ρεαλιστές. Στην πραγματικότητα, είναι το χειρότερο είδος ουτοπικών.

Για να σώσει τον καπιταλισμό, λέει, οι οπαδοί του πρέπει να «αμβλύνουν τις αιχμηρές πλευρές του». «Ο άνεμος αλλάζει», ανακοινώνει θριαμβευτικά: «Οι πολιτικοί από τον Τζο Μπάιντεν έως τον Μπόρις Τζόνσον έχουν εντολή να “προχωρήσουν στην ανάπτυξη με καλύτερο τρόπο” οι θεματοφύλακες της οικονομικής ορθοδοξίας έχουν εγκαταλείψει την άποψη ότι η ανισότητα είναι το τίμημα της ανάπτυξης. Μπορούμε να κάνουμε τον καπιταλισμό να εξασφαλίσει αξιοπρέπεια σε όλους».

Τι όμορφη εικόνα! Τα πάντα επομένως περιορίζονται στο όνειρο για ένα διαφορετικό είδος καπιταλισμού – έναν καλύτερο, ευγενικό, πιο ανθρώπινο καπιταλισμό, όπως ο Ντίκενς ονειρευόταν ένα καλύτερο, πιο ευγενικό, πιο ανθρώπινο Σκρουτζ. Περιττό να πούμε ότι το ένα όνειρο είναι εξίσου μάταιο και ουτοπικό με το άλλο.

Γιατί είμαστε αισιόδοξοι

«Αν δούμε την κατάσταση συνολικά, η κρίση “σκάβει” μεθοδικά όπως ο καλός γερο τυφλοπόντικας.» Μαρξ στον Ένγκελς, 22 Φεβρουαρίου 1858.

Το καπιταλιστικό σύστημα είναι άρρωστο, άρρωστο μέχρι θανάτου. Τα συμπτώματα αυτού του γεγονότος είναι πολύ σαφή. Κάτω από την επιφάνεια, παντού υπάρχει θυμός, οργή, πίκρα και μίσος ενάντια στο υπάρχον σύστημα, και την υποκριτική ηθική του, την αδικία, την προκλητική ανισότητα και αδιαφορία για τον ανθρώπινο πόνο.

Οι παλιοί θεσμοί, που κάποτε έχαιραν σεβασμού, τώρα αντιμετωπίζονται με απόλυτη περιφρόνηση από τις μάζες, οι οποίοι αισθάνονται προδομένες και παραμελημένες. Πολιτικοί, δικαστές, αστυνομία, ΜΜΕ, εκκλησίες – όλα θεωρούνται ξένα και διεφθαρμένα.

Οι θεσμοί της επίσημης αστικής δημοκρατίας βασίστηκαν στην υπόθεση ότι το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών θα μπορούσε να περιοριστεί εντός διαχειρίσιμων ορίων. Όμως, η συνεχιζόμενη ανάπτυξη της ταξικής ανισότητας έχει δημιουργήσει ένα επίπεδο κοινωνικής πόλωσης που δεν έχουμε ξαναδεί εδώ και δεκαετίες.

Αυτό το γεγονός φτάνει τους παραδοσιακούς μηχανισμούς της αστικής δημοκρατίας στα όριά τους, και πέρα από αυτά τα όρια. Αυτό φαίνεται πολύ καθαρά στα γεγονότα στις ΗΠΑ τον τελευταίο χρόνο.

Οι αυθόρμητες εξεγέρσεις που σάρωσαν τη χώρα μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ και τα επακόλουθα πρωτοφανή γεγονότα που προηγήθηκαν και ακολούθησαν τις προεδρικές εκλογές σηματοδότησαν ένα σημείο καμπής σε ολόκληρη την κατάσταση. Εδώ, σε εμβρυακό επίπεδο, έχουμε το περίγραμμα των επαναστατικών εξελίξεων που έρχονται.

Το έτος 2021 θα είναι μια χρονιά όπως καμία άλλη. Θα είναι μια καλή χρονιά, όπως προβλέπουν οι αισιόδοξοι; Φυσικά, θα είναι μια ευτυχισμένη νέα χρονιά για αυτή τη μικρή μειονότητα που έχει λόγο να είναι ευτυχισμένη – το λιγότερο από το 1% του πληθυσμού που απολαμβάνει απεριόριστο έλεγχο του πλούτου που παράγεται από τη μεγάλη πλειοψηφία.

Αλλά γι’ αυτήν την πλειοψηφία δεν μπορεί να υπάρξει ζήτημα καλής χρονιάς. Για αυτούς, το μέλλον κάτω από τον καπιταλισμό μπορεί να είναι μόνο ένα ζοφερό. Παρ ‘όλα αυτά, παραμένουμε πεισματικά αισιόδοξοι για το μέλλον – όχι το μέλλον του καπιταλιστικού συστήματος – αλλά το μέλλον του επαναστατικού ταξικού αγώνα που προορίζεται να ανατρέψει το σύστημα μια για πάντα.

Ο δρόμος για ένα ευτυχισμένο μέλλον εξαρτάται από ένα θεμελιώδες σπάσιμο με το παρελθόν. Ο δρόμος που βρίσκεται μπροστά μας θα είναι δύσκολος. Η εργατική τάξη θα εισέλθει σε ένα πολύ σκληρό σχολείο. Αλλά απ’ αυτό το σχολείο θα αντλήσει τα απαραίτητα μαθήματα.

Μετά από μια μακρά περίοδο σχετικής αδράνειας, η εργατική τάξη τεντώνει τους μύες της, σαν αθλητής που ετοιμάζεται να συμμετάσχει σε έναν αποφασιστικό αγώνα. Αυτό, και μόνο, μας δίνει ελπίδα και αισιοδοξία στο μέλλον της ανθρωπότητας.